Ω’, οποία έκπληξις…ποιός το περίμενε!
Αν όμως δεν είχατε ζαλιστεί από τον ξέφρενο καλπασμό προς την εξουσία και να…την πήραμε και πώπω…την χάσαμε και άντε θα την ξαναπάρουμε και…πώπω την πατήσαμε, δεν θα είχαμε δάκρυα τώρα.
Αλλά, ρε συντρόφια, το παιχνίδι ήταν χαμένο.
Από τότε που ο μαγικός μας κοσμος γκρεμίστηκε μαζί με το τείχος του Βερολίνου.
Και βγήκαν στην φόρα αυτά που όλοι ήξεραν αλλά λίγοι παραδεχόντουσαν.
Γκουλάκ και τέτοια…
Μιά ιδεολογία και μιά πολιτική παράταξη που δεν έχει τίποτα πιά να υποσχεθεί έχει πρόβλημα.
Κόμματα με ιστορία και εμβληματικούς ηγέτες, Μπερλίγκουερ, Μαρσαί, Καρίγιο, εξαερώθηκαν.
Πήγαμε να πιαστούμε από κάτι θολούς ευρωκομμουνισμούς αλλά εις μάτην…
Σχέδιο δεν υπήρχε.
Μόνο η μετατροπή σε κάποιας απόχρωσης Σοσιαλδημοκρατία.
Δηλαδή μιά Αριστερά που απόδεχεται την Δημοκρατία αλλά και τον οικονομικό σύστημα του καπιταλισμού.
Κάτι σε ΠΑΣΟΚ δηλαδή.
Αλλά άντε να το παραδεχτείς.
Είχες και τα σύμβολα σου, τα Μακρονήσια της οικογένειας, τους ασφαλίτες της χούντας, τις συλλήψεις, το ξύλο που σου έριξαν, τα Πολυτεχνεία σου… Δύσκολο.
Μπορεί να μην είχες σχέδιο αλλά είχες ωραίες ιστορίες να διηγηθείς.
Κι ήσουν στο 3% και όλοι σε συμπαθούσαν, ιδιαίτερα στην επέτειο.
Νάσου όμως η ευκαιρία, νάσου κι ο Αρχηγός, και …ναι ρε φίλε, έγινες εξουσία.
Αλλά λίγο το αντιμνημόνιο που έγινε μνημόνιο, λίγο το “Όχι που αποκοιμήθηκε στην αγκαλιά του Ναι”, λίγο ο Καμμένος που ζώστηκε τα φυσεκλίκια του Άρη, η Ραχήλ και η Ζωή , οι Γιάνηδες, οι Αυριανιστές, οι Τσοχατζοπασόκοι, οι Πολάκηδες…το χάσαμε το μαγαζί.
Κάνεις πως τα ξέχασες αλλά αυτό που σίγουρα ξέχασες ήταν το ποιός είσαι, τι δεν ήθελες παλιά να είσαι και που πας.
Κι αναρωτιέσαι “τι έγινε ρε παιδιά;”.
Κι όποιος τολμούσε να σου κάνει κριτική ήταν ακροκεντρώος, μεταμελημένος, μισούσε τα νιάτα του και δεν ξέρω τι…
Λες κι η πολιτική εξαντλείται στην ατομική δικαίωση των νεανικών φαντασιώσεων.
Αντί λίγο να ακούσεις και να σκεφτείς.
Τα αθηναϊκά κλαμπάκια είχαν τον πορτιέρη τους αλλά που να το ξέρεις;
Σύχναζες μόνο στα φεστιβάλ της ΚΝΕ και του Θούριου ή έπινες καφέ στο Φίλιον.
Το έριξες στον ύπνο, ποιός ξέρει τι πολυθρόνες ονειρευόσουνα, κι άφησες την πόρτα ορθάνοιχτη.
Έ, τι να σου κάνει κι ο Κασσελάκης!
Είδε την ευκαιρία και την άρπαξε.
Εμ τι; Αμερικανάκι τον πέρασες;