Εργασία γυναικών: Γιατί έχει σημασία

Αντιγόνη Λυμπεράκη 14 Ιουλ 2017

Η απάντηση περιλαμβάνει οικονομικά και ηθικά επιχειρήματα, τόσο στο επίπεδο του ατόμου όσο και της κοινωνίας. Η εργασία συσχετίζεται με την ευημερία, την ελευθερία επιλογής και την προσωπική ικανοποίηση.

Από τη σκοπιά της κάθε γυναίκας ξεχωριστά, η δουλειά συμβάλλει στη χειραφέτησή της και της δίνει περιθώριο να κάνει επιλογές για τον τρόπο που θα ζήσει τη ζωή της: αυξάνει λοιπόν την ελευθερία. Παράλληλα, όσο περισσότερες γυναίκες εργάζονται τόσο ενισχύεται ο εκδημοκρατισμός της οικογένειας και αυξάνεται η ελευθερία των ανθρώπων να κάνουν επιλογές.

Από τη σκοπιά της κοινωνίας, η εργασία των γυναικών συμβάλλει στην ανάπτυξη και στην ευημερία, προσθέτει πλούτο και αξιοποιεί τις δεξαμενές ανθρώπινου κεφαλαίου. Προσφέρει μακροοικονομικά οφέλη (τόνωση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης) και ταυτόχρονα επενεργεί ανακουφιστικά σε διαρθρωτικά προβλήματα, όπως η διανομή του εισοδήματος και η καταπολέμηση της φτώχειας. Η πρόσβαση των γυναικών στην αμειβόμενη εργασία εφοδιάζει τις ίδιες και τις οικογένειές τους με εισόδημα, και λειτουργεί σαν αποτελεσματική ασπίδα κατά της φτώχειας. Επιπλέον, σε εποχές δημογραφικής στασιμότητας, η αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην απασχόληση θωρακίζει τις κοινωνίες από τις συνέπειες της γήρανσης και της συρρίκνωσης του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας.

Η απασχόληση των γυναικών, λοιπόν, συσχετίζεται με περισσότερη ευημερία και λιγότερη φτώχεια με τρεις τρόπους: Πρώτον, τονώνει τους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης. Έχει υπολογιστεί ότι αν οι χώρες του ΟΟΣΑ καταφέρουν να μειώσουν έστω και μόνο στο μισό τη διαφορά στα ποσοστά απασχόλησης των ανδρών και των γυναικών, θα προστεθεί επιπλέον πλούτος στην οικονομία ίσος με 6% του ΑΕΠ μέχρι το 2030. Δεύτερον, περιορίζει τις ανισότητες. Η Κριστίν Λαγκάρντ, διευθύντρια του ΔΝΤ, ανέφερε, σε διάσκεψη κορυφής το 2016, ότι αν εξαλειφθεί η ανισότητα ανάμεσα στους άνδρες και στις γυναίκες, θα σημειωθεί τόσο μεγάλη βελτίωση στη διανομή του εισοδήματος που θα είναι σαν να μετακομίζει κανείς από την ανισότητα της Βενεζουέλας στο επίπεδο ανισότητας της Σουηδίας. Τρίτον, δίνει ώθηση στην αύξηση της παραγωγικότητας και στην καινοτομία επειδή αυξάνει την ποικιλία των χαρακτηριστικών των εργαζομένων (diversity supports diversification). Τέλος, αυξάνει την ελευθερία των επιλογών και συνεισφέρει αυτόνομα σε μετρήσιμη αύξηση της προσωπικής ικανοποίησης, ενώ η απασχόληση των γυναικών δεν επηρεάζει αρνητικά την απασχόληση των ανδρών.

Σε τελική ανάλυση, όμως, τα οικονομικά επιχειρήματα υπέρ της ενίσχυσης της οικονομικής θέσης των γυναικών αποτελούν μόνο τμήμα του ευρύτερου επιχειρήματος υπέρ της ισότητας: η ισότητα καθεαυτή είναι ένα ηθικό πρόταγμα, καθώς προάγει τη δικαιοσύνη και τις ευκαιρίες ζωής για όλους. Όμως, παρά τα πολλαπλά οφέλη που φέρνει η κινητοποίηση των γυναικών στην οικονομική ζωή, δεν υπάρχει αυτοματισμός: για να μετατραπεί η περισσότερη εργασία των γυναικών σε ανάπτυξη και ευημερία πρέπει να συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις που διασφαλίζονται από τη μεσολάβηση των θεσμών. Εδώ συγκαταλέγεται η νομοθεσία περί ίσης αμοιβής, καθώς και η ευελιξία διευθέτησης του χρόνου εργασίας. Επίσης η διαθεσιμότητα, το κόστος και η ποιότητα των διαθέσιμων υποδομών φροντίδας μπορεί να αυξάνει ή αντίθετα να μειώνει τη δυνατότητα των γυναικών να εργαστούν όσο και όπως επιθυμούν.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ακόμα και σήμερα, οι γυναίκες βρίσκονται μεταξύ δύο κόσμων: ισορροπούν -με διαφορετικό βαθμό επιτυχίας- ανάμεσα στον κόσμο της αγοράς εργασίας και στον κόσμο της οικογένειας. Μεταξύ τους δεν υπάρχουν στεγανά και συχνά οι ίδιες δραστηριότητες εμφανίζονται και στους δύο αυτούς κόσμους με μεγαλύτερες ή μικρότερες ­παραλλαγές. Αντιμέτωπες με ποικίλες πιέσεις που δημιουργούν εντάσεις γύρω από τη χρήση του -πεπερασμένου- χρόνου, οι γυναίκες καλούνται να πάρουν μεγάλες και μικρές αποφάσεις: αν θα εργαστούν, πόσες ώρες θα αφιερώσουν στη δουλειά τους, πόση προσπάθεια θα επενδύσουν στην επαγγελματική τους εξέλιξη, πόσα παιδιά θα κάνουν, πόσες ώρες θα τα φροντίσουν, από πού θα αναζητήσουν συνδρομή στις απαιτήσεις φροντίδας που ανακύπτουν (άλλοτε προγραμματισμένες και άλλοτε ξαφνικές). Και ενώ η κάθε απόφαση που παίρνουν ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένο φάσμα αναγκών και πιέσεων, η κάθε απόφαση με τη σειρά της προκαλεί τις δικές της παρενέργειες και στους δύο κόσμους: ανοίγει και κλείνει μια νέα βεντάλια επιλογών (και απαιτήσεων).

Η εικόνα περιπλέκεται περισσότερο, επειδή και οι δύο κόσμοι αναφοράς (η αγορά εργασίας και η οικογένεια) δεν είναι ούτε σταθεροί ούτε αναλλοίωτοι, αλλά αντίθετα αλλάζουν γοργά. Ο κόσμος της εργασίας αλλάζει κάτω από την πίεση των νέων παραγωγικών και καταναλωτικών μετατοπίσεων, των νέων τεχνολογικών δυνατοτήτων, αλλά και σαν αποτέλεσμα της μαζικής εισόδου των γυναικών στην απασχόληση. Ο κόσμος της οικογένειας αλλάζει και αυτός ως αποτέλεσμα του νέου οικονομικού ρόλου της οικογενειακής μονάδας, των δυνατοτήτων επιλογής του αριθμού των παιδιών, των αλλαγών στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τους ρόλους ανδρών, γυναικών και παιδιών, αλλά και των αλλαγών στις ιδέες, στις αξίες και στις ταυτότητες.

 

Πού βρισκόμαστε σήμερα;

Δεν χωράει αμφιβολία ότι η ισότητα στα δικαιώματα και το δικαίωμα ίσων ευκαιριών στην απασχόληση έχει πετύχει πολλά και σημαντικά. Αλλού περισσότερο, και αλλού λιγότερο, τα βήματα προς την ισότητα είναι ορατά ακόμα και δια γυμνού οφθαλμού. Όμως, στην ισότητα δεν έχουμε φτάσει, ούτε εμείς με τη στενή έννοια (οι Ελληνίδες) αλλά ούτε και οι αδελφές μας στη σκανδιναβική Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική. Παρά τις πολιτικές συμφιλίωσης, παρά τις πολιτικές ενίσχυσης των γυναικών σε πολλούς τομείς, το χάσμα φύλου επιμένει και στην απασχόληση και στις αμοιβές. Μήπως αυτό σημαίνει ότι οι γυναίκες συμπεριφέρονται διαφορετικά από τους άνδρες, ακόμα κι αν οι συνθήκες που επικρατούν εξασφαλίζουν την απόλυτη ισότητα ευκαιριών; Αυτό το ερώτημα -αν δηλαδή οι διαφορές στα φύλα είναι αποτέλεσμα κοινωνικοποίησης ή βιολογικά προσδιορισμένες (και άρα μη αντιστρέψιμες)- εξετάζεται στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου.

Στο δεύτερο κεφάλαιο, ξετυλίγεται η Μεγάλη Εικόνα προκειμένου να απαντηθεί το ερώτημα: «πόσο έχει προχωρήσει η ισότητα στην εργασία ανάμεσα στα φύλα;». Επικεντρώνεται εκεί που υπάρχει μεγαλύτερη πρόοδος -ΗΠΑ και Ευρώπη- θεωρώντας πως ό,τι έχει γίνει εκεί είναι, υπό μια έννοια, προπομπός όσων θα γίνουν αλλού ή εκείνων που μπορεί να γίνουν. Κεντρικό σημείο προβληματισμού και αναζήτησης είναι η απάντηση στο ερώτημα: πού έχει φτάσει η ισότητα; Μήπως είναι πια ξεπερασμένο θέμα; Μήπως έχει κολλήσει; Και αν ναι, πού;

Στο τρίτο κεφάλαιο, γυρίζουμε στην Ελλάδα. Στο θέμα της ισότητας, όπου οι μεταρρυθμίσεις κινητοποίησαν μεγάλο πολιτικό και χρηματικό κεφάλαιο, η συγκομιδή απέδωσε σχετικά περιορισμένους καρπούς. Ποιος ήταν ο λόγος αυτής της αποτυχίας και πώς αυτή συνδυάζεται με τις επιπτώσεις της βαθιάς οικονομικής κρίσης; Υπάρχει ο κίνδυνος να πισωγυρίσουμε;

Στο σημείο αυτό ολοκληρώνεται η περιήγηση σε όσα γνωρίζουμε, στο τι έγινε και δεν έγινε με την ισότητα στην εργασία. Ποιο είναι το επόμενο βήμα; Πώς θα είναι (ή καλύτερα, πώς θα μπορούσε να είναι) η ισότητα στο μέλλον; Το τέταρτο κεφάλαιο είναι μια άσκηση φαντασίας. Εκεί επιχειρώ να διακρίνω τις μεγάλες (πιθανές) αλλαγές που φέρνει ο νέος κόσμος της τεχνολογίας και της παγκοσμιοποίησης στο τοπίο της εργασίας, προκειμένου να παραθέσω μια υποθετική εικόνα για το πώς θα μετασχηματιστεί το αίτημα της ισότητας μέσα σε αυτό.

Το γενικό συμπέρασμα, που αναλύεται στο επίμετρο, είναι αμφίσημο: πρόοδος σημειώθηκε, αλλά με αστερίσκους. Αλλού τα βήματα κόλλησαν μετά από κάποιο σημείο «περίπου ισότητας» και αλλού υπάρχουν ακόμα περιθώρια (διότι τα εμπόδια επιμένουν). Αυτό που έχει σημασία είναι ότι και οι πρωταθλήτριες και οι βραδυπορούσες αναπτύσσουν ποικίλες στρατηγικές για να αναμετρηθούν με τα εμπόδια της ισότητας στην εργασία. Αλλού περνούν από πάνω και τραυματίζονται, αλλού περνούν από κάτω και αποκλείονται και αλλού περνούν από το πλάι και καθυστερούν.

Τι σημαίνει αυτό για το μέλλον; Η αλήθεια είναι ότι το φύλο θα είναι ένας μόνο παράγοντας σε ένα σύνθετο παζλ. Εκεί θα μπορούσαν να πάνε τα πράγματα προς τα εμπρός, θα μπορούσαν και όχι, θα μπορούσαν να προστεθούν νέα αδιέξοδα στα παλιά ή να βρεθούν λύσεις σε προβλήματα που παραμένουν στο ράφι. Το πώς η μεγάλη εικόνα μεταφράζεται σε ατομικά βιώματα αναλύεται με το να γυρίσουμε στην οικογενειακή φωτογραφία με την οποία αρχίσαμε. Οι τρεις (περίπου συνονόματες) ξαδέλφες, εγγονές της γιαγιάς Αριάδνης από την Πελοπόννησο, έζησαν η καθεμιά τη ζωή της μεταφράζοντας σε βιώματα τα μακροοικονομικά θέματα των ενδιάμεσων κεφαλαίων. Ατενίζουν το μέλλον προβληματισμένες – με διαφορετικό τρόπο και για διαφορετικούς λόγους, όμως. Το τι θα απογίνει η καθεμιά δεν είναι σίγουρο· υπάρχει για την καθεμία ένα καλό και ένα στενάχωρο σενάριο. Είτε κολυμπώντας με το ρεύμα που προεκτείνει τα σημερινά προβλήματα, είτε κόντρα στο ρεύμα, με την αξιοποίηση ευκαιριών. Τη συνέχεια θα τη δώσει η ζωή.

Γυναίκες και εργασία λοιπόν: χτες, σήμερα και αύριο.

mikres-eisagoges-lib

*Το άρθρο αποτελεί απόσπασμα του βιβλίου «Γυναίκες στην οικονομία», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος.