Η οικονομική κρίση αποτελεί μια πραγματικότητα σε εθνικό, αλλά και ευρωπαϊκό επίπεδο. Η ανεργία και η φτώχια πλήττουν όλο και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού, μεταξύ αυτών και τις γυναίκες. Με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τον Ιανουάριο του 2013 η ανεργία σκαρφάλωσε στο 27,2%, ενώ στις γυναίκες το ποσοστό ανεργίας άγγιξε στο 31,4% και στους άνδρες το 23,9% .
.
Αλλά και στον εργασιακό χώρο, η διάκριση των φύλων παραμένει ιδιαίτερα έντονη. Με βάση την Έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη 2012 σχετικά με τον «έλεγχο της εφαρμογής της ίσης μεταχείρισης των γυναικών και ανδρών στην εργασία», αναφέρεται ότι το 41,80% των γυναικών αντιμετωπίζει άνιση μεταχείριση στους όρους και στις συνθήκες εργασίας και το 30,20% άνιση μεταχείριση ως προς τη λύση της σχέσης εργασίας. Ειδικότερα:
.
– Αμοιβές ανδρών και γυναικών: Σε ευρωπαϊκό επίπεδο οι γυναίκες αμείβονται συνολικά κατά 18% λιγότερο από τους άνδρες για την προσφορά ίσης εργασίας ενώ η Ελλάδα κατατάσσεται 4η από το τέλος με διαφορά στις αμοιβές ανδρών και γυναικών. Οι στατιστικές δείχνουν επίσης ότι η διαφορά στις αμοιβές αυξάνει με την ηλικία, κάτι που σημαίνει ότι οι γυναίκες αντιμετωπίζουν τις συνέπειες της κατάστασης αυτής εφ’ όρου ζωής, καθώς η διαφορά παραμένει και για τις συντάξεις που θα λάβουν οι γυναίκες.
.
– Συνθήκες εργασίας: Η κρίση έχει καταργήσει θέσεις πλήρους απασχόλησης, αντικαθιστώντας τες με νέες μορφές επισφαλούς και ευέλικτης εργασίας. Αυτό σημαίνει μειωμένο και ευέλικτο ωράριο με μειωμένο μισθό και ελαστικοποίηση των όρων εργασίας και απολύσεων. Το ποσοστό των γυναικών που καταλαμβάνουν τέτοιες θέσεις εργασίας, είτε ως νεοεισερχόμενες στην αγορά, είτε ως ήδη εργαζόμενες, είναι ήδη αυξημένο. Με βάση τα στοιχεία, οι γυναίκες που αμείβονται χαμηλότερα και απασχολούνται σε μεγάλο βαθμό εκ περιτροπής ή με άλλες μορφές ελαστικής απασχόλησης, οδηγούνται σε περαιτέρω υποβάθμιση και φτωχοποίηση, ιδίως οι νέες γυναίκες, αλλά και οι γυναίκες-αρχηγοί μονογονεϊκών οικογενειών.
.
Σε αυτό το πλαίσιο, παραμένει ως αναγκαία προτεραιότητα η ενίσχυση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων με την υλοποίηση δράσεων σε δύο διαφορετικά επίπεδα:
.
α) με την επίβλεψη και το συντονισμό της ενσωμάτωσης της διάστασης του φύλου (gender mainstreaming) σε όλες τις κυβερνητικές πολιτικές, και
.
β) με τη χάραξη, εφαρμογή και εποπτεία ειδικών δράσεων για την προώθηση της ισότητας.
.
Η υλοποίηση των παραπάνω αποτελεί απαραίτητη και διακριτή πολιτική, όπως προκύπτει από τις διεθνείς υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η χώρα μας στο πλαίσιο του ΟΗΕ (ιδίως της Σύμβασης CEDAW) και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού η ισότητα των φύλων είναι θεμελιώδης αρχή της ευρωπαϊκής πολιτικής και επιβάλλεται ως προτεραιότητα στα κράτη μέλη της.
.
Για την επίτευξη των παραπάνω απαιτείται η αναβάθμιση και όχι η υποβάθμιση των θεσμών που σχετίζονται με την εφαρμογή πολιτικών και υλοποίηση δράσεων για την ισότητα των φύλων, όπως η Γενική Γραμματεία Ισότητας Φύλων (ΓΓΙΦ), αλλά και η στήριξη δομών όπως τα Κέντρα υποστήριξης, οι περιφερειακές και αποκεντρωμένες δομές, τα προγράμματα ευαισθητοποίησης και κατάρτισης γυναικών κ.λπ.
.
Ταυτόχρονα, η τρικομματική κυβέρνηση που έχει αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας, θα πρέπει να αντιμετωπίσει τα ζητήματα αυτά με συναινέσεις και ιδιαίτερα το στοίχημα της προώθησης και ισόρροπης συμμετοχής των γυναικών και ανδρών σε όλους τους δημοκρατικούς θεσμούς, στα κοινά και στα κέντρα λήψης αποφάσεων.
.
Πολύτιμη ευκαιρία για την ανάδειξη της αναγκαιότητας, υποστήριξης και εφαρμογής των πολιτικών που προωθούν την ισότητα των Φύλων για την Ελλάδα, θα μπορούσε να είναι η ανάληψη της Ευρωπαϊκής Προεδρίας από τη χώρα μας για το Α΄ εξάμηνο του 2014. Μεταξύ των άλλων θεμάτων που θα τεθούν στην ατζέντα των προτεραιοτήτων της χώρας, η προώθηση δέσμης προτάσεων για την ισότητα των φύλων σε όλους τους τομείς της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, θα αποτελούσε σημαντική (και συμβολική) παρέμβαση, σε μια Ευρώπη που χρειάζεται όσο ποτέ να ενισχύσει ουσιαστικά την «ανθρώπινη, δίκαιη και δημοκρατική ταυτότητά της».