Εθνική οπτική διαχείρισης παγκόσμιων κρίσεων

Χρίστος Αλεξόπουλος 18 Δεκ 2021

Το Νοέμβριο 2021 πραγματοποιήθηκε στη Γλασκώβη η Παγκόσμια Διάσκεψη για το Κλίμα με στόχο την λήψη μέτρων, ώστε να καταστεί εφικτή η αναστροφή της αρνητικής πορείας των κλιματικών συνθηκών, τις οποίες προκάλεσε η ανθρώπινη δραστηριότητα. 

Η παγκόσμια κοινωνία και κυρίως οι νέοι εναπόθεσαν τις ελπίδες τους στην ανάληψη της ευθύνης για την διασφάλιση ενός βιώσιμου μέλλοντος και στην λήψη συγκεκριμένων δεσμευτικών πολιτικών αποφάσεων, οι οποίες θα διαμορφώσουν τις προϋποθέσεις για την επίτευξη αυτού του στόχου. 

Δυστυχώς τα αποτελέσματα της διάσκεψης ήταν πολύ κατώτερα των προσδοκιών τους. Για να υπάρξουν αποφάσεις επικοινωνιακού επιπέδου, μετά την επιμονή της Ινδίας και την «σιωπηλή» συμπόρευση και άλλων χωρών, έφτασαν στο σημείο να αλλάξουν την δέσμευση για «σταδιακή κατάργηση» της χρησιμοποίησης άνθρακα με την φράση «σταδιακή μείωση». Ουσιαστικά από διαδικασία για την προστασία του κλίματος  μετετράπη σε «κοινωνική εκδήλωση» υπερεθνικών διαστάσεων.   

Κυρίαρχο στοιχείο στην διάσκεψη ήταν η εθνική οπτική με στόχο την αποφυγή των όποιων αρνητικών επιπτώσεων στο οικονομικό σύστημα και στον τρόπο λειτουργίας της κοινωνίας γενικότερα. Ακόμη και η έκκληση του προέδρου των Μαλδίβων Ibrahim Mohamed Solih για λήψη μέτρων δεν εισακούσθηκε, αν και τόνισε, ότι «τα νησιά μας τα τρώει σιγά σιγά η θάλασσα, ένα ένα. Εάν δεν αντιστρέψουμε αυτή την πορεία, οι Μαλδίβες θα πάψουν να υπάρχουν μέχρι το τέλος του αιώνα». 

Ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών Antonio Guterres ήταν πιο διπλωματικός στον λόγο του και περιορίσθηκε στην επισήμανση, ότι έγιναν «καλοδεχούμενα βήματα προς τα εμπρός, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό». 

Την πραγματικότητα αποτυπώνει η προσέγγιση του Climate Action Tracker (Νοέμβριος 2021), σύμφωνα με την οποία, εάν τα κράτη τηρήσουν όλες τις υποσχέσεις τους, η μέση θερμοκρασιακή άνοδος μέχρι το 2100 θα κινηθεί στους 1,8 βαθμούς Κελσίου. 

Εάν επιτύχουν τους κλιματικούς στόχους μέχρι το 2030 η μέση άνοδος της θερμοκρασίας μέχρι το 2100 θα κυμανθεί στους 2,4 βαθμούς Κελσίου. Εάν συνεχισθεί η σημερινή στάση των κρατών η μέση θερμοκρασιακή άνοδος θα κυμανθεί στους 2,7 βαθμούς Κελσίου. 

Αυτή την ζοφερή εικόνα της πραγματικότητας ολοκληρώνει η μη συνειδητοποίηση τόσο στο πολιτικό όσο και στο κοινωνικό πεδίο, ότι οι κρίσεις παγκόσμιας εμβέλειας, όπως είναι η κλιματική κρίση, οι μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, οι πανδημίες, η μείωση των αποθεμάτων νερού, η συνεχής αύξηση των απειλούμενων από την πείνα πληθυσμών και άλλες, δεν είναι διαχειρίσιμες στα εθνικά όρια, αλλά απαιτούν τον σχεδιασμό και την διαχείριση της υλοποίησης τους με πλανητική οπτική. 

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (World Health Organisation) πάνω από 1.000.000 παιδιά στο Αφγανιστάν ζουν σε συνθήκες πείνας, ενώ περισσότεροι από τον μισό πληθυσμό αυτής της χώρας υποφέρουν από έλλειψη τροφίμων. Πρόκειται για μια ανθρωπιστική κρίση ακόμη. Η παγκόσμια κοινότητα δεν μπορεί να «κωφεύει» και να «σφυρίζει αμέριμνα».

Η λειτουργική και αποτελεσματική διαχείριση τέτοιας εμβέλειας κρίσεων προϋποθέτει πλανητικών διαστάσεων συναίνεση και δέσμευση της παγκόσμιας κοινότητας για την υλοποίηση συγκεκριμένων μέτρων σε λειτουργικό χρόνο, τα οποία θα ελέγχονται από υπερεθνικής εμβέλειας μηχανισμούς ως προς την τήρηση τους. 

Αυτό όμως δεν είναι εφικτό, διότι η εθνική διαχείριση είναι προσανατολισμένη στο εθνικό συμφέρον και όχι στο ανθρώπινο στις υπερεθνικές του διαστάσεις. Η δραματική έκκληση του προέδρου των Μαλδίβων για την άμεση λήψη και υλοποίηση μέτρων, ώστε να αποφευχθεί η εξαφάνιση των νησιών, είναι πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα για την επιβαλλόμενη οπτική στην διαχείριση της κλιματικής κρίσης και όχι μόνο αυτής. 

Η οπτική της διαχείρισης παγκόσμιας εμβέλειας κρίσεων με μονοδιάστατο εθνικό προσανατολισμό οδηγεί στην αναπαραγωγή των ανισοτήτων μεταξύ των κοινωνιών με αποτέλεσμα την πλήρη αποδυνάμωση των αδύναμων οικονομικά και γεωπολιτικά χωρών. 

Αυτό βέβαια δεν πλήττει μόνο τις αδύναμες κοινωνίες με την φτώχεια λόγω των κλιματικών συνθηκών και των παρενεργειών τους στην αγροτική παραγωγή (π.χ. με τις ξηρασίες) και στην επάρκεια των τροφίμων, αλλά δημιουργεί προβλήματα και στις ισχυρές χώρες με τις μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών και τις επιπτώσεις στις κοινωνίες τους. 

Παράλληλα στην σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη  πραγματικότητα αυτή η οπτική δεν συμβάλλει στην αναγκαία διαπολιτισμική προσέγγιση και στην κατανόηση των αναγκών σε πλανητικό επίπεδο, οι οποίες, αν δεν καλυφθούν, θα οξύνουν τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα, όπως είναι οι μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών. 

Οι κάτοικοι των Μαλδίβων, για παράδειγμα, θα μετακινηθούν προς άλλες χώρες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις κοινωνίες τους ως προς την συνοχή τους και την πορεία προς το μέλλον σε συνθήκες λειτουργικές, βιώσιμες και ήρεμες. 

Ταυτοχρόνως η διαχείριση παγκόσμιων κρίσεων με εθνική οπτική δεν διασφαλίζει την χρονικά λειτουργική ενεργοποίηση του συνόλου των κρατών της παγκόσμιας κοινότητας λόγω του διαφορετικού επιπέδου ανάπτυξης και της μη διάθεσης των απαραίτητων εργαλείων από όλες τις χώρες, ενώ παράλληλα είναι διαφορετική μεταξύ τους και η ταχύτητα στην διαχείριση του χρόνου. 

Αυτές οι συνθήκες ουσιαστικά υποσκάπτουν την αποτελεσματική διαχείριση και αντιμετώπιση κρίσεων παγκόσμιας εμβέλειας. Δείχνουν όμως τον δρόμο της πλανητικής συνεργασίας των κοινωνιών και την ανάγκη οικοδόμησης θεσμών με οπτική υπερεθνικής διακυβέρνησης. 

Τέλος πρέπει να αποτραπεί με κάθε θεμιτό τρόπο η διαμόρφωση των προϋποθέσεων για την δημιουργία διαγενεακού χάσματος στις κοινωνίες με την μη αποφασιστική και λειτουργική αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και των επιπτώσεων της στη ζωή των νεότερων γενιών και αυτών, που έρχονται. 

Βασική προϋπόθεση για την ευόδωση αυτού του στόχου είναι η ριζική αλλαγή της οπτικής του βιολογικού χρόνου ως κριτηρίου για την λήψη αποφάσεων τόσο στο ατομικό όσο και στο συλλογικό και πολιτικό πεδίο σε σχέση με την ευημερία και την διαχείριση της πραγματικότητας γενικότερα. 

Ο άνθρωπος και η δραστηριότητα του στον πλανήτη πρέπει να κινούνται με σημείο αναφοράς την βιωσιμότητα. Η εθνική οπτική διαχείρισης της πραγματικότητας δεν προσφέρεται για την επίτευξη αυτού του στόχου σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης, πολυπλοκότητας, αλληλεπίδρασης και αλληλεξάρτησης των κοινωνιών και υψηλού βαθμού διακινδύνευσης. Ο διαθέσιμος χρόνος για την αλλαγή κατεύθυνσης είναι οριακός, διότι η δυναμική της εξέλιξης κινείται με πολύ μεγάλη ταχύτητα. 

Η παγκόσμια κοινότητα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της και να ενεργοποιηθεί άμεσα. Όσο καθυστερεί το κόστος θα είναι πολύ μεγάλο για το σύνολο των κοινωνικών συστημάτων και ιδιαιτέρως για το οικονομικό αλλά και για την ανθρώπινη ζωή και την βιοποικιλότητα.