Το βιβλίο “Ο Βασίλης -ψευδώνυμο Γιάννης- στην αριστερά (1971-2008)”, του Θόδωρου Σούμα, εκδ. Επίκεντρο, περιγράφει την πορεία ενός σχετικά αντιπροσωπευτικού, δημοκρατικού κι ανήσυχου νέου της εποχής της δικτατορίας και της μεταπολίτευσης, που θέλει να προσφέρει στην ανατροπή της χούντας, στην οικοδόμηση της δημοκρατίας και στην κοινωνική προκοπή της χώρας του, γραμμένο με κριτική διάθεση, αυτοσαρκαστικό βλέμμα και χιούμορ, κι εμπλουτισμένο με εμπειρίες από τη ζωή των αντιδικτατορικών Ελλήνων και δη διανοουμένων, στη δημοκρατική Ευρώπη.
Το πεζογράφημα “Ο Βασίλης –ψευδώνυμο Γιάννης– στην αριστερά (1971-2008)” αποτελεί μια κριτική πολιτική μαρτυρία της εποχής 1971 έως το 2008, λίγο πριν τη χρεοκοπία της ελληνικής οικονομίας. Πρόκειται για μια βιωματική ιστορία της δικτατορίας και της μεταπολίτευσης. Το μεγάλο μέρος του αποτελείται από αυθεντικές εμπειρίες. Λίγα κομμάτια είναι μυθοπλαστικής έμπνευσης, αλλά έχουν κι αυτά αφετηρία την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα της εποχής και των οργανωμένων αγωνιστών στην ανανεωτική ευρωαριστερά, νέων και μεσηλίκων. Το πεζογράφημα-μαρτυρία αφηγείται με κριτικό βλέμμα, ψυχραιμία και διαύγεια, ενίοτε χιουμοριστικά κι αποστασιοποιημένα, αποδραματοποιημένα, και άλλοτε συναισθηματικά και δραματικά, όταν χρειάζεται, την πολυετή και σύνθετη ιστορία της ένταξης και ύπαρξης ενός νέου, και των φίλων συναγωνιστών του στην αντιδικτατορική πολιτική, επί δικτατορίας και, μετά την πτώση της, στην ανανεωτική ευρωαριστερά, στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, έως και τα χρόνια της μεταπολίτευσης και της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, της διακυβέρνησης της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, μέχρι τη χρεοκοπία. Το βιβλίο “Ο Βασίλης -ψευδώνυμο Γιάννης- στην αριστερά (1971-2008)” είναι η πολιτική μαρτυρία μου από τα χρόνια που οργανώθηκα στην ανανεωτική ευρωαριστερά, στο ΚΚΕ εσωτερικού, επί δικτατορίας και έως τη διάλυσή του επί μεταπολίτευσης, τον μετασχηματισμό του σε ΕΑΡ, και κατόπιν έως τα χρόνια του σημιτικού πασοκικού εκσυγχρονισμού και του Συνασπισμού. Επίσης, η βιωματική μαρτυρία εμπεριέχει τις εμπειρίες μου από τον χώρο του σινεμά και των κινηματογραφικών ταινιών εκείνης της εποχής, τον οποίο σπούδασα και στον οποίο εργάστηκα.
Το βιβλίο πήρε την οριστική μορφή του λίγο πριν εκδοθεί, όταν ενσωμάτωσα σ'αυτό ορισμένες άμεσες, απροκάλυπτες πολιτικές εκτιμήσεις μου. Επέλεξα αυτόν τον “δισυπόστατο” τίτλο με το όνομα Βασίλης και το ψευδώνυμο Γιάννης, γιατί ήθελα να τονίσω πως ο ήρωάς μου, ο σωσίας μου Βασίλης, είχε πολλές περσόνες, περιέκλειε μέσα του αρκετές αναζητήσεις, τάσεις και προσωπικότητες, χρησιμοποιώντας ψευδώνυμα, που άλλωστε επί δικτατορίας ήταν απαραίτητα στους αντιστασιακούς.
Η διήγηση και ο πρωταγωνιστής της πηγαινοέρχονται στην Ελλάδα ή διασχίζουν το Βέλγιο, τη Γαλλία και μια χώρα του “υπαρκτού σοσιαλισμού”, τη Ρουμανία, όπου εκπαιδεύεται πολιτικά ο κεντρικός ήρωας. Το βιβλίο αποτελείται από τρία μέρη. Και στα τρία μέρη υπάρχουν ταξίδια από τη μία χώρα σε άλλη: α) Στο Βέλγιο, στο ΠΑΜ και στο ΚΚΕεσωτ επί δικτατορίας. Ο Βασίλης αποφασίζει να οργανωθεί σε μια αντιδικτατορική οργάνωση για να βοηθήσει κι αυτός να πέσει η δικτατορία στην Ελλάδα. β) Στο Παρίσι και στο “κόκκινο” Πανεπιστήμιο της Βενσέν επί χούντας. γ) Μετά την κατάλυση της δικτατορίας, στην Ελλάδα.Με την πτώση της χούντας οι επαφές που είχε με μέλη του κόμματος φέρνουν τον Βασίλη σε επικοινωνία με τον υπεύθυνο της βορειοδυτικής αχτίδας συνοικιών Αθήνας του ΚΚΕεσωτερικού, έναν καταξιωμένο, γέρο αγωνιστή, διαυγή και ψύχραιμο, που έχει πάρει μέρος, πολύ έντονα, σε όλα τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα της χώρας.
Το μυθιστορηματικό και παράλληλα αυτοβιογραφικό αφήγημα “Ο Βασίλης –ψευδώνυμο Γιάννης– στην αριστερά (1971-2008)” δεν διηγείται ηρωικές ή επαναστατικές, συνταρακτικές πράξεις, παρά μόνο την καθημερινότητα μερικών, ανήσυχων, πολιτικοποιημένων νέων και ορισμένων, πολιτικοποιημένων, ανήσυχων μεσηλίκων της ευρωαριστεράς. Οι άνθρωποι αυτοί, αν και τοποθετημένοι σε ένα οριοθετημένο πολιτικό πλαίσιο, έχουν τις περισσότερες φορέςσυνείδηση της κοινωνίας που τους περικλείει. Μα, εξίσου συχνά, δεν καταφέρνουν να επιλύσουν τα οικονομικοπολιτικά προβλήματά της και τις αντιφάσεις της παρότι το επιδιώκουν επίμονα. Η κριτική ματιά της μυθιστορηματικής μαρτυρίας μου εντείνεται βαθμιαία, όσο ο ήρωας εμπλουτίζει τις κοινωνικές και πολιτικές εμπειρίες του, οι οποίες τον κάνουν να δει αμερόληπτα, με καθαρό μυαλό και να απομυθοποιήσει πολλά θέσφατα, πολλές παραδεδεγμένες και ετοιμοπαράδοτες αριστερές “αλήθειες”. Πιστεύω πως προβάλλω μια βαθμιαία ολοένα και πιο έντονα κριτική και αυτοκριτική ματιά πάνω στην ύπαρξη, τη λειτουργία και το ρόλο της ελληνικής αριστεράς και δη της ανανεωτικής. Δίνω ευκαιρίες στον αναστοχασμό, στην αυτεπίγνωση και αυτοκριτική, που συνοδεύονται από σκωπτικό βλέμμα και έπαινο στη ζωή, στα νιάτα, στον αγώνα για ελευθερία, δικαιώματα, διεύρυνση της δημοκρατίας και καταπολέμησης της ανισότητας, στην αποκαθήλωση των ψευδαισθήσεων και των άστοχων ουτοπικών οραμάτων, στη γείωση στις ωφέλιμες, πραγματικές κι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, αλλαγές και βελτιώσεις της ελληνικής κοινωνίας, του κράτους και της οικονομίας της.
Πολύ κριτικό και ενίοτε επικριτικό έναντι της αριστεράς, ακόμη και της ανανεωτικής (του ΚΚΕ εσωτερικού, του οποίου ήταν επί δικτατορίας, μέλος ο συγγραφέας) είναι και το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα “Ερασιτέχνης επαναστάτης”, του συγγραφέα και πρώην σκηνοθέτη και μαθηματικού, Απόστολου Δοξιάδη, από τις εκδ.Ίκαρος. Το βιβλίο του Απ.Δοξιάδη διαθέτει οξύ, κριτικό, διαβρωτικό, πολιτικό βλέμμα, ενίοτε χιουμοριστικό, σκωπτικό, σχετικά με τις αγκυλώσεις, τη γραφειοκρατία, τον παραδοσιακό κι ορθόδοξο, κομμουνιστικό δογματισμό, τις θεωρητικολογίες και το πολύ μπλα μπλα στην ανανεωτική αριστερά. Από μακριά στο χρόνο κι από ψηλά, οι διαμάχες των αριστερών, νεολαιίστικων στελεχών μοιάζουν με παιχνίδι ή καλαμπούρι νέων. Γι' αυτό αναδεικνύεται και η αστεία πλευρά της προσωπικής μυθιστορίας του Απ.Δοξιάδη και η όψη της φαρσοκωμωδίας ή πολιτικής σάτιρας στο έργο. Μετά τη νοσταλγία που σε καταλαμβάνει αρχικά διαβάζοντάς το, ακολουθεί η ματαιωτική αίσθηση πως για πολύ χρόνο, μέσω των αέναων συζητήσεων και του μπλα μπλα, οι νέοι διύλιζαν σχολαστικά τον κώνωπα, μια εικόνα που από μακριά δείχνει κάπως γελοία. Η απομυθοποίηση που ο Απ.Δοξιάδης κάνει της αριστεράς, του μαρξισμού και του ΚΚΕεσωτ είναι ευφυής, ρηξικέλευθη και οξυδερκής. Ενδιαφέρον έχουν οι κριτικές επισημάνσεις του για τη μαρξιστική θεωρία, τη μέθοδο δράσης και τον τρόπο λειτουργίας των ΚΚ. Αξιοσημείωτη είναι η απομυθοποιητική, αποδομητική ματιά του στα πολιτικά πεπραγμένα της τότε αριστεράς, στη γλώσσα, τη σκέψη και τη μέθοδό της. Το έργο συνιστά σημαντική μαρτυρία για την εποχή της χούντας και τις ανολοκλήρωτες, διστακτικές προσπάθειες ανακαίνισης, επανεφεύρεσης κι αναδημιουργίας των ιδεών, των πρακτικών και των συνηθειών της ανανεωτικής, ευρωκομμουνιστικής αριστεράς. Αξιοπρόσεχτη και ρεαλιστική είναι η περιγραφή των ευρωκομμουνιστών (ΚΚΕ εσωτερικού) στο εξωτερικό και την Ελλάδα.
Ο ουρανός γυρνά ανάποδα για τον νεαρό μαθητή Απόστολο, με την ανελεύθερη, δεσποτική λαίλαπα της χούντας. Το πολιτικό σκηνικό της προσωπικής μυθιστορίας του Απ. Δοξιάδη μεταμορφώνεται επίφοβα κι οδυνηρά, γνωστοί, φίλοι, καθώς και η αδελφή του συλλαμβάνονται. Αλλάζει ως ένα βαθμό και το τοπίο της κουλτούρας και των πολιτιστικών ερεθισμάτων και ενδιαφερόντων του. Νέα πολιτικά γεγονότα εισβάλλουν στο στέρεα δομημένο, αυτοβιογραφικό αφήγημα και στη ζωή του νεαρού Απ.Δ., η επέμβαση των σοβιετικών στην Τσεχοσλοβακία εναντίον του εκδημοκρατισμού που έφερνε ο Ντούμπτσεκ, οι αντιπολεμικές κινητοποιήσεις κόντρα στον πόλεμο του Βιετνάμ και το αντιρατσιστικό κίνημα στις ΗΠΑ, το αντιδικτατορικό, ειδικότερα φοιτητικό, κίνημα και το ΚΚΕ εσωτ, η γραφική και πλουμιστή, εξωτική, εξωκοινοβουλευτική άκρα αριστερά στη Γαλλία, κ.ο.κ.
Κατά συνέπεια, οι ανθρώπινες σχέσεις με όλους τους γνωστούς του, τροποποιούνται κι αποκτά νέους φίλους και συναγωνιστές, στην Ελλάδα, στην Αμερική και στη Γαλλία. Πιο καθοριστικοί, πολιτικά, ο Άξελ Σωτήρης Βαλντέν και οι εκλιπόντες σήμερα Αχιλλέας Ιωαννίδης και Σταύρος Τσακιράκης· ακόμη ο ξάδελφός του Αρίστος Δοξιάδης και ο Περικλής Βαλλιάνος, όλοι νέοι του τότε ΚΚΕεσωτ και του Ρήγα Φεραίου, που επηρεάζουν έντονα με το οργανωμένο μυαλό και την τόλμη τους, τον Βενιαμίν της παράνομης οργάνωσης, Απόστολο. Ο Απ.Δοξιάδης συνεργάζεται με παρρησία μαζί τους και αναλαμβάνει περισσότερο ή λιγότερο επικίνδυνες πολιτικές αποστολές, στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Για να γίνουν όλα αυτά απαιτείται εντιμότητα και αφοσίωση, πάθος για τη δημοκρατία. Οι αντιφασίστες νέοι δεν ξέρουν ακόμη καλά πώς και εάν συνδυάζεται η δημοκρατία με το κομμουνιστικό κίνημα, ιδίως απέναντι στον περιβόητο δημοκρατικό συγκεντρωτισμό και στην πολύ αμφισβητήσιμη δικτατορία του προλεταριάτου... Ο Απόστολος, εναργής, διαυγής, οξύνους, τα αμφισβητεί αμφότερα.
Ο “Ερασιτέχνης επαναστάτης” ξυπνά αναμνήσεις και τη νοσταλγία για την επαναστατική νιότη μας, μας διασκεδάζει και προβληματίζει, μας θέτει ερωτήματα, μας γοητεύει και ψυχαγωγεί. Η ψιλοδουλεμένη αφήγηση, μεεπεξεργασμένη, ισοζυγισμένη πλοκή και πλούτο συναισθημάτων, μας μαγνητίζει και μας παρασύρει. Το βιβλίο έχει εξαιρετική αστυνομική ή σχεδόν κατασκοπική αφήγηση, είναι συναρπαστικό εάν το εκλάβουμε ως πολιτικό θρίλερ, ως ψυχολογικό θρίλερ ή και ως πολιτικό δοκίμιο. Ο Απ.Δοξιάδης έκανε μια επίμονη εργασία για να ανακινήσει τις νεανικές μνήμες μας από την εποχή της δικτατορίας, αλλά και για να οξύνει την ενσυναίσθηση, την αυτο-κριτική ματιά, την επανεξέταση των αντιχουντικών και αριστερών πεπραγμένων. Κεντρίζει το απομυθοποιητικό βλέμμα, με ενδοσκόπηση και αναστοχασμό. Το έργο του συγκινεί μα και βάζει σε βαθιά σκέψη, με τους αδογμάτιστους κι αναθεωρητικούς στοχασμούς του, τις ψυχολογικές αναλύσεις και περιγραφές του. Διάβαζα τον “Ερασιτέχνη επαναστάτη”, του Απόστολου Δοξιάδη όσο έγραφα το βιβλίο μου “Ο Βασίλης –ψευδώνυμο Γιάννης– στην αριστερά (1971-2008)”.
Διάβαζα, ακόμη, το αυτοβιογραφικό δίπτυχο, στις εκδόσεις Κίχλη, των δύο ιδιαίτερων και γοητευτικών, χιουμοριστικών κι ερωτολογικών, βιωματικών μαρτυριών και μυθιστορημάτων μύησης μιας ανήσυχης νέας, στην πολιτική, ερωτική και κοινωνική ζωή, της λογοτέχνιδος, φιλολόγου, καθηγήτριας Πανεπιστημίου και συγγραφέως, Αγγέλας Καστρινάκη. Το πρώτο βιβλίο του διπτύχου, “Και βέβαια αλλάζει!” (2014), περιστρέφεται γύρω από τη μαθητική ζωή του alter ego της, της Ειρήνης, και των Ρηγάδων, στους οποίους ανήκε. Η δεύτερη ατομική μαρτυρία της, “...Κάτι ν' αλλάξει, μα πώς;” (2019), εστιάζει στην πειραματιζόμενη και διερευνητική σε όλους τους προσωπικούς τομείς, πολιτικοποιημένη φοιτητική ζωή της στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκη και στον Ρήγα. Πρόκειται για δύο συν ένα βιβλία που με επηρέασαν στην πορεία της γραφής που ακολούθησε το δικό μου, δύο σημαντικών ανθρώπων που τους αναφέρω και τους ευχαριστώ στην αρχή του δικού μου αυτοβιογραφικού πολιτικού πονήματος-μαρτυρίας για τη δικτατορία και τη μεταπολίτευση...
Να προσθέσω και το αντίστοιχο, πραγματικά καλό κι ενδιαφέρον, βιωματικό βιβλίο και προσωπικό ντοκουμέντο του οικονομολόγου, διεθνολόγου, πανεπιστημιακού και αριστερού αντιστασιακού του ΚΚΕ εσωτερικού, Σωτήρη Βαλντέν, “Δικτατορία και αντίσταση 1967-1974, Προσωπική μαρτυρία”, που δραστηριοποιήθηκε κι αυτός στο Παρίσι επί χούντας όπως ο Απ.Δοξιάδης, με τον οποίο ήταν συνεργάτες στο ΚΚΕ εσωτ., όπως κι εγώ.