Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, το 74% των ψηφοφόρων της ΔΗΜ.ΑΡ δεν νοιώθουν αυτή την κυβέρνηση ως δική τους. Απαντώντας όμως σε άλλο ερώτημα πρόσφατης επίσης έρευνας, το 72% των ίδιων ψηφοφόρων, της ΔΗΜΑΡ, δηλώνουν ότι δεν είναι ευχαριστημένοι από την αξιωματική αντιπολίτευση, δηλαδή από τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν κάποιος λάβει υπόψη του μόνο το πρώτο ερώτημα, μπορεί εύκολα να ισχυριστεί ότι «δεν δόθηκε όπως έπρεπε η διαπραγματευτική μάχη με τους εταίρους μας και ότι υπάρχει, ακόμα και σήμερα, η εναλλακτική λύση να καλυφθεί το αναγκαίο πακέτο των 11,5 δις με πόρους προερχόμενους από τα 70 δις της παραοικονομίας, τα 20 δις της διαφθοράς, τα 30 δις της φοροδιαφυγής, τη σπατάλη του Δημοσίου και τη φορολόγηση των υπερκερδών που συνεχίζουν να υπάρχουν» (Οδυσσέας Βουδούρης, 5/9/12). Προφανώς και συνεπώς, αν αυτό δεν γίνει, η ΔΗΜ.ΑΡ οφείλει να καταψηφίσει οπωσδήποτε τα μέτρα.
Σύμφωνα με το δεύτερο όμως ερώτημα, οι ψηφοφόροι της ΔΗΜ.ΑΡ εμφανίζονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία να απορρίπτουν την πολιτική αντίληψη σύμφωνα με την οποία, α) η κυβέρνηση δεν διαθέτει διαπραγματευτική επάρκεια, β) θα έπρεπε να πιέσει και να εκβιάσει ακόμα και με την απειλή των πολιτικών συνεπειών για την Ε.Ε μιας εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ γ) μπορεί εδώ και τώρα να πατάξει την παραοικονομία, τη διαφθορά, τη φοροδιαφυγή, τη σπατάλη του δημοσίου και να φορολογήσει τα υπερκέρδη και πολλά άλλα «εδώ και τώρα» που διατείνεται ο ΣΥΡΙΖΑ με κορυφαίο το δια στόματος Αλ. Τσίπρα «ότι το πρόβλημα της χώρας δεν είναι οι διαρθρωτικές αλλαγές, αλλά η ύφεση των τελευταίων δυόμιση χρόνων». Κοινώς, συνεχίστε να μας δίνετε λεφτά. Τι μας χρειάζονται οι μεταρρυθμίσεις; Και προς αποφυγή παρεξηγήσεων, προφανώς η ύφεση αποτελεί τεράστιο πρόβλημα, αλλά ανάπτυξη χωρίς μεταρρυθμίσεις οδηγεί στον ίδιο παρονομαστή.
Οι πολίτες, τουλάχιστον όσοι δεν είναι εγκλωβισμένοι σε αριστερές στερεοτυπίες και όσοι δεν έχουν «μασήσει» στον εθνολαϊκισμό (Π.Κ. Ιωακειμίδης, Τα Νέα, 7/9/12), αντιλαμβάνονται τις τεράστιες δυσκολίες μιας διαπραγμάτευσης όπου η χώρα μας έχει στιγματιστεί ως ο αναξιόπιστος εταίρος και δεν διαθέτει και πολλά διαπραγματευτικά όπλα. Βρίσκεται κυριολεκτικά με την πλάτη στον τοίχο. Όταν εκβιάζεις και μπλοφάρεις υπάρχει πάντα η πιθανότητα ο άλλος αντί για “πάσο” να σου πει “τα ρέστα μου και τα βλέπω”. Προσωπικά, θεωρώ τον κο Στουρνάρα πολύ πιο ικανό και αξιόπιστο από όλους εκείνους τους δήθεν καταφερτζήδες τσαμπουκάδες επαρχιώτες πολιτικούς που επί σαράντα σχεδόν χρόνια το μόνο που φρόντισαν ήταν να αναπαράγουν ένα διεφθαρμένο πελατειακό κράτος και μια ανίκανη και γραφειοκρατική δημόσια διοίκηση, με συνέπεια να οδηγηθούμε εδώ που οδηγηθήκαμε. Ο ισχυρισμός ότι μια κυβέρνηση δύο μηνών μπορεί «εδώ και τώρα», «ακόμα και σήμερα», να αντιστρέψει μια κατάσταση σαράντα χρόνων και να πατάξει εν μια νυκτί τη διαφθορά, την παραοικονομία και τη σπατάλη, αν δεν είναι λαϊκισμός είναι τουλάχιστον πολιτικός αριστερισμός πόρρω απέχων από μεταρρυθμιστικές απόπειρες και λογικές. Και ασφαλώς εντός της κυβέρνησης συνυπάρχουν προωθημένοι και μετριοπαθείς μεταρρυθμιστές μαζί με στελέχη κατεστημένων παλαιοκομματικών αντιλήψεων. Τα πράγματα δεν εξελίσσονται ευθύγραμμα και καθήκον της ΔΗΜΑΡ είναι να αντισταθεί σε κάθε παλαιοκομματική – πελατειακή νοοτροπία και πρακτική.
Αφού λοιπόν, όπως προκύπτει από το δεύτερο ερώτημα, οι ψηφοφόροι της ΔΗΜΑΡ απορρίπτουν τις λογικές τύπου ΣΥΡΙΖΑ, τότε γιατί δεν νοιώθουν την κυβέρνηση ως δική τους;
Προφανώς επειδή θα επιθυμούσαν μεγαλύτερη και πληρέστερη εμπλοκή της ΔΗΜΑΡ στο κυβερνητικό σχήμα, αφού είναι η κατεξοχήν πολιτική δύναμη που έχει το ηθικό πλεονέκτημα να μη βαρύνεται με τις αμαρτίες του δικομματικού παρελθόντος και στις συνειδήσεις τους αποτελεί τον εγγυητή της δικαιότερης δυνατής κατανομής των βαρών της κρίσης και την πολιτική δύναμη που μπορεί να προωθήσει μεταρρυθμίσεις, απαλλαγμένη από κατεστημένες πελατειακές νοοτροπίες. Μεγαλύτερη εμπλοκή σημαίνει μεγαλύτερες δυνατότητες ελέγχου και μεγαλύτερες δυνατότητες προώθησης των μεταρρυθμιστικών και αναπτυξιακών της προτάσεων. Σε αυτή την εικόνα και σε αυτό το ρόλο θέλουν οι ψηφοφόροι της να ανταποκριθεί η ΔΗΜΑΡ και αυτό θα έπρεπε ως κόμμα να συζητήσουμε και όχι «την επανεξέταση της συμμετοχής μας στην κυβέρνηση στην κατεύθυνση της αποχώρησης» (Α. Νεφελούδης), αντίληψη που, κατά τη γνώμη μου, είναι φοβική και εγκλωβίζει τη ΔΗΜ.ΑΡ σε στενά αριστερά στερεότυπα.
.
.
O Γεράσιμος Γεωργάτος, είναι μέλος της Ε.Ε της ΔΗΜ.ΑΡ, υπεύθυνος για την ευρωπαϊκή και εξωτερική πολιτική