Ευκαιρία για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις

Γιάννης Λασκαράκης 20 Μαρ 2022

Ο πόλεμος στην Ουκρανία ανέτρεψε υφιστάμενες  ισορροπίες και δημιούργησε νέες προοπτικές,  νέους προσανατολισμούς και νέες προσεγγίσεις των ενδιαφερομένων παιχτών στη  διεθνή σκακιέρα της περιοχής.    

Η απροσχημάτιστη και πρωτόγνωρη σε βιαιότητα  επέμβαση του Πούτιν στην Ουκρανία αποκάλυψε τους στρατηγικούς  σχεδιασμούς της Ρωσίας του Πούτιν με αντικειμενικό σκοπό την επανίδρυση μιας ζώνης επιρροής σε κράτη της πρώην ΕΣΣΔ, που θα εξυπηρετούν την αποκατάσταση ενός πόλου ισχύος απέναντι στη δυτική συνεργασία (ΝΑΤΟ και Ε.Ε.). Συνεργασία που υλοποιείται σε δύο επίπεδα:  Την ενίσχυση της στρατιωτικής ισχύος  του ΝΑΤΟ στην ανατολική Ευρώπη και την οικονομική και πολιτική επέκταση της ευρωπαϊκής Ένωσης στην ίδια περιοχή.  

Ο διαφαινόμενος έλεγχος της Ρωσίας επί της  μεγάλης ακτογραμμής  της Ουκρανίας ανατρέπει το στάτους κβό στον Εύξεινο Πόντο και δημιουργεί  γεωπολιτικές  ανακατατάξεις που ευνοούν την κυριαρχία της Ρωσίας στην Μαύρη Θάλασσα , κάτι που ενοχλεί ιδιαιτέρως την Τουρκία.

Παράλληλα η ρήξη μεταξύ ΝΑΤΟ  και Ρωσίας ακυρώνει σε μεγάλο βαθμό την αυτονομία της Τουρκίας απέναντι στη Δύση. Δεν είναι εύκολο πλέον να  διατηρεί ίσες αποστάσεις μεταξύ Δύσης και Ρωσίας ούτε να   προμηθεύεται  οπλικά  συστήματα από τη Μόσχα. Μόνον ο ρόλος του διαμεσολαβητή της απέμεινε, με την ανοχή βέβαια του ΝΑΤΟ και της ΕΕ και με την αυτονόητη προϋπόθεση  ότι θα εξυπηρετεί την ειρήνη στην περιοχή σε συνδυασμό με τα γεωπολιτικά συμφέροντα των χωρών της δυτικής συνεργασίας.   Τοιουτοτρόπως  αναβαθμίζεται   ο  ρόλος της   Τουρκίας ως περιφερειακής δύναμης  στο χώρο της Μέσης Ανατολής. Αυτό όμως   ικανοποιεί και  μία  αδήριτη  ανάγκη της Ευρώπης:   Την περιχαράκωση της Δύσης απέναντι στις ανεξέλεγκτες προσφυγικές ροές και στον εξ ανατολών κίνδυνο του  ισλαμικού φονταμενταλισμού . Μέχρι εκεί όμως. 

Η βέβαια ένταξη της Ουκρανίας στην Ε.Ε. μετά τη λήξη του πολέμου, θα  επεκτείνει τη παρουσία της Ε.Ε. πέραν της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, στις ακτές του Εύξεινου Πόντου. Η εξέλιξη αυτή αφαιρεί  από την Τουρκία ένα προνομιακό πεδίο  πολιτικών , οικονομικών και εμπορικών συνεργασιών. Μια μεγάλη  γειτονική αγορά,  εύκολα προσβάσιμη για την διάθεση των  προϊόντων  της, θα υπόκειται πλέον στους κανόνες και στη δασμολογική πολιτική της Ε.Ε.  Δεν ήταν τυχαία η πρόσφατη  «παραπονιάρικη» διαμαρτυρία της Τουρκίας διότι προτιμάται η Ουκρανία αντί αυτής για πλήρες μέλος και μάλιστα με κατ’ εξαίρεση διαδικασίες. 

Η  ενεργειακή κρίση που ξέσπασε λόγω της εξάρτησης της Ευρώπης από τις ενεργειακές πηγές της Ρωσίας θέτει επί τάπητος την μακροπρόθεσμη ανάγκη απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, αλλά και την άμεση εξεύρεση άλλων συμβατικών ενεργειακών πόρων  και νέων ασφαλών οδεύσεων των αγωγών μεταφοράς τους.  Η Τουρκία προβάλλει και στον τομέα των αγωγών ως μοναδική συμφέρουσα λύση. Η διέλευση μέσω του εδάφους της των κοιτασμάτων της Υπερκαυκασίας και  της Ανατολικής Μεσογείου υπερτερεί έναντι όλων των άλλων λύσεων, είτε υποθαλασσίων είτε μέσω εδαφών ελεγχόμενων από τη Ρωσία. 

Όλα  αυτά πιστοποιούν ότι η στροφή της Τουρκίας προς τη Δύση είναι μονόδρομος. 

Μετά τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας και την δαπανηρή και αιματηρή εξέλιξη του πολέμου,  η χώρα του Πούτιν δεν παρέχει κανένα εχέγγυο ούτε στρατιωτικής ούτε οικονομικής ισχύος. Καμία συμμαχία μαζί της δεν παρέχει ασφάλεια. Ήδη αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της στους δανειστές της.  Επί πλέον η εισβολή στην Ουκρανία επανέφερε  στην ιστορική μνήμη των Τούρκων την αγριότητα των  Ρωσοτουρκικών  πολέμων. 

Το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε.  είναι τα πιο ασφαλή καταφύγια σε χαλεπούς καιρούς. Και δεν είναι η πρώτη φορά που το διαπιστώνει η Τουρκία. Ο Μουσταφά Κεμάλ το άφησε παρακαταθήκη στους επιγόνους του καταργώντας οτιδήποτε δε συμβάδιζε με τη Δύση. Από την ενδυμασία των Τούρκων μέχρι την αραβική γραφή και την ανάμιξη  των ιμάμηδων στο οικογενειακό δίκαιο. 

Ο αντίκτυπος αυτών των εξελίξεων στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι άμεσος και τον ζούμε ήδη.  Η συνάντηση Μητσοτάκη –Ερντογάν ήταν αυτονόητη εξέλιξη. Οι δύο χώρες δεν έχουν την πολυτέλεια να δημιουργούν προστριβές . Πήραν τα μαθήματά  τους από την Ρωσο-Ουκρανική κρίση. Η Ελλάδα κατάλαβε ότι εάν δεν λύσεις τα προβλήματα με διαπραγματεύσεις χωρίς μαξιμαλισμούς, η καταστροφή του πολέμου στον οποίο «ευελπιστούν»  διάφοροι ανεγκέφαλοι , θα κοστίσει πολλαπλάσια από μια συνδιαλλαγή στα πλαίσια αμοιβαίων υποχωρήσεων, χωρίς να θίγεται η εδαφική ακεραιότητα.  Η Τουρκία κατάλαβε επίσης ότι σε ένα πόλεμο σήμερα δεν υπάρχουν νικητές, διότι η χώρα που υφίσταται επίθεση αντιστέκεται και αντικαθιστά με το σθένος  την ενδεχόμενη υστέρηση σε προσωπικό και οπλικά συστήματα. 

Η ελληνική εξωτερική πολιτική θα πρέπει να απεγκλωβιστεί από το φόβο του πολιτικού κόστους των ειρηνικών επιλογών της και να τολμήσει μια νέα θεώρηση των πραγμάτων υπό το πρίσμα των νέων συνθηκών.  Η γειτνίασή μας με την Τουρκία και η μακροχρόνια συμβίωση  των λαών μας, μας  καθιστούν  προνομιακό της συνομιλητή  σε αυτή την αναγκαστική επιστροφή  της προς τη Δύση. Η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει την  γέφυρα και τον υποστηρικτή της Τουρκίας στο δρόμο προς την Ευρώπη.  Πάντα υποστήριζα ότι οι άξονες με τους «εχθρούς τους εχθρού μας»  δεν θα μας βγουν σε καλό, όπως αποδείχθηκε με την χάραξη της  τουρκολιβυκής  ΑΟΖ ,  χωρίς διεθνή νομιμότητα μεν , αλλά υπαρκτής. Χώρια βέβαια ότι αυτοί οι άξονες διαλύθηκαν στα εξ’ ων συνετέθησαν  μετά την προσέγγιση της Τουρκίας με τις ΗΠΑ, το Ισραήλ, την Αίγυπτο, την Αρμενία, τα ΗΑΕ , αλλά και τις χώρες της Ε.Ε. μηδέ της Γαλλίας εξαιρουμένης.

Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η επίλυση του  Κυπριακού, το ποίο  όσο παραμένει ανεπίλυτο, αποτελεί  πηγή  αναταραχής   λόγω των ενεργειακών κοιτασμάτων  και των αμφισβητούμενων , μονομερώς  χαραχθεισών  ΑΟΖ,  στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. 

Ας μη χαθεί λοιπόν αυτή η ευκαιρία για τη βελτίωση των σχέσεών μας με την Τουρκία. Κερδισμένες θα βγουν και οι δύο χώρες. Η Θράκη και τα νησιά μας θα πάψουν να είναι όμηροι των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Τα ΜΟΕ  (μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης) , τα αμοιβαία συμφέροντα  και οι συνεργασίες σε οικονομικά και τεχνικά ζητήματα, θα  είναι ο τα πρώτα βήματα . Η πολιτική και αμυντική συνεργασία στο πλαίσιο της ΕΕ και του ΝΑΤΟ  η  συνέχεια , παράλληλα με τη δέσμευση των δύο χωρών για προσφυγή στο διεθνές δικαστήριο  για τις διαφορές τους..

Εκατό χρόνια μετά την Μικρασιατική καταστροφή  ας διαβάσουμε και ας παραδειγματισθούμε από το σύμφωνο συνεργασίας και φιλίας Βενιζέλου- Κεμάλ  το 1930. Είναι όσο ποτέ επίκαιρο.