Τα τελευταία χρόνια της κρίσης, η ελληνική κοινωνία δοκιμάστηκε από πολλές οριακές και ακραίες εμπειρίες. Η βιαία προσαρμογή στη δημοσιονομική συνθήκη του χρέους και των Μνημονίων κόστισε πολύ στο ανθρώπινο δυναμικό και στο παραγωγικό κεφάλαιο αυτού του τόπου. Ποτέ άλλοτε όμως η χώρα δεν έφτασε στο χείλος του γκρεμού: κλειστές τράπεζες, έλλειψη ρευστότητας, απονεκρωμένη αγορά, εξαθλιωμένοι πολίτες στις «ουρές» των ΑΤΜ. Η βλάβη για την οικονομία είναι ανήκεστος και οι επιπτώσεις της θα φανούν βέβαια στη μακρά διάρκεια. Μετά το δημοψήφισμα-παρωδία, ο πρωθυπουργός ήταν ένας απόλυτος ηγεμόνας που έβλεπε τη συντριπτική νίκη του να μετατρέπεται ταχύτατα σε μοναχική ήττα, δίπλα στα ερείπια μιας έρημης χώρας.
Όπως σωστά είχαμε προβλέψει όλοι οι πολίτες που στηρίξαμε το «Ναι», το δημοψήφισμα μετατράπηκε, μέσα σε ελάχιστο χρόνο, σε πολιτικό μπούμερανγκ, για την παραμονή της χώρας στο ευρώ και την ευρωζώνη. Ο πρώτος που το κατάλαβε ήταν βέβαια ο πρωθυπουργός, που, μπροστά στον κίνδυνο να αναλάβει ο ίδιος το κόστος μιας χαοτικής χρεοκοπίας και μιας ανεξέλεγκτης ανθρωπιστικής κρίσης, έσπευσε άμεσα να μεταμφιέσει το «Όχι» σε «Ναι». Είναι θετικό γεγονός ότι ο πρωθυπουργός, έστω και την ύστατη ώρα, κατανόησε τις προσωπικές ευθύνες του ενόψει μιας εθνικής τραγωδίας. Για αυτό και απέκλεισε τη ρήξη.
Αλλά πώς φτάσαμε έως εδώ; Είναι αλήθεια πως η διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, εδώ και έξι περίπου μήνες, υπήρξε καταστροφική. Η ανύπαρκτη διαπραγμάτευση, η έλλειψη οργανωμένου σχεδίου, το κενό στρατηγικής, η διεθνής απομόνωση, η καταρράκωση της αξιοπιστίας, η διαχειριστική ανεπάρκεια, οι ερασιτεχνισμοί και οι ιδεοληψίες οδήγησαν τη χώρα σε ένα σημείο που απείλησε πλέον οριστικά την ευρωπαϊκή προοπτική της. Ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε σταδιακά ένα κόμμα «τοξικό» για την ελληνική οικονομία και ένα κόμμα πλήρως ασύμβατο με τους ευρωπαϊκούς κανόνες. Όποιος είδε την πρόσφατη συζήτηση στο Ευρωκοινοβούλιο, κατάλαβε πως ο κ. Τσίπρας ήταν ένας «παράταιρος εταίρος», που προσπαθούσε να κρυφτεί πίσω μια κνίτικη διασκευή της «Αντιγόνης» του Σοφοκλή, για το δήθεν υπέρτερο «δίκιο των ανθρώπων». Η «Αντιγόνη» του Τσίπρα ήταν η ατυχής επιλογή μιας τραγωδίας, που, μέσω λανθασμένης μετάφρασης, άρχισε να μοιάζει με τους στίχους από το γνωστό άσμα «Με μια πιρόγα»: «αγάπη που σε λέγαμ’ Αντιγόνη»[1]. Μπερδεύοντας τον Σοφοκλή με τον Άλκη Αλκαίο (και κυρίως με τον Θάνο Μικρούτσικο), ο κ. Τσίπρας κατέληξε στη δευτερολογία του να εννοεί πως η Ελλάδα είναι ένα «πεδίο βολής φτηνό/ που ασκούνται βρίζοντας ξένοι φαντάροι».
Λίγες μέρες μετά, στην ελληνική Βουλή, ο πρωθυπουργός ζητούσε βιαστικά μια μεταμεσονύκτια εξουσιοδότηση για να σώσει τη χώρα από το GREXIT? να αποτρέψει δηλαδή ένα ενδεχόμενο που το κόμμα του καλλιέργησε συστηματικά, εδώ και χρόνια, αθροίζοντας τις «συνιστώσες της δραχμής» με τους πιο αντιδραστικούς κύκλους της Ευρώπης. Η αντιπολίτευση, αναγνωρίζοντας το μερίδιο εθνικής ευθύνης που της αναλογεί σε αυτές τις κρίσιμες ώρες, προσέφερε την απαραίτητη συναίνεση αλλά όχι και την εκβιαστική συνενοχή στα σχέδια των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. (Όλα και όλοι θα κριθούν στην ώρα τους). Το βασικό πρόβλημα άλλωστε του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν η συναινετική αντιπολίτευση αλλά η ασυμβίβαστη ΠτΒ κ. Ζωή Κωνσταντοπούλου που είχε προγραμματίσει το δική της show, «χαράματα η ώρα τρεις».
Κάπως έτσι φτάσαμε στο σκληρό «Μνημόνιο 3». Είναι σαφές πως η νέα συμφωνία καταστρέφει το προηγούμενο «πολιτικό DNA» του ΣΥΡΙΖΑ, ακυρώνει την αντιμνημονιακή ρητορική του, ενταφιάζει οριστικά το «Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» και δρομολογεί ραγδαίες εξελίξεις για όλο το πολιτικό σκηνικό? ιδιαίτερα για το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, που πλέον η δύσκολη συνύπαρξη των «δραχμικών» με τους «κυβερνητικούς» μπορεί να μπει ενδεχομένως ακόμη και σε τροχιά διάσπασης.
Σε κάθε περίπτωση, ο πρώτος κυβερνητικός σχηματισμός «με κορμό την αριστερά», έτσι όπως τον γνωρίσαμε έως τώρα, εξελίχτηκε πράγματι σε μια σύντομη «αριστερή παρένθεση». Σε λιγότερο από έξι μήνες, ο κ Τσίπρας, και ιδίως όταν βρέθηκε μπροστά στην πιο κρίσιμη απόφαση της πολιτικής του διαδρομής, αναζήτησε (και τελικά βρήκε) στήριξη σε μια νέα πλειοψηφία που δεν αποτελείται πια μόνο από τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αλλά από τα κόμματα της αντιπολίτευσης (ΝΔ-ΠΟΤΑΜΙ-ΠΑΣΟΚ). Σε λίγες μέρες, η κομματική μοναξιά του κ. Τσίπρα θα γίνει ακόμη μεγαλύτερη, καθώς θα πρέπει να αποφασίσει αν η εφαρμογή της νέας συμφωνίας θα στηριχτεί από το σχήμα της (χαμένης πλέον) αρχικής κοινοβουλευτικής «εμπιστοσύνης» ή θα ενισχυθεί από ένα ευρύτερο σχήμα «εθνικής ανασυγκρότησης», που θα αντιστοιχεί στη δια-παραταξιακή πολιτική βούληση για την παραμονή της χώρας στην ενωμένη Ευρώπη.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο επικείμενος ανασχηματισμός θα είναι πιθανώς το πρώτο βήμα ενός νέου ευρύτερου φιλευρωπαϊκού συνασπισμού εξουσίας, με ειδικό σκοπό τη σωτηρία της χώρας, για τα επόμενα, τουλάχιστον δύο, χρόνια. Θα μπορέσει άραγε ο κ. Τσίπρας να πρωταγωνιστήσει σε αυτή τη διαδικασία ή θα επιλέξει να κρυφτεί και πάλι πίσω από μερικά ηρωικά τσιτάτα αντίστασης και περηφάνιας; Με άλλα λόγια, ο πρωθυπουργός θα πρέπει να αποφασίσει αν θα συνεχίσει να συμβουλεύεται την «αριστερά της μπαρούφας» και «την παρέα της Αίγινας» ή αν θα προσχωρήσει σε ένα άλλο πολιτικό σχέδιο, με κύριο ζητούμενο την ανόρθωση της οικονομίας, τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αλλά και την εξαιρετικά επώδυνη λιτότητα. Ελπίζω ότι ο πρωθυπουργός θα σταθεί στο ύψος της θεσμικής του θέσης και δεν θα αποδράσει από την πραγματικότητα. Άλλωστε, τις τελευταίες μέρες, θα πρέπει να κατάλαβε πως τελικά κανείς δεν μπορεί να είναι ηγεμόνας σε μια έρημη χώρα, στην οποία το σκιάχτρο της καταστροφής θα γράφει: «πρώτη φορά αριστερά».
1. Αγάπη που σε λέγαμ` Αντιγόνη
Δημοσιεύτηκε στο dimartblog.com