Το Ηνωμένο Βασίλειο έκανε ένα άλμα στο κενό. Επειτα από δύο 10ετίες συστηματικής καλλιέργειας του ευρωσκεπτικισμού και αντιμετώπισης της Ευρωπαϊκής Ενωσης ως μιας απλής κοινής αγοράς, ο Ντ. Κάμερον αποδεικνύεται ο μοιραίος άνθρωπος. Η βρετανική οικονομία και η απασχόληση θα υποστούν ζημιά. Οι εξαγωγές της χώρας θα ταλαιπωρηθούν καθώς θα πρέπει να συναφθούν νέες εμπορικές συμφωνίες με την Ευρώπη και άλλες χώρες του κόσμου – οι σχετικές διαπραγματεύσεις συνήθως διαρκούν 5-7 χρόνια. Η χώρα και ειδικά το City ως χρηματοπιστωτικό κέντρο αποδυναμώνονται καθώς θα πάψουν να είναι πύλη ευρωπαϊκής εισόδου για την Κοινοπολιτεία και τρίτες χώρες. Και το Ηνωμένο Βασίλειο θα μείνει σκέτο βασίλειο, αφού επιθυμούν να φύγουν η Σκωτία ή/και η Β. Ιρλανδία.
Οι Βρετανοί πείστηκαν ότι, δήθεν, ευθυνόταν η Ευρωπαϊκή Ενωση για τη σκληρή καθημερινότητά τους. Οτι πληρώνουν δυσανάλογα για τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό – ενώ, μετά τις επιστροφές που είχε πετύχει η Μ. Θάτσερ, η οικονομία τους ήταν 3η σε μέγεθος και μόνο 8η σε επίπεδο εισφορών. Οτι η Ευρωπαϊκή Ενωση θα τους φέρει προσφυγικά κύματα που θα πλήξουν το κοινωνικό κράτος – ενώ η Βρετανία είναι εκτός Σένγκεν. Αποφάσισαν να εγκαταλείψουν το κοινό ευρωπαϊκό σπίτι, την Ενωση, την ευρωπαϊκή άμυνα στην άναρχη παγκοσμιοποίηση και να γίνουν «ανεξάρτητο» έρμαιο των δυνάμεων της τελευταίας. Κάτι σαν «σύνδρομο της Στοκχόλμης» μοιάζει…
Οπως συνήθως συμβαίνει, όλοι βλέπουμε στο αποτέλεσμα μια «δικαίωση». Ο ακροδεξιός Φάρατζ, τη δικαίωση των «τίμιων και αληθινών» Βρετανών, όπως και ο Ντ. Τραμπ («οι Βρετανοί πήραν πίσω τη χώρα τους»). Ο ακροδεξιός Ούγγρος πρωθυπουργός Β. Ορμπαν είδε τη δικαίωσή του, ως τον διώκτη προσφύγων. Αλλοι θα δουν τη δικαίωση της (σωστής…) κριτικής στην Ευρώπη των αγκυλώσεων του «ορθο-λιμπεραλισμού» και της λιτότητας. Τέλος, άλλοι αναλογίζονται ότι δικαιώθηκε ο Σαρλ ντε Γκωλ όταν φώναζε να μείνει η Βρετανία έξω από την ΕΟΚ ή, αν τελικά γίνει αποδεκτή, να μπει «ξεβράκωτη» – χωρίς καμία ειδική μεταχείριση. Αλλά πέραν της όποιας δικαίωσης όποιων, το θέμα είναι πώς διαμορφώνεται η κατάσταση. Μεταξύ πολλών αγνώστων, τρία λιγότερο άγνωστα:
(α) Γίνεται η Ευρώπη απολύτως γερμανική; Παρότι ενισχύεται η θέση της Γερμανίας, μια τέτοια εξέλιξη κάθε άλλο παρά αυτονόητη θα ήταν. Εφόσον υπάρχει βούληση, τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη θα είναι σε θέση να πιέσουν αποτελεσματικά τη Γερμανία στην κατεύθυνση ουσιαστικής μεταρρύθμισης, ώστε η βρετανική κρίση να αποδειχθεί ευκαιρία για ενδυνάμωση της Ευρωζώνης. Η οποία είτε θα μεταρρυθμιστεί (με όλους μέσα…) είτε θα διαλυθεί σε μια επόμενη φάση. Η διάλυση θα είναι καταστροφική (και) για τη Γερμανία – ίσως, για αυτήν περισσότερο από τις άλλες χώρες.
(β) Αν η Ευρωζώνη αποφασίσει να αλλάξει για να επιβιώσει (θέμα πάνω στο οποίο άρχισαν ήδη να διασταυρώνονται τα ξίφη σε όλη τη Γηραιά Ηπειρο), δεν πρόκειται να το κάνει ευθέως και γρήγορα. Η Γαλλία έχει εκλογές τον Απρίλιο, η Γερμανία τον Σεπτέμβριο του 2017. Με δεδομένο το μούδιασμα από τον φόβο της Ακροδεξιάς (Λεπέν) και τον γνωστό διάχυτο συντηρητισμό του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος, θα χρειαζόταν μεγάλη τόλμη για να βάλεις στοίχημα υπέρ μιας αναγεννητικής επανεκκίνησης της Ευρωζώνης πριν από εκείνες τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις…
(γ) Προφανώς η δυναμική των πραγμάτων δεν επιτρέπει πολλές προβλέψεις ακριβείας. Οι αγορές από προχθές τιμολογούν (όπως έδειξαν χρηματιστήρια, νομίσματα, spreads…) τις νέες αβεβαιότητες και, ειδικά, τον «κίνδυνο μόλυνσης». Που είναι, πράγματι, μεγάλος.
Σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες ενισχύονται τα αιτήματα διεξαγωγής δημοψηφισμάτων για την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Στην Ιταλία θα γίνει το πρώτο, αν ο Μ. Ρέντσι (παρά τις προσπάθειές του…) δεν αποφύγει να υλοποιήσει τη δέσμευσή του, να κάνει δημοψήφισμα για τη συνταγματική αναθεώρηση. Ολα δείχνουν ότι θα εισπράξει ένα ηχηρό «όχι», που θα επιταχύνει τις εξελίξεις υπέρ του αντιευρωπαϊστή Μπ. Γκρίλο. Στην Ισπανία, σήμερα διεξάγονται εκλογές (δεύτερη φορά μέσα σε ένα 6μηνο…) σε ατμόσφαιρα φορτισμένη από το Brexit, με την αβεβαιότητα να κορυφώνεται. Και η Βουλή της Πορτογαλίας προθερμαίνεται για να αποφασίσει ότι δεν θα συμμορφωθεί με το Σύμφωνο Σταθερότητας – και να οδηγηθεί σε μετωπική σύγκρουση με τις Βρυξέλλες.
Στην Ελλάδα, ευτυχώς, προλάβαμε να κλείσουμε την αξιολόγηση και θα πάρουμε την αναγκαία χρηματοδότηση. Και (πώς έρχονται τα πράγματα στην Ιστορία!..) τα capital controls, αντικειμενικά, μας προστατεύουν από κινδύνους της αναταραχής βραχυπρόθεσμα. Τούτων δοθέντων, πρέπει να βιαστούμε. Αμεσα να υλοποιήσουμε, χωρίς χρονοτριβή, όλες τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί. Και να επικεντρωθούμε στην παραγωγή βιώσιμων θέσεων εργασίας, κάνοντας ό,τι πρέπει γι’ αυτό. Πολύ περισσότερο που η αναταραχή θα καταστήσει πιο διστακτικούς τους (έτσι κι αλλιώς, ελάχιστους…) υποψήφιους επενδυτές, ενώ το Βrexit, σε συνδυασμό με τις ανησυχητικές εξελίξεις στον ευρωπαϊκό Νότο, είναι βέβαιο ότι θα κάνει πιο ανελαστικούς τους δανειστές μας.