Για μια ακόμη φορά το πολιτικό σύστημα έχασε τη μεγάλη εικόνα στο μακεδονικό, εμπλέκοντας σε εσωτερικές, στενά κομματικές σκοπιμότητες, ένα μεγάλης εμβέλειας εθνικό θέμα που χρόνια τώρα ταλανίζει τη χώρα και κοστίζει ακριβά στην προοπτική της και στην ενίσχυση της διεθνούς θέσης της.
Την αρχή έκανε η κυβέρνηση με τον τακτικισμό και τις απαράδεκτες μεθοδεύσεις που υιοθέτησε στη διαδικασία έγκρισης της Συμφωνίας των Πρεσπών. Σχεδίασε τους χειρισμούς της, όχι με βάση την απαιτούμενη εθνική συνεννόηση, αλλά με στόχους, αφενός, την πόλωση χωρίς καν να ενημερώσει τα κόμματα, παρά μόνο τον Αρχιεπίσκοπο, και αφετέρου, την αναδιάταξη, προς όφελος της, του πολιτικού σκηνικού, όπως διακήρυτταν υψηλόβαθμα στελέχη της.
Η κυβερνητική εργαλειοποίηση βρήκε ως απάντηση, επίσης στενούς κομματικούς τακτικισμούς από τα κόμματα της αντιπολίτευσης που, αντί για υπεύθυνη στάση και ενημέρωση των πολιτών, φούσκωσαν ακόμη περισσότερο τις θυμικού τύπου πλειοψηφικές αντιδράσεις της κοινωνίας, γαλουχημένης άλλωστε σε τέτοιου τύπου αντιδράσεις στο παρελθόν, με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα.
Και αν η ΝΔ είχε τους δικούς της λόγους να ακολουθήσει μια τέτοια ευκαιριακή τακτική, τα αποτελέσματα της οποίας μπορεί να της γυρίσουν μπούμεραγκ, είναι αδιανόητη η στάση τόσο του Ποταμιού που ταλανίστηκε επί μέρες και τελικά διαμοιράστηκε σε διαφορετικές απόψεις, όσο και του ΚινΑλ, σε αντίθεση με την παράδοση του χώρου και τη διαφορετική άποψη των άλλων κομμάτων και κινήσεων που το συναποτελούν μαζί με το ΠΑΣΟΚ, ως ομοσπονδιακού τύπου σχήμα (ΚΙΔΗΣΟ, ΔΗΜΑΡ, ΠΟΤΑΜΙ πριν αποχωρήσει, Κινήσεις Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία, προσωπικότητες του χώρου).
Δεν μπορεί όμως για τους οι τακτικισμούς αυτούς να «τιμωρηθεί» ξανά η χώρα, με απόρριψη μιας Συμφωνίας που είναι ότι καλύτερο έχει επιτευχθεί τα τελευταία 30 χρόνια, όχι λόγω Τσίπρα, αλλά γιατί άλλαξε η ηγεσία στη FYROM, η διεθνής συγκυρία και η γεωπολιτική στην περιοχή που ανήγε σε πρώτης προτεραιότητας θέμα την επίλυση της διαφοράς Ελλάδας-FYROM. Δεν είναι τυχαία η τόσο έντονη αντίδραση της Ρωσίας. Αυτή είναι η μεγάλη εικόνα.
Ας μην αγνοούμε άλλωστε, ότι κάθε συμφωνία για την επίλυση ενός τόσο σύνθετου προβλήματος, αναγκαστικά εμπεριέχει συμβιβασμούς. Παρόλα αυτά, η τελική συμφωνία λύνει τα κύρια ζητήματα που πάντα διεκδικούσαμε (σύνθετη ονομασία έναντι όλων, αλλαγή συντάγματος, αλυτρωτικά κλπ), ενώ η μεν γλώσσα ως μακεδονική σλαβικής προέλευσης ήταν ήδη κατοχυρωμένη εδώ και 40 χρόνια στον ΟΗΕ, η δε ταυτότητα αναφέρεται στην ιθαγένεια των κατοίκων (σλάβων, αλβανών κα) της Βόρειας Μακεδονίας και όχι στην εθνότητα. Τα όποια αρνητικά και οι ασάφειες που ασφαλώς υπάρχουν πχ για την εμπορική και τις άλλες χρήσεις του όρου «μακεδονικός/ή» θα επιλυθούν συναινετικά στην κοινή Επιτροπή Ελλάδας-Βορ. Μακεδονίας, αλλά και στις διαπραγματεύσεις των επιμέρους κεφαλαίων για την ένταξη της Βορ. Μακεδονίας στην ΕΕ.