Εσθήρ

Νότης Μαυρουδής 16 Δεκ 2020

Πάντα μου προκαλούσαν θλιβερές σκέψεις και σύνθετους συλλογισμούς σχετικά με την ανθρώπινη φύση, οι εποχές τού Ολοκαυτώματος. Παρ? όλο που δεν έζησα τις φοβερές αυτές περιόδους, με παρακίνησαν να τις γνωρίσω οι διηγήσεις, το κλίμα, τα διαβάσματα, τα ντοκιμαντέρ κι αργότερα οι προσωπικές επώδυνες μαρτυρίες των «ανθρώπων με τον αριθμό χαραγμένο στο χέρι», οι οποίοι βίωσαν τη φρίκη και έτυχε να συναντήσω κάποιους μέσα στο διάβα των καιρών…
Μόνο να ανατριχιάζω μπορώ και να σκέφτομαι πως είμαι από τους τυχερούς, που δεν έζησαν σε εκείνες τις εποχές τού μαρτυρίου και της θυσίας… Η γέννησή μου ήρθε μετά από αυτά τα απεχθή γεγονότα κι έτσι οι εμπειρίες μου ήταν έμμεσες· έμενε να επιλέξω, για τη δική μου ανθρωπιά και ακεραιότητα, να σταθώ απέναντι σε αυτές τις εμπειρίες, των Γερμανικών ναζιστικών φρικαλεοτήτων, των Άουσβιτς-Μπιρκενάου, Νταχάου, Μπέργκεν-Μπέλζεν, Μπράιτενάου, Μπούνχεβαλντ, Γκρος-Ρόζεν, Νιντερχάνγκεν, Οστχόφεν, Ράβενσμπρικ, Ζαξενχάουζεν, και άλλων παρόμοιων, αμέτρητων στρατοπέδων «της τελικής λύσης», που άφησαν πίσω τους πόνο, το απόλυτο δράμα με το ολοκαύτωμα εκατομμυρίων ανθρώπων· αυτή την απάνθρωπη συμπεριφορά και την κατάντια τού είδους μας, που προκάλεσε μίσος, ρατσισμός, ασυνειδησία, με το γερμανικό επεκτατισμό και την ισχύ των όπλων.
Μόνο φρίκη και απέχθεια νιώθει κανείς ακόμα και στο άκουσμα τέτοιων γεγονότων και μνήμης, ακόμα κι αν δεν είναι «δικές μας», αλλά παλαιότερων γενεών, λίγο πριν από εμάς. Ίσως το ότι προηγήθηκαν «εκείνοι», που υπέστησαν τα πάνδεινα κι αντιμετώπισαν την ολοκληρωτική επέλαση του φασισμού, επιτρέψανε να ζήσουμε, για 70 συνεχόμενα χρόνια, σε συνθήκες Ειρήνης και σχετικής ευμάρειας, τουλάχιστον οι χώρες της Ευρώπης και του δυτικού κόσμου…

Μια ζωντανή μάρτυρας της φρίκης υπήρξε και η Πάντα μου προκαλούσαν θλιβερές σκέψεις και σύνθετους συλλογισμούς σχετικά με την ανθρώπινη φύση, οι εποχές τού Ολοκαυτώματος. Παρ? όλο που δεν έζησα τις φοβερές αυτές περιόδους, με παρακίνησαν να τις γνωρίσω οι διηγήσεις, το κλίμα, τα διαβάσματα, τα ντοκιμαντέρ κι αργότερα οι προσωπικές επώδυνες μαρτυρίες των «ανθρώπων με τον αριθμό χαραγμένο στο χέρι», οι οποίοι βίωσαν τη φρίκη και έτυχε να συναντήσω κάποιους μέσα στο διάβα των καιρών…
Μόνο να ανατριχιάζω μπορώ και να σκέφτομαι πως είμαι από τους τυχερούς, που δεν έζησαν σε εκείνες τις εποχές τού μαρτυρίου και της θυσίας… Η γέννησή μου ήρθε μετά από αυτά τα απεχθή γεγονότα κι έτσι οι εμπειρίες μου ήταν έμμεσες· έμενε να επιλέξω, για τη δική μου ανθρωπιά και ακεραιότητα, να σταθώ απέναντι σε αυτές τις εμπειρίες, των Γερμανικών ναζιστικών φρικαλεοτήτων, των Άουσβιτς-Μπιρκενάου, Νταχάου, Μπέργκεν-Μπέλζεν, Μπράιτενάου, Μπούνχεβαλντ, Γκρος-Ρόζεν, Νιντερχάνγκεν, Οστχόφεν, Ράβενσμπρικ, Ζαξενχάουζεν, και άλλων παρόμοιων, αμέτρητων στρατοπέδων «της τελικής λύσης», που άφησαν πίσω τους πόνο, το απόλυτο δράμα με το ολοκαύτωμα εκατομμυρίων ανθρώπων· αυτή την απάνθρωπη συμπεριφορά και την κατάντια τού είδους μας, που προκάλεσε μίσος, ρατσισμός, ασυνειδησία, με το γερμανικό επεκτατισμό και την ισχύ των όπλων.
Μόνο φρίκη και απέχθεια νιώθει κανείς ακόμα και στο άκουσμα τέτοιων γεγονότων και μνήμης, ακόμα κι αν δεν είναι «δικές μας», αλλά παλαιότερων γενεών, λίγο πριν από εμάς. Ίσως το ότι προηγήθηκαν «εκείνοι», που υπέστησαν τα πάνδεινα κι αντιμετώπισαν την ολοκληρωτική επέλαση του φασισμού, επιτρέψανε να ζήσουμε, για 70 συνεχόμενα χρόνια, σε συνθήκες Ειρήνης και σχετικής ευμάρειας, τουλάχιστον οι χώρες της Ευρώπης και του δυτικού κόσμου…

Μια ζωντανή μάρτυρας της φρίκης υπήρξε και η Εσθήρ Εστρέλλα Κοέν, η γηραιότερη επιζώσα από τα κολαστήρια του Άουσβιτς-Μπιρκενάου. Έφυγε οριστικά στις 2/12/20, διανύοντας 96 χρόνια ζωής κι αποκομίζοντας στην εφηβεία της μνήμες που λαβώνουν κάθε άνθρωπο. Η ίδια αγέρωχη, παρά τις έντονες και αλησμόνητες μνήμες διατήρησε αυτές τις μνήμες. Τη γνώρισα από κοντά, πριν από κάποια χρόνια, όταν ο φίλτατος Μωυσής Ελισάφ, νυν δήμαρχος Ιωαννίνων, με κάλεσε στην ιερά συναγωγή τής πόλης όπου συναντώνται οι Εβραίοι Γιαννιώτες. Με σύστησε στους γέροντες της εβραϊκής κοινότητας, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν σημαδεμένοι με το ανεξίτηλο νούμερο της κράτησής τους στα στρατόπεδα φρίκης.
Μιλούσαν με αφοπλιστική πραότητα· είχαν βιώσει τη φρίκη του πιο αιματηρού πολέμου, αλλά συμπεριφερόντουσαν στοργικά, σαν μέντορες της ζωής και της ομορφιάς της, παρόλο που κατείχαν τη γνώση του πόνου ή ίσως και γι? αυτό!
Τέτοια πρόσωπα έχω συνηθίσει, κατά κάποιον τρόπο, να τα «αγιοποιώ» και δικαίως, αφού είναι αυτά που θυσιάστηκαν και έγιναν οι βιωματικοί παρατηρητές μιας διαδρομής με πολύ αίμα, ανείπωτο πόνο και θλίψη, θάβοντας τις φρικαλεότητες βαθιά μέσα στο πηγάδι της ψυχής τους.
Η Εσθήρ, εκεί, με στωικότητα και σοφία, με την απαλή φωνή της, μίλαγε λες και έλεγε ένα παραμύθι στα εγγόνια της. Δεν την συνάντησα παρά μόνο για πέντε λεπτά, αφού ήταν στην ομάδα και άλλων σεβάσμιων προσώπων και δεν ήθελα να παραβιάσω την εθιμοτυπική τους συνεστίαση, με αφορμή μια δική τους θρησκευτική γιορτή.

Θυμάμαι το δισύλλαβο όνομά της: Εσθήρ! Κάποτε, είχα διαβάσει πως το όνομά αυτό σημαίνει «αστέρι». Σκεφτόμουν πως εκείνη τη ζοφερή περίοδο της εφηβείας της, το μόνο που θα μπορούσε να «φωτίζει» ήταν… τα κολαστήρια του θανάτου, δίπλα στους φούρνους, μέσα στη λάσπη και στο κρύο, ακούγοντας τα ουρλιαχτά από τα βασανιστήρια των Ες-Ες στους συγκρατούμενούς της, το θανατηφόρο συρματόπλεγμα, η ερημία της ψυχής, το βουβό τοπίο, ο φόβος, το έρεβος και η έντονη, καθημερινή, οσμή θανάτου… Πόσα αποθέματα δύναμης μπορεί να διαθέτει η ψυχή σου, για να αντέξει, μέσα στην σκληρότητα και τον παραλογισμό, τόσο πόνο, αγωνία και απελπισία· να νιώθεις κάθε στιγμή τον θάνατο να σε πλησιάζει ή έστω, να σε κοιτάζει κατάματα...

Για την ιστορία: στις 25/3/1944, η Γκεστάπο κάνει πογκρόμ στην εβραϊκή γειτονιά των Ιωαννίνων και συλλαμβάνει 1.725 γυναικόπαιδα και άντρες, μαζί και την 17χρονη τότε Εσθήρ Κοέν και της χάραξαν τον αριθμό 77102 στο χέρι. Ήταν τότε που είδε για τελευταία φορά τους γονείς και τα έξι αδέλφια της, στην πύλη του Άουσβιτς… Πορεία μιας εφιαλτική ζωής γεμάτης τραύματα· πώς μπόρεσε η Εσθήρ να ζήσει 96 χρόνια; Θα κρατήσω, από την σύντομη γνωριμία μας, μόνο την επιθυμία της: «εκείνο που ζητάω από εσάς δεν είναι τίποτα άλλο, παρά μόνο να βοηθήσετε να γραφτούν βιβλία, να γυριστούν ταινίες, να μάθει ο κόσμος τι συνέβη ώστε να μην ξαναγίνει πάλι».
Αυτό το «να μην ξαναγίνει πάλι», θα το αφήσω ασχολίαστο γιατί δεν είναι της στιγμής. Η γερόντισσα έφυγε με το γιατί και τις μνήμες της, καθώς και με την πίκρα για την άπονη συμπεριφορά πολλών Ελλήνων χριστιανών προς τους Έλληνες Εβραίους…
Όπως είπε και ο σοβαρός δήμαρχος Ιωαννίνων, για τους λιγοστούς Εβραϊκής καταγωγής επιζώντες εκείνης της μαύρης περιόδου του φασισμού:
«Δεν ξεπερνούν τους είκοσι οι εν ζωή και δεν θα είναι μακριά η μέρα που θα εκλείψουν.
Οι περισσότεροι βυθίστηκαν στη σιωπή και επιδόθηκαν σε σκληρό αγώνα επιβίωσης.»

Τίποτα περισσότερο! Πάντα, εκείνη η μακρινή και ταυτοχρόνως τόσο κοντινή περίοδος, θα έχει μαύρο· το μαύρο κατάμαυρο χρώμα του πένθους και του ναζισμού. Μην ξεχνάμε!!
Γι? αυτό η Εσθήρ (και όχι μόνο αυτή) είναι οι… ήρωές μου. Με αυτούς και αυτές πορεύομαι, προσπαθώντας να διατηρώ μέσα μου και να θυμάμαι μια τραγωδία που δεν είμαι διατεθειμένος να ξεχάσω…

, η γηραιότερη επιζώσα από τα κολαστήρια του Άουσβιτς-Μπιρκενάου. Έφυγε οριστικά στις 2/12/20, διανύοντας 96 χρόνια ζωής κι αποκομίζοντας στην εφηβεία της μνήμες που λαβώνουν κάθε άνθρωπο. Η ίδια αγέρωχη, παρά τις έντονες και αλησμόνητες μνήμες διατήρησε αυτές τις μνήμες. Τη γνώρισα από κοντά, πριν από κάποια χρόνια, όταν ο φίλτατος Μωυσής Ελισάφ, νυν δήμαρχος Ιωαννίνων, με κάλεσε στην ιερά συναγωγή τής πόλης όπου συναντώνται οι Εβραίοι Γιαννιώτες. Με σύστησε στους γέροντες της εβραϊκής κοινότητας, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν σημαδεμένοι με το ανεξίτηλο νούμερο της κράτησής τους στα στρατόπεδα φρίκης.
Μιλούσαν με αφοπλιστική πραότητα· είχαν βιώσει τη φρίκη του πιο αιματηρού πολέμου, αλλά συμπεριφερόντουσαν στοργικά, σαν μέντορες της ζωής και της ομορφιάς της, παρόλο που κατείχαν τη γνώση του πόνου ή ίσως και γι? αυτό!
Τέτοια πρόσωπα έχω συνηθίσει, κατά κάποιον τρόπο, να τα «αγιοποιώ» και δικαίως, αφού είναι αυτά που θυσιάστηκαν και έγιναν οι βιωματικοί παρατηρητές μιας διαδρομής με πολύ αίμα, ανείπωτο πόνο και θλίψη, θάβοντας τις φρικαλεότητες βαθιά μέσα στο πηγάδι της ψυχής τους.
Η Εσθήρ, εκεί, με στωικότητα και σοφία, με την απαλή φωνή της, μίλαγε λες και έλεγε ένα παραμύθι στα εγγόνια της. Δεν την συνάντησα παρά μόνο για πέντε λεπτά, αφού ήταν στην ομάδα και άλλων σεβάσμιων προσώπων και δεν ήθελα να παραβιάσω την εθιμοτυπική τους συνεστίαση, με αφορμή μια δική τους θρησκευτική γιορτή.

Θυμάμαι το δισύλλαβο όνομά της: Εσθήρ! Κάποτε, είχα διαβάσει πως το όνομά αυτό σημαίνει «αστέρι». Σκεφτόμουν πως εκείνη τη ζοφερή περίοδο της εφηβείας της, το μόνο που θα μπορούσε να «φωτίζει» ήταν… τα κολαστήρια του θανάτου, δίπλα στους φούρνους, μέσα στη λάσπη και στο κρύο, ακούγοντας τα ουρλιαχτά από τα βασανιστήρια των Ες-Ες στους συγκρατούμενούς της, το θανατηφόρο συρματόπλεγμα, η ερημία της ψυχής, το βουβό τοπίο, ο φόβος, το έρεβος και η έντονη, καθημερινή, οσμή θανάτου… Πόσα αποθέματα δύναμης μπορεί να διαθέτει η ψυχή σου, για να αντέξει, μέσα στην σκληρότητα και τον παραλογισμό, τόσο πόνο, αγωνία και απελπισία· να νιώθεις κάθε στιγμή τον θάνατο να σε πλησιάζει ή έστω, να σε κοιτάζει κατάματα...

Για την ιστορία: στις 25/3/1944, η Γκεστάπο κάνει πογκρόμ στην εβραϊκή γειτονιά των Ιωαννίνων και συλλαμβάνει 1.725 γυναικόπαιδα και άντρες, μαζί και την 17χρονη τότε Εσθήρ Κοέν και της χάραξαν τον αριθμό 77102 στο χέρι. Ήταν τότε που είδε για τελευταία φορά τους γονείς και τα έξι αδέλφια της, στην πύλη του Άουσβιτς… Πορεία μιας εφιαλτική ζωής γεμάτης τραύματα· πώς μπόρεσε η Εσθήρ να ζήσει 96 χρόνια; Θα κρατήσω, από την σύντομη γνωριμία μας, μόνο την επιθυμία της: «εκείνο που ζητάω από εσάς δεν είναι τίποτα άλλο, παρά μόνο να βοηθήσετε να γραφτούν βιβλία, να γυριστούν ταινίες, να μάθει ο κόσμος τι συνέβη ώστε να μην ξαναγίνει πάλι».
Αυτό το «να μην ξαναγίνει πάλι», θα το αφήσω ασχολίαστο γιατί δεν είναι της στιγμής. Η γερόντισσα έφυγε με το γιατί και τις μνήμες της, καθώς και με την πίκρα για την άπονη συμπεριφορά πολλών Ελλήνων χριστιανών προς τους Έλληνες Εβραίους…
Όπως είπε και ο σοβαρός δήμαρχος Ιωαννίνων, για τους λιγοστούς Εβραϊκής καταγωγής επιζώντες εκείνης της μαύρης περιόδου του φασισμού:
«Δεν ξεπερνούν τους είκοσι οι εν ζωή και δεν θα είναι μακριά η μέρα που θα εκλείψουν.
Οι περισσότεροι βυθίστηκαν στη σιωπή και επιδόθηκαν σε σκληρό αγώνα επιβίωσης.»

Τίποτα περισσότερο! Πάντα, εκείνη η μακρινή και ταυτοχρόνως τόσο κοντινή περίοδος, θα έχει μαύρο· το μαύρο κατάμαυρο χρώμα του πένθους και του ναζισμού. Μην ξεχνάμε!!
Γι? αυτό η Εσθήρ (και όχι μόνο αυτή) είναι οι… ήρωές μου. Με αυτούς και αυτές πορεύομαι, προσπαθώντας να διατηρώ μέσα μου και να θυμάμαι μια τραγωδία που δεν είμαι διατεθειμένος να ξεχάσω…