Βρισκόμαστε σε μια τάξη Μέσης Εκπαίδευσης, στο Λύκειο. Ο υπεύθυνος καθηγητής της τάξης διαπιστώνει ότι 5 από τους μαθητές της τάξης είναι αδύνατοι στη Φυσική, 3 στα Αρχαία, 6 στα Μαθηματικά. Επικοινωνεί με τον διευθυντή του σχολείου και αποφασίζουν ότι οι παραπάνω μαθητές χρειάζονται ιδιαίτερα μαθήματα. Ανατίθενται στους ειδικούς καθηγητές, οι οποίοι έχουν επιπλέον ώρες διδασκαλίας. Τα ιδιαίτερα μαθήματα γίνονται μέσα στο ωράριο του σχολείου την ώρα των αντίστοιχων μαθημάτων, έτσι που οι συγκεκριμένοι μαθητές να μην επιβαρύνονται με επιπλέον ώρες. Εξάλλου, δεν υπάρχουν φροντιστήρια, ούτε ιδιαίτερα μαθήματα από ιδιώτες. Η εκπαίδευση των παιδιών είναι υπόθεση του σχολείου και κανενός άλλου. Οι μαθητές δεν έχουν σάκες, δεν μεταφέρουν πέρα- δώθε βιβλία και τετράδια από το σπίτι στο σχολείο. Σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχουν κάποιες ειδικές ομαδικές ή ατομικές εργασίες, που χρειάζονται περισσότερη έρευνα και μελέτη στο σπίτι. Δεν υπάρχουν εθνικές εξετάσεις, όπως αυτές που αποκαλούμε πανελλήνιες ή πανελλαδικές. Οι εξετάσεις, τα διαγωνίσματα γίνονται σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης με θέματα που στέλνονται από το Υπουργείο Παιδείας, με στόχο να ελεγχθεί κατά πόσο το εκπαιδευτικό σύστημα με τον τρόπο που έχει οργανωθεί πετυχαίνει τους στόχους που έχουν τεθεί και αν χρειαστεί να γίνουν διορθωτικές κινήσεις.
Όσοι από τους απόφοιτους του Λυκείου θέλουν να συνεχίσουν τις σπουδές τους στα ΑΕΙ, υποβάλουν τις αιτήσεις και τα δικαιολογητικά τους σε διάφορα πανεπιστήμια της χώρας, τα οποία επιλέγουν, ανάλογα με τη σχολή και τους βαθμούς κάθε υποψηφίου. Έτσι πχ. Ένας φοιτητής μπορεί να μην γίνει δεκτός στην Ιατρική τους ενός Πανεπιστημίου, αλλά να γίνει δεκτός σε κάποιο άλλο Πανεπιστήμιο.
Οι εικόνες αυτές δεν έρχονται από το μέλλον. Είναι εικόνες που σας μεταφέρω από την εμπειρία μου ως καθηγητής στη Μέση Εκπαίδευση στη Σουηδία την δεκαετία του 70! (Μέχρι που παρασύρθηκα από το επάγγελμα του δημοσιογράφου).
Μέσα στη δίνη των πολιτικών εξελίξεων, των αναλύσεων για το μέλλον της χώρας, στη μάχη της ορθής λογικής κατά του λαϊκισμού (όπου μονίμως το σκόρ είναι 0-1), η κόρη μου η Στέλλα και η φίλη της η Υβόνη έχουν εξαντληθεί – τα «έχουν φτύσει»- αυτές τις μέρες στο διάβασμα, μέσα σε αυτό τον άθλιο και απάνθρωπο θεσμό των πανελλήνιων εξετάσεων για μια θέση στον ήλιο των ΑΕΙ. Θύματα ενός αναχρονιστικού, αντιπαραγωγικού και αντιπαιδαγωγικού θεσμού, που εξυπηρετεί μόνον την παραπαιδεία την οποία όλοι καταριούνται και καταδικάζουν, που όμως ω του θαύματος επιβιώνει. Στα περίπου 40 χρόνια της μεταπολλίτευσης, οποιαδήποτε προσπάθεια κατεδάφισης αυτού του αναχρονιστικού, αντιπαραγωγικού και εξοντωτικού για τα παιδιά συστήματος, προσέκρουε στην αντίσταση, κυρίως των αυτοαποκαλούμενων προοδευτικών δυνάμεων, και κατέρρεε, προς δόξαν των φροντιστηρίων και των ιδιαίτερων μαθημάτων που πληρώνονται χωρίς αποδείξεις, μία από τις πηγές της φοροδιαφυγής.
Το 2008 οι συνολικές δαπάνες για την παιδεία άγγιξαν τα 14,7 δις ευρώ, από τα οποία τα 5,1 δις προερχόταν από τους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών για «αγορά» εκπαιδευτικών υπηρεσιών πάσης φύσεως: από δίδακτρα σε ιδιωτικά σχολεία και κέντρα ξένων γλωσσών ή γυμναστήρια μέχρι φροντιστήρια και ιδιαίτερα μαθήματα. Μια απίστευτη σπατάλη χρημάτων, εντός και εκτός της μετρήσιμης οικονομίας, με αποτελέσματα για τα οποία δεν είμαστε περήφανοι!!!
Και όταν τα παιδιά εξαντλούνται σε αυτήν την μυλόπετρα των πανελληνίων εξετάσεων, εύχονται απλώς να μην πέσουν στον εξυπνάκια και ανεύθυνο εξεταστή που βάζει θέματα που αποδεικνύονται εκ των υστέρων λανθασμένα, όπως αυτό της Φυσικής. Και ποιος θα αναλάβει να εξηγήσει στην Υβόνη, της οποίας έχει τσακιστεί η αυτοπεποίθηση, ότι αρκεί που βγαίνει η Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων και ακυρώνει το θέμα;
Μήπως όλα τα παραπάνω δεν είναι η ουσία της πολιτικής; Η κοινωνία που φτιάχτηκε, ποντάροντας στην παραπαιδεία, στην παραοικονομία κάθε είδους, στο φακελάκι για να κάνει ο γιατρός την δουλειά για την οποία έχει προσληφθεί από το κράτος; Ποιος μιλά για αυτά αυτή την προεκλογική περίοδο;
Και θα σταματούσα εδώ, εάν μια φίλη δεν μου έλεγε σήμερα στην εποχή της βαθειάς κρίσης που βιώνουμε πως ο γιατρός που θα εγχειρήσει σε ένα κρατικό νοσοκομείο τον πατέρα της, ζητά φακελάκι 5.000 ευρώ! Και όταν της είπα να μην τα δώσει, μου απάντησε: «Δεν είσαι καλά, για την υγεία του πατέρα μου πρόκειται».
Αυτή είναι η Ελλάδα!
O Μιχάλης Κυριακίδης είναι δημοσιογράφος, δ/ντης σύνταξης της «Μ»