Ευρωπαϊκές ανισορροπίες

Χρίστος Αλεξόπουλος 21 Ιαν 2018

Ο πρόεδρος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας Martin Schulz σε ομιλία του στο πρόσφατο συνέδριο του κόμματος στο Βερολίνο (τον Δεκέμβριο 2017) τόνισε εμφατικά την ανάγκη μετεξέλιξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε Ηνωμένες Πολιτείες Ευρώπης μέχρι το 2025. Όποια χώρα μάλιστα δεν θα αποδεχόταν αυτή την προοπτική, θα έπρεπε να αποχωρήσει από το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.

Επεσήμανε επίσης, ότι «η ήπειρος μας δεν μπορεί να αντέξει άλλα τέσσερα χρόνια με γερμανική πολιτική τύπου Wolfgang Schauble» και ολοκλήρωσε με την διαπίστωση, ότι «η Ευρώπη αποτελεί την εγγύηση για την ασφάλεια των κοινωνιών», που την συνθέτουν.

Από την Γαλλία ο Emmanuel Macron πιέζει για την πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων (όπως η θεσμοθέτηση ευρωπαίου υπουργού οικονομικών, κοινή πολιτική ασφάλειας κ.λ.π.), οι οποίες θα προωθήσουν την ευρωπαϊκή ενοποίηση, όπως την εννοεί ο ίδιος.

 

Στην αντίπερα όχθη του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι διαπιστώνεται η σταδιακή ενδυνάμωση εθνικιστικών απόψεων, οι οποίες εκφράζονται και στο επίπεδο διακυβέρνησης ορισμένων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αρκεί να αναφερθούν οι κυβερνήσεις της Αυστρίας, της Πολωνίας και της Ουγγαρίας για να γίνει εμφανής ο κίνδυνος, που απειλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ιδιαιτέρως για την Πολωνία πρέπει να επισημανθεί ο κίνδυνος κατάλυσης του κράτους δικαίου μετά την παρέμβαση της πολωνικής κυβέρνησης στη Δικαιοσύνη ως θεσμό.

Είναι δε αξιοσημείωτες οι εξελίξεις στην Γερμανία με την ισχυρή εκπροσώπηση του κόμματος Alternative fur Deutschland στην γερμανική Βουλή, αλλά και στη Γαλλία με τις διεργασίες, που γίνονται στο Συντηρητικό Κόμμα και την ύπαρξη του εθνικιστικού ακροδεξιού Front National, στο οποίο αυτή την περίοδο κυριαρχούν οι εσωτερικές αντιθέσεις και αντιπαραθέσεις.

Στο κοινωνικό πεδίο δεν υπάρχουν προβλήματα μόνο στις χώρες, που αντιμετωπίζουν οικονομική κρίση, όπως είναι η Ελλάδα, στην οποία φτωχοποιείται ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας. Ακόμη και σε ευρωπαϊκές χώρες με ακμάζουσες οικονομίες και θετικές προβλέψεις για την αναπτυξιακή τους πορεία το 2018, όπως είναι η Γερμανία, παρατηρούνται αρνητικές εξελίξεις στον εργασιακό τομέα, οι οποίες σταδιακά οδηγούν στην ανασφάλεια και στην φτωχοποίηση.

Για παράδειγμα σύμφωνα με το Statistisches Bundesamt (Στατιστική Υπηρεσία της Γερμανίας) το 2016 οι απασχολούμενοι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου ήταν 2,8 εκατομ., δηλαδή 1 εκατομ. περισσότεροι σε σύγκριση με μια 20ετία νωρίτερα. Οι περισσότεροι δε από αυτούς είναι νέοι ηλικίας 25 έως 34 ετών.

Ενώ από το ένα μέρος σταδιακά φτωχοποιούνται οι κοινωνίες γενικότερα και όχι μόνο στην Ευρώπη, σύμφωνα με το αμερικανικό πρακτορείο ειδήσεων Bloomberg οι πιο πλούσιοι του πλανήτη το 2017 αύξησαν την περιουσία τους κατά 23%, δηλαδή 4 φορές περισσότερο από το 2016. Σημειώνεται δε, ότι κάθε ημέρα αυξανόταν η περιουσία των 500 πιο πλούσιων κατά 2,7 δισεκατ. δολάρια (περίπου 2,3 δισεκατ. ευρώ).

Είναι εμφανές, ότι το ισχύον μοντέλο κοινωνικής λειτουργίας και οργάνωσης παράγει μεγάλες κοινωνικές ανισότητες, οι οποίες υποσκάπτουν την συνοχή των κοινωνιών και ταυτοχρόνως πριμοδοτούν τις λογικές της εθνικής εσωστρέφειας.

Συμπληρωματικά σε αυτούς τους αρνητικούς παράγοντες για την πορεία της Ευρώπης προς την ολοκλήρωση του εγχειρήματος λειτουργεί η πραγματικότητα σε πολιτικό και πολιτισμικό επίπεδο, με αποτέλεσμα την κορύφωση των ανισορροπιών.

Κατ` αρχήν το πολιτικό σύστημα έχει εθνικό προσανατολισμό και νομιμοποίηση. Κόμματα και πολιτικό προσωπικό ομνύουν στην προοπτική της δημιουργίας του ευρωπαϊκού μορφώματος, αλλά στην «εφαρμογή» του «όρκου» βασίζονται στην προώθηση του «εθνικού συμφέροντος». Δηλαδή αυτού, που αναπαράγει τις ήδη  υπάρχουσες σε εθνικό επίπεδο συστημικές ισορροπίες.

Γι’ αυτό και στο επικοινωνιακό πεδίο η νομιμοποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής στηρίζεται σε εθνικά κριτήρια. Ειδάλλως στις επόμενες εκλογές θα απειληθεί η πολιτική τους επιρροή και αποδοχή.

Αυτή η οπτική μετατρέπει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε «λάφυρο», το οποίο χρησιμοποιείται από τις ισχυρές οικονομικά χώρες για την πριμοδότηση της αναπτυξιακής τροχιάς με θετικό πρόσημο (π.χ. Γερμανία και γενικότερα ο ανεπτυγμένος ευρωπαϊκός Βορράς). Οι αδύναμες οικονομικά χώρες προσβλέπουν στις «επιχορηγήσεις», οι οποίες μάλιστα δεν αξιοποιούνται με αναπτυξιακή λογική, αλλά ενισχύουν το κατεστημένο.

Με αυτά τα δεδομένα είναι ερμηνεύσιμο, γιατί τα ευρωπαϊκά κόμματα, στα οποία συμμετέχουν τα εθνικών ορίων κόμματα με κοινό «ιδεολογικό» προσανατολισμό, προσφέρονται για περιοδικές συναντήσεις, οι οποίες δεν προάγουν την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και το ευρωπαϊκό συμφέρον με την ένταξη σε αυτό του εθνικού συμφέροντος. Κρίνοντας από το αποτέλεσμα το ενδιαφέρον εξαντλείται στην προώθηση πολιτικών, που αναπαράγουν το ισχύον μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης με τις μεγάλες ανισότητες και έχουν ως επίπτωση την απομάκρυνση των κοινωνιών από την προοπτική της διαμόρφωσης ευρωπαϊκής συνείδησης και ταυτότητας.

Προς αυτή την κατεύθυνση οδηγούν, μέχρι τώρα τουλάχιστον και οι πολιτισμικές διεργασίες σε ευρωπαϊκό και γενικότερα σε πλανητικό επίπεδο, οι οποίες δημιουργούν τις προϋποθέσεις για φθίνουσα πορεία της πολιτισμικής ταυτότητας των επιμέρους κοινωνιών.

Η κουλτούρα αποκτά καθαρά καταναλωτικά χαρακτηριστικά, ενώ σταδιακά χάνει την σύνδεση της με την ιστορική διαδρομή της κοινωνίας, χωρίς επίσης να αποτελεί μεταξέλιξη της παράδοσης. Το πολύ αρνητικό είναι, ότι τα ευρωπαϊκά κράτη και η γραφειοκρατία των Βρυξελλών πριμοδοτούν αυτή την κατεύθυνση με την πολιτική τους στον τομέα του πολιτισμού.

Επενδύονται μεγάλα ποσά στην διοργάνωση επιδερμικών «τουριστικού τύπου» εκδηλώσεων και στην υλοποίηση προγραμμάτων ανταλλαγών, τα οποία οριοθετούν και ελέγχουν ως προς το περιεχόμενο τους. Δεν προωθούν την δημιουργία κοινωνικών δομών ευρωπαϊκών διαστάσεων και ανάλογου περιεχομένου, οι οποίες θα συμβάλλουν στην οικοδόμηση ευρωπαϊκής συνείδησης και ταυτότητας.

Γι’ αυτό είναι ερμηνεύσιμο φαινόμενο, ότι σε συνθήκες ανασφάλειας και ρευστότητας (π.χ. μαζική μετακίνηση πληθυσμών, περιφερειακές συγκρούσεις και διεκδικήσεις κ.λ.π.), όπως είναι αυτή την περίοδο της κρίσης όχι μόνο σε ευρωπαϊκό αλλά και σε πλανητικό επίπεδο, επανέρχεται η στροφή στον εθνικισμό χωρίς σύγχρονη αναφορά και προοπτική για τις κοινωνίες.

Με την αξιοποίηση μάλιστα των εξαιρετικά μεγάλων δυνατοτήτων της ψηφιακής τεχνολογίας στον επικοινωνιακό τομέα και την παγκοσμιοποιημένη οικονομία προωθείται μαζικά ο καταναλωτισμός ως κυρίαρχη αξία, η οποία εγγυάται την ατομική ευημερία και προσδίδει νόημα στην ανθρώπινη οντότητα.

Σιγά σιγά χάνεται η πολυπολιτισμικότητα, χωρίς να εμπιστεύονται οι πολίτες την ευρωπαϊκή προοπτική. Οπότε δεν είναι εφικτή η διαπολιτισμική ανταλλαγή και προσέγγιση.

Υποκαθίσταται από την καταναλωτική κουλτούρα και την μαζοποίηση των κοινωνιών.

Με κυρίαρχες αυτές τις ανισορροπίες στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα ηχούν τουλάχιστον περίεργα προτάσεις, όπως αυτή του Martin Schulz για την δημιουργία των Ηνωμένων Πολιτειών Ευρώπης ή του Emmanuel Macron για την θεσμοθέτηση ευρωπαίου υπουργού Οικονομικών, όταν τα κράτη-μέλη δεν επεξεργάζονται και δεν πραγματώνουν πολιτικές, οι οποίες θα δημιουργήσουν τις δομικές προϋποθέσεις για την ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Σε αυτό τον τομέα πρέπει να δοθεί το βάρος της ευρωπαϊκής πολιτικής.

Επείγει να αποκατασταθούν λειτουργικές ισορροπίες μεταξύ της εκπλήρωσης των προϋποθέσεων για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και των πολιτικών πραγμάτωσης της. Μόνο έτσι θα ξεπερασθούν οι αντιφάσεις της σύγχρονης ευρωπαϊκής πραγματικότητας, όπως είναι οι διαφορετικές προσεγγίσεις του προσφυγικού από τα κράτη-μέλη παρά την, υποτίθεται , κοινή και με ευρωπαϊκή λογική διαχείριση του.

Ειδάλλως η αλληλεγγύη μεταξύ των ευρωπαϊκών κοινωνιών και το ευρωπαϊκό κοινωνικό συμφέρον θα παραμένουν εσαεί επικοινωνιακού χαρακτήρα στόχοι χωρίς πραγματικό αντίκρυσμα.