Δεν θα ήταν υπερβολικός ο ισχυρισμός, ότι το πολιτικό σύστημα έχει αναπτύξει στο έπακρο την ικανότητα να επικοινωνεί πολιτικά στο κοινωνικό επίπεδο με την καλλιέργεια αυταπατών. Ιδιαιτέρως διακρίνονται για τις επιδόσεις τους σε αυτό τον τομέα τα κόμματα, τα οποία διαχειρίζονται κυβερνητική εξουσία ή πληρούν τις προϋποθέσεις για να την διεκδικήσουν. Βεβαίως δεν πάνε πίσω και τα άλλα κόμματα. Απλά δεν έχουν τις ίδιες επιδόσεις ως προς το αποτέλεσμα.
Οι επικοινωνιακές αυταπάτες στηρίζονται είτε στην εξιδανίκευση του ιστορικού παρελθόντος και την ιδεολογικοποίηση του σε σχέση με το παρόν, είτε στην ιδεογικοποιημένη ερμηνεία ακόμη και γεγονότων με μεταφυσική προέκταση(π.χ. Ανάσταση Ιησού) και ανάλογη σύνδεση με το πολιτικό γίγνεσθαι, είτε στην καλλιέργεια φαντασιώσεων στους πολίτες σε σχέση με τις δυνατότητες και την προοπτική τους ως συλλογικού υποκειμένου.
Ως προς την ιδεολογικοποιημένη ερμηνεία ιστορικών δεδομένων και μεταφυσικών φαινομένων έχουν μεγάλο ενδιαφέρον οι δηλώσεις των αρχηγών των κομμάτων σε εθνικές επετείους ή θρησκευτικού χαρακτήρα εορτές. Ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, αφού χαρακτηρίζει ξεχωριστή την φετινή Ανάσταση (Απρίλης 2015), επισημαίνει, ότι «φέρνει μαζί της την αναγέννηση της ελπίδας του λαού μας για ένα καλύτερο αύριο, ένα αύριο που ήδη έχει κάνει τα πρώτα του βήματα» και συνεχίζει «το μήνυμα της σημερινής γιορτής είναι μήνυμα ζωής και δικαιοσύνης, που ακούγεται από την Ελλάδα στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο». Ένα θρησκευτικό μεταφυσικού χαρακτήρα γεγονός μετατρέπεται σε επικοινωνιακό πολιτικό εργαλείο, το οποίο μάλιστα απευθύνεται στο συναισθηματικό κόσμο του πολίτη και προσπαθεί να ενεργοποιήσει φαντασιώσεις σε σχέση με το μέλλον. Διαπιστώνεται δε, ότι «έχουμε κάνει ήδη τη μεγάλη αρχή. Έχουμε το δικαίωμα και τη δυνατότητα να φτάσουμε ως το τέρμα. Η άνοιξη της δημιουργίας πρέπει να δώσει τέλος στον χειμώνα της παραίτησης».
Ο λόγος, που εκφέρεται, είναι γενικευτικός και δεν κάνει συγκεκριμένες αναφορές στον τρόπο επίτευξης του επιθυμητικού αποτελέσματος, το οποίο επίσης δεν παίρνει μορφή και περιεχόμενο. Γενικά και αόριστα γίνεται λόγος για την άνοιξη της δημιουργίας, η οποία θα δώσει τέλος στον χειμώνα της παραίτησης. Βεβαίως θα μπορούσε ένας συνειδητοποιημένος πολίτης με κριτική σκέψη να αναρωτηθεί, εάν η άνοιξη της δημιουργίας έχει επίσης μεταφυσικό φορτίο, όπως και η Ανάσταση του Ιησού και προϋποθέτει ανάλογη πορεία με αυτήν του Ιησού, διότι σε αυτή την περίπτωση μεσολαβεί και ο θάνατος, οπότε η άνοιξη δεν βιώνεται στην ορατή πραγματικότητα. Όταν ο πολιτικός λόγος αποκτά μεταφυσικές προεκτάσεις όμως, αρχίζει να αποστασιοποιείται από τον ορθολογισμό σε επικοινωνιακό επίπεδο και να μην ενεργοποιεί τους πολίτες με κατεύθυνση την κριτική θεώρηση της πραγματικότητας, που τους περιβάλλει. Απλά παραμένουν παρατηρητές των πολιτικών εξελίξεων και εναποθέτουν τις ελπίδες τους στους διαχειριστές της κυβερνητικής εξουσίας, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα συνδιαμόρφωσης των συνθηκών, μέσα στις οποίες θα ζήσουν. Ουσιαστικά γίνονται αντικείμενο χειραγώγησης.
Ιδιαιτέρως αυτή την πολύ δύσκολη περίοδο της πολυδιάστατης κρίσης, στην οποία ευρίσκεται η χώρα, ο πολιτικός λόγος δεν επιτρέπεται να έχει αυτά τα χαρακτηριστικά. Ο τόπος μπορεί να ανακάμψει και να κάνει σωστές και λειτουργικές για το μέλλον του επιλογές, όταν οι πολίτες δεν ακολουθούν απλά τους πολιτικούς και τα διάφορα πολιτικά μορφώματα, επειδή τους φαντασιώνουν με την «άνοιξη της δημιουργίας». Πολύ περισσότερο θα βοηθήσουν τη χώρα και τον εαυτό τους, εάν είναι σε θέση να κατανοήσουν την σύνθετη πραγματικότητα (οικονομική, κοινωνική, γεωπολιτική, ευρωπαϊκή κ.λ.π.), που τους περιβάλλει και μετά βασιζόμενοι στον ορθολογισμό και σε συγκεκριμένο οδικό χάρτη εξόδου από την κρίση, τον οποίο προτείνουν τα κόμματα, να κάνουν τις επιλογές τους. Η δημοκρατία αποκτά ουσιαστικό περιεχόμενο με αυτό τον τρόπο και συμβάλλει καθοριστικά στην διαμόρφωση των προϋποθέσεων για μια βιώσιμη πορεία στο μέλλον, η οποία δεν θα είναι εύκολη.
Και αυτό οφείλεται σε αίτια, τα οποία δεν έχουν ακόμη ξεπερασθεί. Οι παθογένειες της Ελληνικής πραγματικότητας είναι πολλές και αφορούν στο σύνολο των κοινωνικών συστημάτων, από το πολιτικό μέχρι το οικονομικό. Πρέπει δε να υπάρξει ριζική αντιμετώπιση σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα σε συνθήκες κρίσης και με ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας σε κατάσταση φτωχοποίησης και απόγνωσης. Η κοινωνική συνοχή είναι πολύ ευαίσθητη. Επίσης η εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα έχει συρρικνωθεί επικίνδυνα. Γι’αυτό και ο πολιτικός λόγος πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός και να μην στηρίζεται σε γενικεύσεις και εξιδανικεύσεις, οι οποίες δεν έχουν σχέση με την ωμή πραγματικότητα. Η «άνοιξη της δημιουργίας» είναι πολύ μακριά στον ορίζοντα και για να αρχίσει να αποκτά ρεαλιστική αναφορά, πρέπει η κυβέρνηση αλλά και η αντιπολίτευση με συναινετική λογική να σχεδιάσουν την πορεία προς το μέλλον. Ταυτοχρόνως είναι αναγκαία η πραγματοποίηση δύσκολων και οδυνηρών αλλαγών στη δομή των κοινωνικών συστημάτων (δημόσια διοίκηση, υγεία, εκπαίδευση κ.λ.π.), οι οποίες προϋποθέτουν μια πολιτική επικοινωνία, η οποία βασίζεται στον ορθολογισμό και όχι στο θυμικό με ωραιοποιήσεις και φαντασιώσεις. Προς το παρόν δεν γίνεται τίποτα από αυτά.
Το κακό δε είναι, ότι το σύνολο σχεδόν των κομμάτων και ιδιαιτέρως αυτών, που έχουν τη δυνατότητα διεκδίκησης της κυβερνητικής εξουσίας, κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος με τον κυβερνητικό συνασπισμό στο επίπεδο της πολιτικής επικοινωνίας. Καλλιεργούν αυταπάτες σε σχέση με το μέλλον. Δεν αντιλαμβάνονται όλοι, ότι η διάψευση τους θα έχει καταστροφικές επιπτώσεις. Ακόμη και όσοι συμμετείχαν στη διακυβέρνηση του τόπου στο παρελθόν συνεχίζουν να αγνοούν την εκρηκτική κατάσταση, στην οποία συνέβαλε και η δική τους πολιτική λειτουργία και ουσιαστικά αυτοδικαιώνονται. Είναι πολύ χαρακτηριστική η δήλωση του πρώην πρωθυπουργού και αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας με αφορμή την Ανάσταση. Αφού εύχεται προκοπή και υγεία στον Έλληνα πολίτη, συνεχίζει «και στην πατρίδα μας να βγει γρήγορα από τα δύσκολα και να δικαιωθούν, να πιάσουν τόπο, επιτέλους, οι θυσίες του ελληνικού λαού». Κατ’αυτόν όλα έγιναν καλά κατά τη διάρκεια της δικής του πρωθυπουργικής θητείας. Δικαιώνει τον εαυτό του, αν και δεν αντιμετώπισε ούτε κατ’ελάχιστο τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας. Η διαφθορά ακόμη καλά κρατεί. Η φοροδιαφυγή ευδοκιμεί, η μεσαία τάξη καταρρέει και η φτωχοποίηση διευρύνεται.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, αφού επισημαίνει, ότι «το Πάσχα ενώνει τους Έλληνες γύρω από το μήνυμα της Ανάστασης» αισθάνεται την ανάγκη να γίνει πιο ενδοσκοπικός και συνεχίζει «αυτή η λαμπρή και αισιόδοξη ημέρα είναι ίσως μια ευκαιρία να σκεφτούμε, που βρισκόμαστε και που πηγαίνουμε ως Έθνος και ως κοινωνία». Είναι εμφανές, ότι αυτή η δήλωση είναι πιο προσεκτική και αποφεύγει τις λαϊκίστικες επικοινωνιακές κορώνες, αν και δεν αναφέρει την ευθύνη του κόμματος του στην κατεύθυνση της παρακμής, που πήρε η πορεία της χώρας.
Ο Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε. πιο ιδεοληπτικός δήλωσε, ότι «η Ανάσταση για το λαό μας δεν μπορεί να έρθει με τροϊκανές διαπραγματεύσεις, με τα επικίνδυνα γεωπολιτικά παιχνίδια των ανταγωνισμών, σε όφελος των συμφερόντων που μέχρι σήμερα έχουν οδηγήσει σε Γολγοθά το λαό μας. Ανάσταση λαών μπορεί να έρθει μόνο σε ρήξη με την Ε.Ε., το κεφάλαιο και την εξουσία του, με ένα ισχυρό εργατικό λαϊκό κίνημα, που θα βγει στο προσκήνιο με λαϊκή συμμαχία».
Κοινό χαρακτηριστικό όλων των δηλώσεων είναι η μετατροπή της Ανάστασης σε εργαλείο για ιδεολογική προσέγγιση της πραγματικότητας και έκφραση πολιτικών στοχεύσεων χωρίς να συνοδεύονται και με συγκεκριμένο και κοστολογημένο οδικό χάρτη επίτευξης τους. Με αυτό τον τρόπο ο καθένας μπορεί να φαντασιώνεται τον ερχομό της «άνοιξης», αυτά που κινδυνεύει να χάσει από την πολιτική της σημερινής κυβέρνησης, την κατεύθυνση του «Έθνους» ή «την ρήξη με την Ε.Ε., το κεφάλαιο και την εξουσία του». Οι αυταπάτες κάνουν καλό, διότι αποφεύγεται η αυτοκριτική και η ενεργοποίηση των πολιτών με στόχο τον μετασχηματισμό του τρόπου ζωής και ενός μοντέλου κοινωνικής οργάνωσης, το οποίο εξαντλείται στα όρια της λογικής ενός εθνικού μορφώματος, που βρίσκεται σε κατάσταση ακινησίας και παρακμής. Αυτό είναι η εύκολη λύση στο επίπεδο της πολιτικής επικοινωνίας. Σε πραγματικό επίπεδο είναι σχεδόν καταστροφικό, διότι δεν οδηγείται η κοινωνία στην ανάπτυξη δυναμικής μεταρρυθμίσεων, οι οποίες θα παρέχουν στη χώρα τη δυνατότητα αντιμετώπισης των προκλήσεων του μέλλοντος σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης και βιώσιμης πορείας σε μια πραγματικότητα, η οποία βασίζει τη λειτουργία της στη γνώση και στην ταχύτητα λήψης αποφάσεων.