Ερντογάν, ο νέος κηδεμόνας της Ευρώπης;

Βασίλης Μίχος 17 Μαρ 2025

Ο Ταγίπ Ερντογάν διεμήνυσε προς όλους ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να σταθεί αμυντικά χωρίς την Τουρκία, προθυμοποιήθηκε μάλιστα να αναλάβει την προστασία των ανατολικών της συνόρων. Παράλληλα ο υπουργός του των εξωτερικών βρέθηκε στην σύνοδο Προέδρων και Πρωθυπουργών επιλεγμένων ευρωπαϊκών χωρών στο Λονδίνο, σε συνομιλίες, μέρος των οποίων μάλιστα θεωρήθηκαν μη ανακοινώσιμες. Ενώ αμέσως μετά την Σύνοδο της ΕΕ την Πέμπτη, φρόντισαν την Παρασκευή 7-3-25, η ηγεσία της ΕΕ να έχει αποκλειστική τηλε-διάσκεψη με τον Ταγίπ Ερντογάν.

Η πρώτη-πρώτη σκέψη που γεννάται από την παρουσία του κου Φιντάν στο Λονδίνο, αφορά την σοβαρότητα με την οποία οι Ευρωπαίοι αντιμετωπίζουν τις εμπιστευτικές συνομιλίες: λογικά η εμπιστευτικότητα έχει να κάνει με το να κρατήσουν την Ρωσία εκτός ενημέρωσης για τα σχέδιά τους, δεδομένου ότι την θεωρούν αντίπαλο και αιτία της πολεμικής κινητοποίησής τους. Σε μια τέτοια περίπτωση, είναι δυνατόν να προσκαλούν σ’ αυτές τις συνομιλίες τον στενότερο Νατοϊκό σύμμαχο της Ρωσίας, που σ’ όλη την διάρκεια του Ρωσο-ουκρανικού πολέμου, αποστασιοποιήθηκε πλήρως από τις κοινές αποφάσεις της δυτικής συμμαχίας; Δεν θα όφειλαν να γνωρίζουν ότι όλες τους οι συζητήσεις πρόκειται να μεταφερθούν αυτούσιες στον αντίπαλο; Γνωρίζουν άραγε οι ηγέτες των ευρωπαϊκών χωρών της συνόδου του Λονδίνου, πότε κήρυξε τον πόλεμο η Τουρκία εναντίον της χιτλερικής Γερμανίας; Γνωρίζουν άραγε ότι για οτιδήποτε κατηγορούν τον Πούτιν, ισχύει απολύτως και για το καθεστώς Ερντογάν; Κι ακόμη περισσότερο, γιατί πέραν του αυταρχισμού στο εσωτερικό της χώρας του, πέραν της στρατιωτικής εισβολής σε όμορες χώρες με τελευταία την  Συρία, διατηρεί κατοχικά στρατεύματα στην Κύπρο, μέλος της ΕΕ, και απειλεί με πόλεμο την Ελλάδα, μέλος της ΕΕ επίσης.

Η δεύτερη σκέψη αφορά στο στρατιωτικό δυναμικό και την αμυντική φιλοσοφία των χωρών που συμμετείχαν: διότι με την εξαίρεση της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, το άθροισμα των ενόπλων δυνάμεων των υπολοίπων χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που συμμετείχαν στην σύνοδο του Λονδίνου, είναι μάλλον μικρότερο των ενόπλων δυνάμεων της Ελλάδας μόνον. Η δε αμυντική φιλοσοφία και παράδοση ορισμένων από αυτές, όπως η Ολλανδία και η Δανία, αναδεικνύεται από τον αριθμό ημερών και την ένταση των πολεμικών τους συγκρούσεων όταν καταλήφθηκαν από την ναζιστική Γερμανία. Εκτός και αν, γι’ αυτές, η ναζιστική Γερμανία ήταν πιο αποδεκτή από την πουτινική Ρωσία. Και είναι μάλλον αυτή η (μη) αμυντική φιλοσοφία που δικαιολογεί την πρόσκληση της Τουρκίας σ’ αυτή τη σύνοδο, ως έτοιμης να παρατάξει στρατό που οι υπόλοιπες χώρες δεν είναι πρόθυμες να διαθέσουν, αρκούμενες σε παροχή κονδυλίων.

Το χειρότερο είναι ότι η Τουρκία θα στρογγυλοκαθίσει στον ευρωπαϊκό σβέρκο μας για κάτι το αχρείαστο. Διότι ΗΠΑ, Ουκρανία και Ρωσία θα έχουν ήδη καταλήξει σε συμφωνία πριν καν αρχίσουν οι Ευρωπαίοι να το συνειδητοποιούν. Και κανείς, μα κανείς, κυρίως η Ουκρανία, δεν θα τους χρειάζεται, τουλάχιστον ως παράγοντες στρατιωτικής ισχύος. Αντιθέτως η Τουρκία, θα έχει εξασφαλίσει μια κυρίαρχη θέση στους αμυντικούς σχεδιασμούς της Ευρώπης, και όπως όλοι γνωρίζουν, από την στιγμή που η Τουρκία αγκιστρωθεί κάπου, δύσκολα αποχωρεί. Και είναι σίγουρο ότι με μια τέτοια εξέλιξη, σε λιγότερο από πέντε χρόνια, ο μόνος ωφελημένος και οικονομικά και γεωστρατηγικά θα είναι η Τουρκία, εις βάρος μιας Ευρώπης που αντιμετωπίζεται πλέον ως ο «μεγάλος ασθενής», όπως ακριβώς –τι τραγική ειρωνεία- αντιμετωπιζόταν η Οθωμανική αυτοκρατορία από τους Ευρωπαίους ενάμισι αιώνα πριν.

Τι πάει λάθος; Τι πρέπει να ξαναδούμε;

Είναι λάθος ότι η Ευρώπη βγαίνει από το λήθαργο, και αισθάνεται ότι πρέπει να αποκτήσει κοινή αμυντική πολιτική; Όχι. Αυτό δεν είναι λάθος. Το λάθος βρίσκεται ότι για μια ακόμη φορά βάζει το κάρο μπροστά από το άλογο: Μετά την καταστροφική επιλογή του Μάαστριχτ, να προηγηθεί δηλαδή η οικονομική ενοποίηση της πολιτικής ενοποίησης, επιλογή τα αποτελέσματα της οποίας βιώνουν πλέον όλοι οι Ευρωπαίοι, έρχεται το δεύτερο πανομοιότυπο λάθος, να χαραχθεί αμυντική πολιτική χωρίς και πάλι να έχει προηγηθεί η πολιτική ενοποίηση.  Η αμυντική πολιτική ούτε ευκαιριακή μπορεί να είναι, εναντίον ενός και μόνου εικαζόμενου αντιπάλου, ούτε βασιζόμενη και εξαρτώμενη πλέον από εξωτερικούς παράγοντες. Και το κυριότερο, οφείλει να λειτουργεί ενιαία για το σύνολο της «επικράτειας» της ΕΕ. Αλλιώς, απλούστατα, όχι μόνο δεν θα λειτουργήσει, αλλά αντιθέτως θα επιτείνει τα διαλυτικά φαινόμενα που ήδη υποβόσκουν λόγω των ανεξάρτητων εθνικών πολιτικών.

Όσο καλοπροαίρετη και να ήταν η πρωτοβουλία του κου Στάρμερ, ανέδειξε, για άλλη μια φορά, την πάγια αντίληψη του Ηνωμένου Βασιλείου ότι η ΕΕ είναι απλά ένας οικονομικός συνεταιρισμός. Αντίληψη που το ΗΒ είχε επιβάλει στην ιδρυτική πράξη της ΕΕ τότε που ήταν μέλος της, και θα είναι τερατώδης βλακεία να επιτρέψει η ΕΕ να επιβληθεί και πάλι τώρα, με το ΗΒ εκτός αυτής. Αυτό που χρειάζεται η ΕΕ είναι να οικοδομήσει πλέον ενιαία πολιτική με αποκλειστικά δική της στρατιωτική ισχύ ως ενιαία και αυτοτελής οντότητα, με ενιαία συνείδηση της κυριαρχίας της, των εξωτερικών συνόρων της και των διαχρονικών συμφερόντων της. Και τότε, και μόνον τότε, θα μπορεί ως αξιόπιστος και ισχυρός παράγων να συνάπτει συμμαχίες, πρόσκαιρες ή μη, είτε με το ΗΒ είτε με την Τουρκία ή και την Ρωσία, αναλόγως των συμφερόντων της.

Αυτό πάντως που δεν επιτρέπεται να κάνει, είναι αυτό που δείχνει έτοιμη να πραγματοποιήσει: να αντικαταστήσει την αποσυρόμενη κηδεμονία των ΗΠΑ με μια «πρόθυμη» Τουρκική κηδεμονία, αποβλέποντας δήθεν στην ειρηνική και απροβλημάτιστη καλοπέραση των λαών της. Διότι σε μια τέτοια περίπτωση, η απόλυτη ενεργειακή εξάρτηση που της επιβάλλεται σήμερα από τις ΗΠΑ, ως την κατ’ εξοχήν ηττημένη από τον αμερικανοκίνητο ρώσο-ουκρανικό πόλεμο, θα είναι ένας παράδεισος μπροστά στην ταπείνωση που θα υποστεί από την μορφή της Τουρκικής κηδεμονίας, που θα της επιβληθεί πριν καν το καταλάβει. Αφήνοντας στην άκρη το γεγονός ότι και μόνον το ότι ολόκληρη ΕΕ, με τις χώρες που την συγκροτούν, μιλά επί ίσοις όροις με την, μέχρι προ τινος αδύναμη, αλλά σήμερα αυταρχική και επεκτατική Ισλαμική Τουρκία, αποτελεί από μόνο του ομολογημένο κατάντημα για την Ευρώπη.