Φαρμακευτική πολιτική και φαρμακευτική δαπάνη

Ζωή Δέδε 21 Νοε 2013

Τα τελευταία τρία  χρόνια (και σε κάθε περίπτωση μετά την υπογραφή και εφαρμογή των Μνημονίων), η φαρμακευτική πολιτική απασχολεί πολιτικούς,  ειδικούς, δημοσιογράφους αλλά και τους ίδιους τους πολίτες,  όσο ποτέ άλλοτε. Η πιο συνηθισμένη  και εν πολλοίς επιδερμική προσέγγιση,  είναι αυτή της περιστολής Δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, πράγμα απόλυτα φυσικό αφού ο εκτροχιασμός της  δαπάνης στο τέλος του 2009 (5,4 δις € ή 2% του ΑΕΠ) είχε φέρει την Ελλάδα στην πρώτη θέση σε όλες τις χώρες της Ε.Ε.

.

Σε μια ατελή αγορά όπως είναι η αγορά του φαρμάκου, όπου δεν επικρατεί η κυριαρχία του καταναλωτή, διότι άλλος επιλέγει – ο γιατρός- , άλλος καταναλώνει – ο ασθενής – και άλλος πληρώνει – το Ταμείο – , ο ρυθμιστικός ρόλος του κράτους είναι απόλυτα καταλυτικός. Από τις αρχές του 2010 ξεκίνησε στο Υπουργείο Υγείας, μια συντονισμένη προσπάθεια προκειμένου να σχεδιαστεί και να εφαρμοστεί μια πολιτική που θα συνδύαζε τόσο την περιστολή της δαπάνης όσο και την εξασφάλιση επάρκειας, ποιότητας και ασφάλειας  των φαρμάκων σε όλους τους πολίτες. Μια πολιτική που θα αξιοποιούσε τη Διεθνή πρακτική και εμπειρία, τα μέσα που διέθετε η χώρα και τον ταχύτατο εκσυγχρονισμό της φαρμακευτικής περίθαλψης. Και η πολιτική αυτή απέδωσε, με άμεσο αντίκρισμα τη μείωση της δαπάνης από τα 5,4 δις το 2009 στα 2,8 δις € το 2012.

.

Θα πρέπει εδώ να επισημάνουμε τη μεγάλη συμβολή της δημιουργίας του ΕΟΠΥΥ  στις αρχές του 2012 , όπου είχαμε για πρώτη φορά μια συντονισμένη προσπάθεια για ενιαίο Μητρώο ασφαλισμένων, ενιαίες παροχές και ενιαίο μηχανογραφικό σύστημα.

.

Τα μέτρα πολιτικής είχαν δύο βασικές κατευθύνσεις : τη δίκαιη κατανομή των περικοπών και τη διαφάνεια των επιλογών, και τρία κύρια εργαλεία  :  τις τιμές , την αποζημίωση και τον έλεγχο της κατανάλωσης  (συνταγογράφηση).

.

Στις βασικές κατευθύνσεις ακολουθήθηκε ο κανόνας κατανομής των περικοπών 50-30-20 (50 για τη βιομηχανία, 30 για την αλυσίδα διανομής και 20 για τους ασθενείς) με δεδομένο το μερίδιο που κατέχει ο καθένας στην πρόκληση της δαπάνης αλλά και στις αντικειμενικές δυνατότητες συμμετοχής.  Η ίδια λογική επικράτησε και στα εργαλεία πολιτικής. Ειδικότερα :

.

Τιμές

.

Το σύστημα που εφαρμόστηκε για την απόδοση τιμών στα φάρμακα, ήταν για τα πρωτότυπα εντός πατέντας φάρμακα ο μέσος όρος από τις 3 χαμηλότερες τιμές σε 22 χώρες της Ε.Ε. , ποσοστιαία μείωση έως το 50% της τιμής των πρωτοτύπων σε όσα χάνουν την πατέντα και ακολούθως ποσοστιαία μείωση έως το 40% της τιμής των πρωτοτύπων στα γενόσημα. Έτσι καταφέραμε να έχουμε τις χαμηλότερες τιμές στην Ευρώπη στα πρωτότυπα φάρμακα (που αντιπροσωπεύουν το 43 % της δαπάνης) , πολύ χαμηλές τιμές  στα εκτός πατέντας πρωτότυπα (που αντιπροσωπεύουν το 40 % της δαπάνης) και αρκετά χαμηλές τιμές στα γενόσημα (που αφορούν κυρίως στην εγχώρια παραγωγή), με στόχο να αυξήσουν το μερίδιό τους στην αγορά. Συγχρόνως λήφθηκε πρόνοια να προστατευθούν από τις περαιτέρω μειώσεις το πολύ φθηνά φάρμακα προκειμένου να αποφευχθούν  ελλείψεις.

.

Γενική ανακοστολόγηση έγινε τον Αύγουστο του 2011 και τον Απρίλιο του 2012 και ενδιαμέσως ευθυγραμμίσεις (με νέες χαμηλότερες τιμές στις 22 χώρες και συναλλαγματικές  ισοτιμίες), διορθώσεις και επαληθεύσεις. Το όφελος του Δημοσίου μόνο από τις μειώσεις των τιμών υπολογίζεται σε 1 δις € στη διετία.

.

Η επιτυχία του συστήματος που υιοθετήθηκε, απέδωσε τιμές στα φάρμακα που αξιοποιήθηκαν ως τιμές αναφοράς σε πάνω από 60 άλλες χώρες. Ωστόσο το σύστημα λοιδορήθηκε τόσο από την τότε αντιπολίτευση όσο και από παράγοντες της αγοράς,  για  ευνόητους λόγους.

.

Μέτρα που αφορούν στη Βιομηχανία

.

Rebates (επιστροφές επί των προκαθορισμένων τιμών)

.

Η βιομηχανία υποχρεώθηκε σε καταβολή 9% Rebate προς τον ΕΟΠΥΥ για το σύνολο των πωλήσεων και πρόσθετο κλιμακωτό Rebate  ανάλογο με τον όγκο πωλήσεων ανά φάρμακο. Η έγκαιρη καταβολή των ποσών αποτελεί και τη δυνατότητα συμπερίληψης των φαρμάκων κάθε εταιρείας στη Θετική Λίστα ενώ σε αντίθετη περίπτωση συνεπάγεται άμεση διαγραφή. Το Σεπτέμβριο του 2011 επιβλήθηκε ειδικό «τέλος εισόδου φαρμάκων στη Θετική Λίστα» που απέδωσε στο Δημόσιο 360 εκατ. €. Επί πλέον οι εταιρείες υποχρεώθηκαν σε καταβολή 5% Rebate προς τα Δημόσια νοσοκομεία για το σύνολο των πωλήσεων προς αυτά. Σε κάθε περίπτωση η βιομηχανία υποχρεώθηκε  να καταβάλει στον ΕΟΠΥΥ ανά εξάμηνο (με τη μορφή «πέναλτι») το ποσό που της αναλογεί στην περίπτωση υπέρβασης της προκαθορισμένης,  για κάθε χρόνο, Δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης (Claw Back).

.

Μέτρα που αφορούν στην αλυσίδα διανομής

.

Έγινε μείωση του ποσοστού κέρδους των φαρμακαποθηκών από το 7,8 στο 5,4% τον Απρίλη του 2011 και στη συνέχεια στο 4,9%. Για τα φάρμακα υψηλού κόστους το ποσοστό κέρδους περιορίστηκε στο 2%.

.

Τα φαρμακεία υποχρεώθηκαν σε γενική μείωση του ποσοστού κέρδους κατά 2,5 %  και κατά 19% στα φάρμακα με τιμή πάνω από 200 €. Επί πλέον επιβλήθηκε κλιμακωτό Rebate προς τον ΕΟΠΥΥ ανάλογο με τον όγκο πωλήσεων.

.

Μέτρα που αφορούν στους ασθενείς

.

Άλλαξε ο τρόπος καθορισμού των συμμετοχών από τη συνάρτηση με τη ασθένεια σε συνδυασμό ασθένειας και φαρμάκου. Επί πλέον με την καθιέρωση συνταγογράφησης με βάση τη δραστική ουσία και όχι την εμπορική ονομασία, οι ασθενείς οδηγήθηκαν να συμμετέχουν ενεργά στην επιλογή φθηνότερου γενόσημου φαρμάκου έναντι πρωτοτύπου με κίνητρο τη χαμηλότερη συμμετοχή. Το μέτρο είχε σχεδιαστεί να αποδώσει 10 – 16 εκατ. € ανά μήνα.

.

Αποζημίωση

.

Καθιερώθηκε Θετική Λίστα φαρμάκων που περιλαμβάνει όσα φάρμακα αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ, σε συγκεκριμένες τιμές αναφοράς ανά θεραπευτική κατηγορία. Όσα φάρμακα δεν περιλαμβάνονται στη Θετική Λίστα αποζημιώνονται εξ ολοκλήρου από τους ασθενείς (Αρνητική Λίστα και OTC).

.

Ηλεκτρονική συνταγογράφηση

.

Η μεγαλύτερη διαρθρωτική τομή που έγινε στον τομέα φάρμακο (μετά τον ΕΟΠΥΥ) ήταν η καθιέρωση της Ηλεκτρονικής Συνταγογράφησης. Το πρόγραμμα σχεδιάστηκε και εφαρμόστηκε εξ ολοκλήρου από την ΗΔΗΚΑ με απεριόριστες δυνατότητες σε επί μέρους πεδία και εφαρμογές. Αν είχε καταφέρει το Ελληνικό Δημόσιο να ξεπεράσει τις γνωστές γραφειοκρατικές αγκυλώσεις για να προμηθευτεί με συνοπτικές διαδικασίες τον απαραίτητο τεχνολογικό εξοπλισμό (Hardware), σήμερα θα είχαμε το πιο άρτιο πρόγραμμα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης σε όλη την Ευρώπη με το 1/5 του προϋπολογισθέντος κόστους. Σε κάθε περίπτωση, και παρά τα συνεχή τεχνικά προβλήματα, το πρόγραμμα λειτουργεί από τις αρχές του 2012 με θεαματικά αποτελέσματα.

.

Συμπεράσματα – Προτάσεις

.

Η Κυβερνητική αλλαγή το καλοκαίρι του 2012, είχε σαν αποτέλεσμα τη βίαιη διακοπή του μέχρι τότε σχεδιασμού. Ενώ δηλαδή το βήμα που ακολουθούσε ήταν ο έλεγχος της συνταγογραφικής πρακτικής των γιατρών, με την εφαρμογή των θεραπευτικών πρωτοκόλλων και συγκεκριμένων δεσμευτικών συνταγογραφικών οδηγιών, καθώς  και η διαπραγμάτευση του ΕΟΠΥΥ με τη βιομηχανία για τον έλεγχο της κατανάλωσης κατά θεραπευτικές κατηγορίες, το Υπουργείο επέλεξε να ασχοληθεί και πάλι με τις μειώσεις τιμών και την περικοπή του κέρδους στην αλυσίδα διανομής.

.

Σε ότι αφορά τις τιμές, δεν έγινε ίσως κατανοητό ότι οι τιμές είχαν ήδη εξαντλήσει τα περιθώρια απόδοσης, όπως επίσης ότι κάθε νέα flat μείωση αφορά κυρίως στα γενόσημα, μέτρο που πλήττει ανεπανόρθωτα τον μοναδικό ίσως κλάδο της εγχώριας παραγωγής που προσφέρει ακόμη επενδύσεις και θέσεις εργασίας στη  σημερινή οικονομική κρίση.  Άλλωστε τα ελληνικά φάρμακα κατέχουν μόνο το 18-19% της αγοράς και οι μειώσεις τιμών και μόνο, ελάχιστα αποδίδουν στο σύνολο της δαπάνης.

.

Δεν έγινε επίσης κατανοητό ότι όσο συμπιέζονται οι τιμές σε «ανταλλάξιμα» φάρμακα,  η συνταγογράφηση θα στρέφεται ολοένα και περισσότερο σε «μοναδικά» ακριβότερα (η λεγόμενη υποκατάσταση),  με αποτελέσματα αντίθετα από τα προσδοκώμενα. Η υποκατάσταση είναι, μετά τις τιμές, το σοβαρότερο πρόβλημα για τη συγκράτηση της δαπάνης. Κάθε μέτρο μείωσης (τιμές, λίστες, συμμετοχές, μειώσεις ποσοστών κέρδους, κ.λ.π.) εξουδετερώνεται σε μεγάλο βαθμό από την υποκατάσταση (νεότερο – ακριβότερο – μοναδικό αντί του  παλαιότερου –  φθηνότερου  και με πολλά ανταγωνιστικά).

.

Το φαινόμενο αυτό παρατηρήθηκε ιδιαίτερα στα νοσοκομεία, όπου στην πράξη  ακυρώθηκαν οι ηλεκτρονικές δημοπρασίες που έγιναν το 2012 και πέτυχαν πολύ χαμηλές τιμές σε «ανταλλάξιμα» φάρμακα, αφού η συνταγογράφηση μετατοπίστηκε σε άλλα «μοναδικά».

.

Στις αρχές του 2013, όταν έγινε η αποτίμηση του 2012 , δεν εκτιμήθηκε ότι η δαπάνη εξελίχθηκε εντός στόχου λόγω της εφαρμογής των μέτρων του πρώτου εξαμήνου και της δίμηνης απεργίας των φαρμακείων στο δεύτερο εξάμηνο του 2012. Έτσι τα μέτρα πολιτικής επικεντρώθηκαν και το 2013 στις τιμές και όταν διαπιστώθηκε ότι η δαπάνη είχε πάλι εκτροχιαστεί, μετακυλήθηκε  το βάρος της διαφοράς στους ασφαλισμένους με έμμεση αύξηση της συμμετοχής τους.

.

Ο ΕΟΠΥΥ από τη άλλη μεριά, αντί να προχωρήσει σε ουσιαστικό έλεγχο των συνταγογραφικών πρακτικών των γιατρών μέσω δεσμευτικών οδηγιών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων, καταφεύγει σε μέτρα εκφοβισμού με  «αριθμητικές» διαπιστώσεις (πόσες συνταγές και πόσα φάρμακα έγραψε κάθε γιατρός). Μέχρι σήμερα  δεν έχει εκδοθεί καμία δεσμευτική συνταγογραφική οδηγία ούτε έχει εφαρμοστεί κανένα θεραπευτικό πρωτόκολλο ούτε καν στα νοσοκομεία, όπου εκεί και ο έλεγχος είναι απλούστερος.

.

Θα πρέπει να επισημανθεί εδώ ότι, σε όλες τις χώρες τις Ευρώπης εφαρμόζονται συστήματα ελέγχου της συνταγογράφησης μέσω δεσμευτικών οδηγιών και ελέγχου της ορθής πρακτικής.

.

Από το Σεπτέμβριο του 2013, η νέα πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Υγείας φαίνεται να κατενόησε ότι το θέμα των τιμών έχει εξαντλήσει τις δυνατότητές του, και έχει επικεντρωθεί στην αποζημίωση, με μια καμπάνια για την προώθηση των γενοσήμων που την έχει αναλάβει προσωπικά ο Υπουργός. Ωστόσο και αυτό το θέμα από μόνο του δεν είναι αρκετό, αφ ενός διότι δεν υπάρχουν γενόσημα σε όλες τις δραστικές ουσίες και σε όλες θεραπευτικές κατηγορίες, αφ ετέρου διότι η πολιτική των εταιρειών με πρωτότυπα εντός πατέντας φάρμακα θα γίνεται ολοένα και πιο επιθετική, αν δεν ληφθούν και άλλα μέτρα.

.

Στη διαπίστωση αυτή συνηγορεί και η πρόβλεψη του προσχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού του 2014, όπου η εκτίμηση για τη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη του 2013 κινείται στα 3 δις €, πολύ μακράν του στόχου των 2,4 δις €. Ακόμη και αν αυτή η εκτίμηση είναι υπερτιμημένη,  απέχει πολύ από το στόχο και κυρίως, ακόμη και αν επιτευχθεί ο στόχος, είναι σχεδόν αδύνατον να συμπιεστεί η φαρμακευτική δαπάνη ακόμη περισσότερο το 2014 χωρίς πρόσθετα μέτρα. Τα μέτρα αυτά κατά την δική μας εκτίμηση, πρέπει να επικεντρωθούν αποκλειστικά στην αποζημίωση και να αφορούν μια νέα δέσμη διαπραγματεύσεων του ΕΟΠΥΥ με τη βιομηχανία στα πρότυπα των άλλων χωρών.

.

Σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες κανένας Ασφαλιστικός Οργανισμός, Δημόσιος ή Ιδιωτικός, δεν αποζημιώνει αδιακρίτως όσα φάρμακα περιέχονται στις Θετικές Λίστες (μορφές, συσκευασίες, περιεκτικότητες) και μάλιστα στις μαθηματικές τιμές αναφοράς.  Οι Θετικές Λίστες θεωρούνται αμυντικός μηχανισμός και αξιοποιούνται ως αφετηρία διαπραγμάτευσης. Οι αντίστοιχοι ΕΟΠΥΥ της Ευρώπης συνάπτουν επί πλέον συμφωνίες με τη βιομηχανία για αποζημιώσεις που στηρίζονται σε αξιολόγηση των θεραπευτικών δυνατοτήτων κάθε  φαρμάκου (Health Technology Assessment , πρακτική άγνωστη στη χώρα μας) και επιβάλουν όρους στη βιομηχανία για επιπλέον επιστροφές στην περίπτωση υπέρβασης της δαπάνης σε συγκεκριμένα φάρμακα και σε συγκεκριμένες ομάδες θεραπευτικών  κατηγοριών, κυρίως στα χρόνια νοσήματα που προκαλούν  και το 65-70% της συνολικής δαπάνης.

.

Με άλλα λόγια, οι τιμές των φαρμάκων των επίσημων τιμοκαταλόγων δεν παίζουν πρωτεύοντα ρόλο στις αποζημιώσεις όσο το συνολικό πακέτο των διαπραγματεύσεων, και του οποίου τα αποτελέσματα δεν ανακοινώνονται επίσημα. Ο μηχανισμός επιστροφών μέσω Claw Back είναι μια λύση με οικονομικούς όρους, που όμως δεν διασφαλίζει τη συνέχιση της  επάρκειας φαρμάκων σε όλες τις θεραπευτικές κατηγορίες. Είναι μια λύση ανάγκης, που επιβεβαιώνει την αδυναμία του κράτους να κάνει σωστές συμφωνίες, να τις τηρεί και να ελέγχει την εφαρμογή τους.

.

Σήμερα ο ΕΟΠΥΥ θα πρέπει να προχωρήσει άμεσα σε συμφωνίες με τη βιομηχανία στο πλαίσιο που προαναφέραμε, προκειμένου να διασφαλίσει επάρκεια και οικονομικό αποτέλεσμα. Αν δεν το κάνει, θα βρεθεί στην ανάγκη να πάρει «νευρικά» μέτρα και θα απευθυνθεί για μια ακόμη φορά στην κοινωνία (όπως αυτό της νέας αύξησης της συμμετοχής των ασφαλισμένων που πήρε πρόσφατα), μέτρα που είναι βέβαιο πως η κοινωνία δεν μπορεί να τα αποδεχθεί «ψύχραιμα».