Τα διεθνή ειδησεογραφικά δίκτυα μετέδιδαν έναν καταιγισμό ειδήσεων σχετικά με τις διεργασίες για τη συνολική λύση του ελληνικού προβλήματος, όταν πρώτα το Reuters σημείωσε στο τηλεγράφημά του ότι έχει ανοίξει και πάλι στην Ελλάδα ένας κύκλος πολιτικής αστάθειας. Τα νέα έφτασαν γρήγορα από τη μια άκρη του κόσμου ως την άλλη: Η Δημοκρατική Αριστερά, ένας από τους τρεις κυβερνητικούς εταίρους, προαναγγέλλει καταψήφιση του “πακέτου”, δηλαδή των όρων εκταμίευσης της επόμενης δόσης. Η βλάβη που έχει υποστεί η αξιοπιστία της κυβέρνησης, είναι ήδη εξαιρετικά σοβαρή και η συζήτηση για το αν είναι ιάσιμη η ελληνική περίπτωση, τείνει να γίνει μη αναστρέψιμη.
Ο Φώτης Κουβέλης δεν μπόρεσε να αντέξει την κατάργηση του επιδόματος γάμου για τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα και της επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων (να ισχύουν δηλαδή και έναντι των εργοδοτών που δεν τις υπογράφουν). Μπορεί ένα κόμμα της αριστεράς να υπογράψει την ακύρωση του εργατικού δικαίου στο σύνολό του; Είναι πραγματικά βασανιστικό το ερώτημα, μόνο που είναι και βαθιά προσχηματικό. Γιατί η Δημοκρατική Αριστερά, πριν φτάσει στο βέτο για τα εργασιακά, είχε αποδεχθεί χωρίς καυτά δάκρυα, ρυθμίσεις που θα εξουθενώσουν μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας και οι οποίες είναι εξωφρενικά άδικες, αναποτελεσματικές, ανυπόφορες και σίγουρα απολύτως ξένες προς τον αξιακό κώδικα οποιασδήποτε Αριστεράς, κυβερνώσας ή διαμαρτυρόμενης. Ειδικότερα:
-Τα τρία κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνηση επέλεξαν την περικοπή όλων των συντάξεων από τα χίλια ευρώ και πάνω για να μη βάλουν πλαφόν στις υψηλές συντάξεις, να μην καταργήσουν τις διπλές και τριπλές συντάξεις (ανάμεσα στις οποίες και εκείνες των βουλευτών), για να μην αγγίξουν τις πρόωρες συντάξεις που δόθηκαν με ρουσφετολογικούς όρους σε σαραντάρες και πενηντάρηδες, για να μην εξαφανίσουν ούτε καν τις αδιανόητες συντάξεις στις άγαμες θυγατέρες.
-Επέλεξαν επίσης την περικοπή όλων των μισθών στον στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα για να μην απολύσουν υπαλλήλους που προσλήφθηκαν την τελευταία δεκαετία εκτός διαδικασίας ΑΣΕΠ, δηλαδή με αδιαφανείς συναλλαγές.
-Συμφωνούν στην πράξη ότι ο εκπαιδευτικός και ο νοσοκομειακός γιατρός, πρέπει να αμείβονται λιγότερο από έναν υπάλληλο ΔΕΚΟ.
-Αποφάσισαν οριζόντιες παρεμβάσεις, επί δικαίων και αδίκων, για να μην κάνουν μια ουσιαστική κάθετη παρέμβαση και να μην κόψουν το ένα τρίτο του αντιπαραγωγικού, ανορθολογικού και σαδιστικού κράτους, το οποίο έχτισε ο δικομματισμός της μεταπολίτευσης. Άφησαν, με άλλα λόγια, άθικτες τις δομές του πελατειακού συστήματος, με την ελπίδα ότι, όταν αποκατασταθεί η δημοσιονομική ισορροπία, θα μπορέσουν να τις ενεργοποιήσουν.
-Προχωρούν σε υπερφορολόγηση μισθωτών και συνταξιούχων, εκδικούνται δηλαδή όσους δηλώνουν τα εισοδήματά τους, για να συγκαλύψουν τη μαζική φοροδιαφυγή των ελευθέρων επαγγελματιών και του μεγάλου κεφαλαίου, με την προσχηματική επίκληση της ανεπαρκούς λειτουργίας του φοροελεγκτικού μηχανισμού.
-Δρομολογούν τη διάλυση της δημόσιας υγείας και της δημόσιας παιδείας, για να μην πάρουν το δύσκολο δρόμο της πραγματικής εξυγίανσης που προϋποθέτει σύγκρουση με συμφέροντα και ισχυρές επαγγελματικές ομάδες. Οι έχοντες θα ζουν περισσότερο και τα παιδιά τους θα κάνουν καλύτερες σπουδές, για να μην εκλείψει το όργιο γύρω από τη φαρμακευτική δαπάνη και τις πολυτελείς πρυτανικές τουαλέτες.
-Δεν επείγονται για την εισαγωγή της έννοιας της αξιολόγησης στη δημόσια σφαίρα, γιατί δεν τους ενδιαφέρει να επιβραβευτούν και να ενθαρρυνθούν οι καλύτεροι, παρά μόνο να διατηρηθεί ο ψηφοθηρικός κώδικας επικοινωνίας. Με το ίδιο σκεπτικό, δεν επείγονται για την τιμωρία των επίορκων, που και αυτοί είναι χρήσιμοι την ώρα της κάλπης. Πόσο μάλλον, δεν αγωνιούν για την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, αφού αυτή και αν είναι χρήσιμη για τη συντήρηση της συντεχνιακής νομενκλατούρας.
-Εμφανίζονται να αγωνιούν για την τύχη των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα που έχουν πληρώσει το μάρμαρο της ανεργίας. Όμως, δεν έχουν κάνει ούτε μία φιλική κίνηση προς την επιχειρηματικότητα, σε ό,τι αφορά στη φορολόγηση και τις ρυθμίσεις οφειλών προς το Δημόσιο, την ώρα που υγιείς εταιρείες καταστρέφονται επειδή το κράτος-μπαταχτσής δεν ξεπληρώνει τα χρέη του.
Δεδομένου ότι ο Φώτης Κουβέλης πρωταγωνίστησε στη δημιουργία αυτού του “πακέτου”, ενώ αντίθετα οι αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές που συμπεριλαμβάνονται, επιβλήθηκαν από την τρόικα, δύσκολα μπορεί να κατανοήσει κανείς την όψιμη και επιλεκτική ευαισθησία του σε σχέση με τα εργασιακά του ιδιωτικού τομέα. Λόγω του ξαφνικού συνειδησιακού του ξεσπάσματος, η εθνική εκκρεμότητα παρατείνεται και αυτό από μόνο του λειτουργεί διαλυτικά. Εάν η δόση είχε εκταμιευθεί το καλοκαίρι, εάν δηλαδή οι τρεις πολιτικοί αρχηγοί είχαν την υπευθυνότητα να προχωρήσουν ταχύτερα, η εικόνα σήμερα θα ήταν εντελώς διαφορετική. Γιατί, πράγματι, συζητείται η επιμήκυνση, ένα τρίτο πακέτο στήριξης, αναδιάρθρωση του χρέους με συμμετοχή του δημόσιου τομέα, μείωση επιτοκίων των δανείων, καθυστέρηση ωριμάνσεων, μετάθεση του στόχου για χρέος 120% επί του ΑΕΠ από το 2020 στο 2022, συζητούνται σχεδόν τα πάντα για μια τελική λύση, που όμως δεν θα είναι αρκετά όσο ο κάθε πολιτικός αρχηγός που τον σήκωσε το κύμα, κοιμάται με το άγχος των δημοσκοπήσεων και ξυπνάει με την αγωνία της εκλογικής μαγειρικής.
Μια καλύτερη κυβέρνηση θα είχε καταλήξει σε ένα ορθολογικότερο, δικαιότερο και αποτελεσματικότερο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, θα είχε ήδη δρομολογήσει ένα εθνικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης, θα έδειχνε μεταρρυθμιστική δυναμική. Και θα είχε την ευαισθησία να προστατεύσει τους οικονομικά ασθενέστερους και να σεβαστεί τους έντιμους φορολογούμενους, κυνηγώντας το μαύρο χρήμα που βρίσκεται παντού και πουθενά.
Η συγκεκριμένη κυβέρνηση αυτά μπορεί, αυτά ξέρει, αυτά έκανε. Τουλάχιστον, ας μην καθυστερήσει άλλο προβάροντας στην κουίντα τη φούστα μίας ακόμη εθνικής σωτηρίας.