Πρώτιστο καθήκον της νέας κυβέρνησης θα πρέπει να είναι η προσπάθεια να ξανακερδηθεί η χαμένη αξιοπιστία της χώρας και αυτό όχι με λόγια, αλλά με έργα
1 Το πρώτο και μάλιστα ευχάριστο που αξίζει να εξαρθεί (μέσα στις τόσες δυσάρεστες έως παρ’ ολίγον τραγικές εξελίξεις) είναι ότι έχουμε, επιτέλους, μια κυβέρνηση που δεν είναι μονοκομματική, αλλά στηρίζεται στη συνεργασία τριών κομμάτων. Εγκαινιάζεται έτσι μια νέα εποχή στην πολιτική ζωή της χώρας, που σηματοδοτεί σημαντική πρόοδο για την εμβάθυνση της δημοκρατίας μας. Η δημοκρατία απαιτεί πνεύμα συνεργασίας, το οποίο φυσικά συνεπάγεται αμοιβαίες υποχωρήσεις και συγκλίσεις και περιορίζει αυταρχισμούς, αλαζονείες και δογματισμούς (ως συνέπεια μονοκομματικής άσκησης της εξουσίας), μέσω αμοιβαίας κατανόησης αλλά και αλληλοελέγχου των συνεργαζόμενων κομμάτων. Αναγκαίο, φυσικά, είναι στη νέα κυβέρνηση η συνεργασία των τριών κομμάτων να είναι ουσιαστική, με ανάληψη της συνευθύνης για την ασκούμενη πολιτική.
2 Πρώτιστο καθήκον της νέας κυβέρνησης θα πρέπει να είναι η προσπάθεια να ξανακερδηθεί η χαμένη αξιοπιστία της χώρας και αυτό όχι με λόγια, αλλά με έργα. Πρακτικά τούτο σημαίνει ότι η Ελλάδα πρέπει να δείξει πως σέβεται την υπογραφή της, πως ξέρει να τηρεί τις συμβατικές δεσμεύσεις της. Αλλωστε, όλοι οι ηγέτες των ευρωπαϊκών και άλλων χωρών, που παίρνουν θέση στο ελληνικό πρόβλημα, παρά τις διαφορές τους σε άλλα θέματα, συμφωνούν ότι βασική προϋπόθεση της οποιασδήποτε συνεργασίας και βοήθειας είναι η τήρηση των δεσμεύσεων αυτών από την Ελλάδα. Η βασική αυτή υποχρέωση έναντι των εταίρων μας δεν σημαίνει κανενός είδους ενδοτισμό, όπως αφρόνως συχνά λέγεται. Το αντίθετο, είναι το σωστό. Η τήρηση των νόμιμα ανειλημμένων υποχρεώσεών μας είναι στάση αξιοπρέπειας και ηθικής συμπεριφοράς, που πρέπει να χαρακτηρίζει κάθε υπερήφανο κράτος.
3 Τα παραπάνω δεν σημαίνουν, φυσικά, ότι δεν μπορεί η ελληνική κυβέρνηση να επιδιώξει επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου και της δανειακής σύμβασης και την αντικατάσταση ορισμένων όρων τους με άλλους πιο δίκαιους και λιγότερο επαχθείς για τους πολίτες, αλλά υπό δύο αυτονόητους όρους: Πρώτον, ο στόχος της δημοσιονομικής εξυγίανσης με εξάλειψη των πρωτογενών ελλειμμάτων (τα οποία είναι η πηγή του κακού) πρέπει να παραμείνει αμετακίνητος και, δεύτερον, η οποιαδήποτε αλλαγή θα πρέπει να επιδιωχθεί με συναινετικές μόνο διαδικασίες. Μονομερείς ενέργειες και πράξεις αυθαίρετης αποδέσμευσης, εκτός των άλλων, καταρρακώνουν ακόμη περισσότερο την αξιοπιστία της χώρας.
4 Αλλος βασικός στόχος της νέας κυβέρνησης θα πρέπει να είναι ο εξορθολογισμός του τρόπου λειτουργίας των υπηρεσιών του ευρύτερου δημόσιου τομέα, σε συνδυασμό με διαρθρωτικές αλλαγές, με ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών (κυρίως για την πάταξη της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς) και συγχρόνως η γενικότερη εγκατάλειψη της νοοτροπίας των πελατειακών σχέσεων και του συντεχνιακού πνεύματος, που κατατρύχουν από παλιά την ελληνική κοινωνία. Παράλληλα, θα πρέπει να καταργηθούν μη αναγκαίοι δημόσιοι ή δημοτικοί ή επιχορηγούμενοι από το κράτος ιδιωτικοί οργανισμοί, ιδρύματα, επιτροπές ή άλλοι παρόμοιοι φορείς – ή, τουλάχιστον, να περιοριστούν οι επιχορηγήσεις. Δεν μπορούμε να τα περιμένουμε όλα από το κράτος, δηλαδή από τον Ελληνα φορολογούμενο.
5 Την τελική ευθύνη για τη στήριξη της κυβερνητικής πολιτικής θα έχουν, φυσικά, οι βουλευτές των τριών κυβερνητικών κομμάτων, που έχουν τη μεγάλη ευθύνη ενώπιον της Ιστορίας να μην προτάσσουν το συμφέρον της επανεκλογής τους, όταν το συμφέρον της χώρας απαιτεί και κάποια δυσάρεστα μέτρα για τους ψηφοφόρους τους. Αλλωστε, αν εξηγηθούν επαρκώς τα δυσάρεστα, αλλά επωφελή και αναγκαία μέτρα, θα μπορούσε ενδεχομένως να αποφευχθεί ή να περιοριστεί και το όποιο πολιτικό κόστος. Αλλά και στον βαθμό που υπάρχει τέτοιο κόστος, ο πολιτικός (βουλευτής ή υπουργός) οφείλει να το αναλαμβάνει, αν τούτο είναι προς το συμφέρον της χώρας, στην εξυπηρέτηση του οποίου είναι ταγμένος. Η Ιστορία τελικά θα τον δικαιώσει. Εξάλλου, αν χρειαστεί να τελειώσει η θητεία του, για τη δημοκρατία θα είναι κέρδος η εναλλαγή προσώπων στην άσκηση εξουσίας. Η πολιτική δεν πρέπει να γίνεται επάγγελμα.
6 Η ανομία, η χρήση βίας και η ατιμωρησία που μαστίζουν την κοινωνία μας και παράλληλα η ανοχή αυτών των φαινομένων από τις αρμόδιες αρχές διαλύουν σε μεγάλο βαθμό τη ζωή, ιδίως στην Αθήνα, ενώ συγχρόνως αμαυρώνουν την εικόνα της χώρας, με όλες τις περαιτέρω αρνητικές συνέπειες. Η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να αντιμετωπίσει αποφασιστικά το φαινόμενο και, έχοντας ευρεία δημοκρατική νομιμοποίηση, δεν πρέπει να φοβηθεί αντιδράσεις κομμάτων της μειοψηφίας και πολύ λιγότερο εξωκοινοβουλευτικών δυνάμεων ή συνδικαλιστών ή συντεχνιών, όταν οι αντιδράσεις αυτές κινούνται εκτός νομιμότητας. Η κοινωνία, που κατά το πολύ μεγαλύτερο μέρος της υποφέρει από την ανομία, θα είναι μαζί της στην προσπάθεια επιβολής του νόμου. Εννοείται ότι η ατομική ή μαζική έκφραση διαμαρτυρίας -ή όποιες άλλες εκδηλώσεις πολιτών κατά την άσκηση των συνταγματικών τους δικαιωμάτων- θα παραμένει ελεύθερη και ανεμπόδιστη, αρκεί να εκδηλώνεται νόμιμα.
Ο Μιχάλης Σταθόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών