Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το κλίμα για την Ελλάδα βελτιώθηκε σημαντικά το τελευταίο διάστημα και ασφαλώς δεν έχει καμιά σχέση με την γκρίζα ατμόσφαιρα που ζήσαμε πριν από ένα χρόνο.
Το δείχνουν μια σειρά από θετικές εξελίξεις, όπως είναι η στάση και οι δηλώσεις των διαφόρων ξένων παραγόντων, οι αναβαθμίσεις της χώρας και των τραπεζών από τους οίκους αξιολόγησης, η ραγδαία πτώση των spreads, το ράλι στο χρηματιστήριο κυρίως λόγω της επανάκαμψης των ξένων, η επάνοδος των καταθέσεων, το διεθνές επενδυτικό ενδιαφέρον μιας σειράς κρατών και πολυεθνικών στους κλάδους των υποδομών, αλλά και των κεφαλαιουχικών και καταναλωτικών αγαθών (και όχι μόνο για τις ιδιωτικοποιήσεις και παραχωρήσεις, τις οποίες αρέσκεται να απομονώνει η αντιπολίτευση, για να «παίζει» ομόφωνα το σλόγκαν του «ξεπουλήματος»).
Και επιπλέον, το στρατηγικό ενδιαφέρον χωρών όπως η Κίνα και η Ρωσία για κρίσιμους τομείς όπου μπορούν να υπάρξουν αμοιβαία επωφελείς συμφωνίες, σε λογική win-win (άσχετα αν και εδώ η αντιπολίτευση ωρύεται ότι «ξεπουλιόμαστε» όταν συζητάμε με τις χώρες αυτές για επενδύσεις, αλλά τις θέλει ως δανειστές για να απαλλαγούμε από το μνημόνιο, συνεχίζοντας το μοντέλο της οικονομίας των δανεικών, κάτι που δεν περπατάει εντός ΕΕ, αλλά δεν το θέλουν ούτε οι χώρες αυτές, όπως αποδείχτηκε με την Κύπρο).
Όλα τα θετικά μηνύματα βέβαια είναι εξωτερικής προέλευσης και παρά το γεγονός ότι οι εσωτερικές εξελίξεις, τόσο στα δημοσιονομικά, όσο κυρίως, στην πραγματική οικονομία και στην κοινωνία, δεν έχουν εξαλείψει την αβεβαιότητα και δεν έχουν ακόμη οδηγήσει σε ορατά αποτελέσματα για το ξεπέρασμα της ύφεσης και των συνεπειών της στα εισοδήματα και την απασχόληση.
Οι διαρθρωτικές αλλαγές που θα εξαλείψουν τις στρεβλώσεις, αγκομαχούν, και οι μεταρρυθμίσεις που θα δημιουργούσαν ένα αποτελεσματικό και αξιόπιστο κράτος, είναι ακόμη μακριά. Διάφορες σκοπιμότητες και αδράνειες συντηρούν ένα αντιαναπτυξιακό και αντιεπενδυτικό περιβάλλον. Το αναπτυξιακό σχέδιο της χώρας, τώρα μόλις άρχισε να συζητείται, στο πλαίσιο της προετοιμασίας του νέου ΕΣΠΑ 2014-2020, αλλά υποτονικά και με μια διοίκηση καταπτοημένη μέσα στην ανασφάλεια και την αναξιοκρατία, ένα επιχειρηματικό τομέα εξουθενωμένο από την έλλειψη ρευστότητας, αλλά και καινοτόμων επενδυτικών πρωτοβουλιών, τους εργαζόμενους αντιμέτωπους με τις περικοπές και το φάσμα της απόλυσης, εκπροσωπούμενους από πρόσωπα με πρακτικές της εποχής της ντουντούκας, τους δε ανέργους χωρίς εκπροσώπηση.
Αν δεν κάνουμε πρόοδο σε όλα αυτά και μάλιστα γρήγορα, αξιοποιώντας την ευνοϊκή για την Ελλάδα διεθνή συγκυρία, είναι βέβαιο ότι το κλίμα θα ξαναχαλάσει – και φοβάμαι πολύ χειρότερα.