Λίγες μόνο ώρες μας χωρίζουν από την Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2015 οπότε και θα διεξαχθούν οι εθνικές εκλογές στη χώρα μας, 18 μήνες νωρίτερα από το προβλεπόμενο, καθώς η παρούσα Βουλή δεν κατάφερε να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Η αντιπολίτευση, η οποία ζητούσε σε κάθε ευκαιρία εδώ και καιρό τη διεξαγωγή τους, κατάφερε τελικά να τις προκαλέσει θεσμικά και με την πολύτιμη συμβολή των 16 ψήφων του νεοναζιστικού κόμματος της Χρυσής Αυγής καθώς η υποψηφιότητα του κυβερνητικού συνασπισμού (ΝΔ & ΠΑΣΟΚ) συγκέντρωσε 168 αντί των 180 ψήφων που χρειάζονταν στην 3η ψηφοφορία της 29ης Δεκεμβρίου 2014. Έτσι, οι έλληνες ψηφοφόροι θα προσέλθουν στις κάλπες για να εκλέξουν τους 300 εκπροσώπους τους στο Ελληνικό Κοινοβούλιο για 4η φορά μέσα σε 5 χρόνια.
Οι, ιστορικής σημασίας, προσεχείς εκλογές βρίσκουν την Ελλάδα υπό το καθεστώς της διαρκούς κρίσης του ευρώ η οποία απέχει, δυστυχώς, ακόμη αρκετά από το τέλος της. Κεντρικό θέμα είναι η κατάσταση της Οικονομίας και συγκεκριμένα η διαχείριση του Δημόσιου Χρέους και η εφαρμοζόμενη πολιτική της λιτότητας. Μετά από επίπονες προσπάθειες η χώρα πέτυχε να ισοσκελίσει επιτέλους τον προϋπολογισμό της, πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 2,7% του ΑΕΠ, προχώρησε σε δημοσιονομική προσαρμογή και μείωσε τους Δημόσιους Υπαλλήλους της από 900 χιλιάδες στα τέλη του 2009 σε 650 χιλιάδες στα τέλη του 2014. Εντούτοις, σήμερα, και ύστερα από μία πενταετή παραμονή στο αναγκαίο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, τα στατιστικά είναι ανατριχιαστικά: η χώρα έχει υποστεί μείωση 25% του ΑΕΠ αντίστοιχη με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, έχασε 1 εκ. θέσεις εργασίας, το χρέος της Κεντρικής Διοίκησης ανέρχεται σε 321,7 δισεκατομμύρια € (177% του ΑΕΠ), η ανεργία βρίσκεται στο 25,8%, και 1 στους 3 πολίτες ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας.
Η Ευρώπη βοήθησε την Ελλάδα, από το 2010, μέσω 240δισ.€ απευθείας βοήθειας, 115δισ.€ διαγραφής χρεών, 34δισ.€ αγοράς ελληνικών τίτλων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και με κάτι παραπάνω από φιλικούς όρους δανεισμού καθώς η μέση διάρκεια αποπληρωμής είναι τα 30 έτη και το μέσο επιτόκιο της τάξης του 0,83%. Την αναγκαία, για την επιβίωση του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, ρευστότητα παρέχει αποκλειστικά η ΕΚΤ. Επιπρόσθετα, έθεσε στη διάθεση της Ελληνικής Κυβέρνησης την Task Force for Greece ώστε να υποστηριχθεί και τεχνικά η μεταρρυθμιστική αυτή προσπάθεια. Το 2015 όμως δεν είναι 2012 ούτε 2010. Το Χρέος μας το 2010 ήταν 360δισ.€ και το κατείχαν κατά 85% Ιδιώτες Επενδυτές. Τώρα, το 75% του βρίσκεται στα χέρια Επίσημων Επενδυτών (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας, ΕΚΤ, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) και όχι στις αγορές. Αυτή τη φορά, η Ευρώπη είναι πλέον οχυρωμένη και καλύτερα προστατευμένη καθώς διαθέτει έναν ΕΜΣ, μία ΕΚΤ και μία τραπεζική ένωση.
Όπως όλα δείχνουν, ο ΣΥΡΙΖΑ θα κερδίσει την εκλογική αυτή αναμέτρηση με μία μικρή διαφορά (περίπου 3%) από τη ΝΔ δίχως, εντούτοις, να εξασφαλίσει την πολυπόθητη (;) αυτοδυναμία. Θα υποχρεωθεί έτσι, εκ των πραγμάτων, να αναζητήσει τουλάχιστον έναν κυβερνητικό εταίρο με τον οποίο θα πρέπει να βρουν μία μη αμφισβητούμενη κοινή βάση ελάχιστης συνεργασίας. Θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η στάση του ενός σημαντικού τμήματος του κόμματος όπως αυτό εκφράζεται από τον κ. Λαφαζάνη στο ενδεχόμενο συνεργασίας με ένα φιλοευρωπαϊκό κόμμα. Η ψευδαίσθηση πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα μεταμορφωθεί σε ένα σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα εξουσίας θα διαλυθεί σύντομα από το ίδιο το κόμμα καθώς αυτό αποτελεί γνήσιο προϊόν της κρίσης και η αύξηση της απήχησής του λογική συνέπεια μίας αυστηρής πολιτικής λιτότητας από μία άκαμπτη Τρόικα και ένα απρόθυμο να μεταρρυθμιστεί και να μεταρρυθμίσει, ελληνικό πολιτικό σύστημα. Στο ΣΥΡΙΖΑ ενώνονται τώρα από τον πανίσχυρο συνδετικό κρίκο της εξουσίας αλλά η πολυδιάσπαση και η αντιδικία δεν θα αργήσει να εμφανισθεί. Αναμφισβήτητα δεν είναι το ίδιο κόμμα με το 2009 (4,6%, 13 έδρες) και έχει κάνει μία μικρή στροφή προς τον ρεαλισμό. Υπόσχεται ακύρωση της πολιτικής της λιτότητας και επαναδιαπραγμάτευση του Χρέους. Στην πραγματικότητα όμως διαθέτει μικρό πεδίο πολιτικών ελιγμών και σίγουρα ανύπαρκτο για οποιαδήποτε επώδυνη ακροβασία. Έβαλε τον εαυτό του σε δύσκολη θέση διατυμπανίζοντας πως είναι υπέρ της κατάργησης του μνημονίου και ταυτόχρονα υπέρ τη παραμονής της χώρας στο κοινό νόμισμα.
Στη μάχη για την καθοριστική 3η θέση του ρυθμιστή βρίσκονται η Δημοκρατική Παράταξη, Το Ποτάμι, το ΚΚΕ και η ΧΑ. Μάχη όμως θα διεξαχθεί και για την είσοδο στη Βουλή (όριο του 3%) από τα κόμματα ΑΝΕΛ, ΚΙΔΗΣΟ, ΛΑΟΣ και ΔΗΜΑΡ.
Η καινούρια Κυβέρνηση που θα προκύψει θα πρέπει να διαπραγματευθεί στη βάση της δέσμευσης του Νοεμβρίου του 2012 από το Eurogroup με κοινό παρονομαστή τις απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές και τη διασφάλιση της Ευρωπαϊκής πορείας της χώρας μέσα στην Ευρωζώνη όπως άλλωστε επιθυμεί η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Βραχυπρόθεσμα, το καλοκαίρι του 2015 η Κυβέρνηση πρέπει να καλύψει υποχρεώσεις ύψους 6,7δισ.€. Μεσοπρόθεσμα και υποθέτοντας πως η χώρα παραμείνει στο πρόγραμμα, οι ανάγκες επιπλέον χρηματοδότησής της ανέρχονται σε 12δισ.€. Δεδομένου πως είναι αδύνατο το ΔΝΤ να προχωρήσει σε κούρεμα (δεν το έχει κάνει ποτέ από το 1945 έτος ιδρύσεώς του καθώς κάτι τέτοιο απαγορεύεται από το καταστατικό του) των 30δισ.€ που έχει λαμβάνειν από το Ελληνικό Κράτος και πως οι Ιδιώτες Επενδυτές έχουν υποστεί ήδη μία ελάφρυνση το 2012, μένει μόνη η Ευρωζώνη στη συζήτηση για κούρεμα. Τα βασικά εργαλεία ελάφρυνσης του Χρέους (επιμήκυνση αποπληρωμής, μείωση επιτοκίων, χρονική μετακύλιση αποπληρωμής τόκων) έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί και μεταθέτουν απλώς στο μέλλον το πρόβλημα.
Βίαιη ρύθμιση του Χρέους όπως επιθυμούν διακαώς ορισμένοι έλληνες πολιτικοί δεν πρόκειται να υπάρξει ποτέ διότι οι ευρωπαίοι ορθά επιθυμούν να κρατήσουν μοχλούς πίεσης προκειμένου να εφαρμοσθούν οι μεταρρυθμίσεις. Έτσι, λίγο-λίγο και με κάθε μεταρρύθμιση που γίνεται θα υπάρχει σταδιακή μείωση του χρέους.
Το ενδεχόμενο αποχώρησης της Ελλάδας από την Ευρωζώνη φαντάζει ακραίο και δεν είναι προς το συμφέρον κανενός. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρήσουμε όμως πως, παρόλο που μειώθηκε, ο βαθμός εξάρτησής μας από τους δανειστές μας εκμηδενίστηκε διότι επιτύχαμε πρωτογενές πλεόνασμα, κεκτημένο με τις θυσίες του ελληνικού λαού. Αυτό μπορεί τάχιστα να αποδειχθεί βραχύβιο σε περίπτωση αποχώρησης από το πρόγραμμα διάσωσης. Ας ελπίσουμε πως οι Ευρωπαίοι εταίροι μας θα προτιμήσουν περιορισμένες και συγκεκριμένες απώλειες, δίχως ταυτόχρονα να εγείρουν αξιώσεις άλλες χώρες (Ιρλανδία, Πορτογαλία) θεωρώντας ως προηγούμενο την Ελλάδα, παρά το χάος που θα προέκυπτε από ένα ατύχημα καθώς οι απώλειές τους τότε θα ήταν σίγουρα μεγαλύτερες.
Πέρα όμως από τη στάση των Ευρωπαίων συμμάχων μας θα πρέπει να αναλογιστούμε σαν Έθνος τι ακριβώς θέλουμε για τη χώρα μας και πώς θα το πετύχουμε. Ζήσαμε για 10-15 χρόνια πέραν των δυνατοτήτων μας μέσω υπερβολικού δανεισμού για τον οποίο είναι συνυπεύθυνη η Ευρώπη και γνωρίζουμε πλέον καλά πως η γιορτή τελείωσε κάπου εδώ. Η κρίση μας έθεσε ερωτήματα που κανονικά δεν θα θέταμε στους εαυτούς μας. Επιθυμούμε να αλλάξουμε; Εάν ναι, τότε θα πρέπει να αποκτήσουμε ένα συγκεκριμένο Εθνικό Σχέδιο. Η έξοδος από την κρίση του ευρώ απαιτεί βαθιές μεταρρυθμίσεις που δεν αφορούν αποκλειστικά τον τομέα της Οικονομίας. Δεν μας φταίνε τα «μνημόνια» και οι «ξένοι» που έχουμε ένα πελατειακό κράτος με αδύναμους θεσμούς βουτηγμένο στη διαφθορά. Δεν μας φταίει το «κακό» ΔΝΤ που τα πολιτικά μας κόμματα λειτουργούσαν σαν διεκπεραιωτικά γραφεία ρουσφετιών. Δεν ευθύνονται κάποιοι άλλοι για τις χρόνιες παθογένειές μας (διαμόρφωση πελατειακών ενώσεων, οικογενειακών φατριών και σχέσεων πατρονίας κυρίως μέσω του διορισμού δημοσίων υπαλλήλων, εξουσιολαγνεία, εξαγορά ψήφων, επηρεασμός των εκλογών) που οδήγησαν σε στρεβλώσεις του πολιτικού μας συστήματος υποσκάπτοντας στην ουσία τον ίδιο τον κοινοβουλευτισμό. Δεν φταίει η «τρισκατάρατη» Τρόικα που δεν έχουμε ακόμη καταφέρει να αποκτήσουμε ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα με φορολογική διοίκηση ανεξάρτητη από το Κράτος και τον πολιτικό έλεγχο. Δεν φταίει η ΕΚΤ που ο πολίτης ακόμη περιμένει την αποκατάστασή του από το Κράτος κα το θεωρεί ως εργοδότη και όχι ως πάροχο υπηρεσιών.
Αρκετοί συμπολίτες μας βρίσκουν διέξοδο και παρηγοριά στο συντηρητικό, λαϊκιστικό, ευρωσκεπτικιστικό και εθνικιστικό παραλήρημα ακραίων πολιτικών σχηματισμών με την ύπαρξη των οποίων δείχνουν να έχουν προσαρμοστεί πλήρως ζαλισμένοι από μία σκληρή καθημερινότητα. Η απουσία εναλλακτικών λύσεων τροφοδοτεί την απόγνωση του εκλογικού σώματος.
Είναι, όμως, πλέον καιρός να εγκαταλείψουμε την παθητική στάση που μας χαρακτηρίζει και να δώσουμε ένα τέλος στο μόνιμα καταγγελτικό και αποπροσανατολιστικό πολιτικό λόγο που ανακαλύπτει παντού εχθρούς του Έθνους. Ο πολίτης αναζητά ασφαλείς συνθήκες ενός κράτους δικαίου κάτω από το οποίο θα προστατεύονται η περιουσία, οι δουλειές και το κέρδος.
Η χρεωκοπία της χώρας μας δεν είναι το € αλλά το κράτος που δεν φτιάξαμε στα σχεδόν 200 χρόνια ανεξαρτησίας μας κι εκεί πρέπει να εστιάσουμε τις προσπάθειές μας ανεξάρτητα του πολιτικού χώρου από τον οποίο προερχόμαστε