Η σημερινή ανακοίνωση του Πρωθυπουργού για την πρόθεσή του να θεσπίσει το δικαίωμα της επιστολικής ψήφου εν όψει των Ευρωεκλογών του Ιουνίου του ‘24 είναι αναμφισβήτητα μια σωστή κίνηση προς την κατεύθυνση της διεύρυνσης και του εκσυγχρονισμού της δημοκρατίας στη χώρα μας. Η επιστολική ψήφος έχει ήδη καθυστερήσει ανεπίτρεπτα να ισχύσει στην Ελλάδα, σε σχέση με τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και γενικά της Δύσης. Το «αναφαίρετο» δημοκρατικό δικαίωμα της ψήφου σκοντάφτει συχνά σε αξεπέραστα πρακτικά εμπόδια απαξιώνοντας τος συλλογικές αποφάσεις των πολιτών.
Στη σχετική αναφορά του στο Υπουργικό Συμβούλιο ο πρωθυπουργός είπε ότι η απόφαση για την καθιέρωση της επιστολικής ψήφου αποτελεί διεύρυνση της δημοκρατικής βάσης και απάντηση στην αυξανόμενη αποχή από τις κάλπες. Ως προς το πρώτο έχει απόλυτο δίκιο. Δεν νοείται σε μια δημοκρατική χώρα το δικαίωμα της ψήφου να εμποδίζεται ουσιαστικά τόσο για τους πολίτες που δεν έχουν την οικονομική ευχέρεια να μετακινηθούν για να ψηφίσουν όσο και για εκείνους που δεν έχουν, για διάφορους λόγους, τη ικανότητα να φτάσουνστην κάλπη είτε ζουν στο εσωτερικό της χώρας στο εξωτερικό.
Σε ότι αφορά την «απάντηση στην αποχή» ο Πρωθυπουργός έχει δίκιο μόνο σε ότι αφορά την αποχή που οφείλεται σε πρακτικούς λόγους. Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος της αποχής οφείλεται στο συνεχώς μειούμενο ενδιαφέρον των πολιτών, ειδικά των νέων, για την πολιτική και τους εκπροσώπους της και, κυρίως, γιατί είναι απαισιόδοξοι για τη δυνατότητά τους να παρέμβουν θετικά με την ψήφο τους στις συνθήκες της ζωής τους. Το μεγάλο αυτό πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί μόνο με την καθιέρωση της επιστολικής ψήφου. Είναι καθήκον των κομμάτων και του πολιτικού συστήματος στο σύνολό του να πείσουν του πολίτες ότι αξίζει πραγματικά να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα.
Η απόφαση για τη θέσπιση της επιστολικής ψήφου θα ληφθεί από το Κοινοβούλιο τον Ιανουάριο του ‘24. Είναι ανάγκη να έχουν ολοκληρωθεί, στο σύντομο διάστημα που μεσολαβεί, οι διαβουλεύσεις μεταξύ της κυβέρνησης και των κομμάτων της αντιπολίτευσης για τις απαραίτητες διαδικαστιικές διευκρινήσεις, θεσμικές εγγυήσεις κλπ ώστε η σημαντική αυτή για τη δημοκρατία θεσμική απόφαση να παρθεί με τη μεγαλύτερη δυνατή πλειοψηφία αν όχι την ομοφωνία της εθνικής αντιπροσωπείας. Η αρνητική εμπειρία από την αποτυχημένη, όπως αποδείχτηκε σε πρώτη φάση, απόφαση για το δικαίωμα ψήφου των Ελλήνων του εξωτερικού δεν πρέπει μα επαναληφθεί.