Η οικονομική κρίση στην Ευρωζώνη και ιδιαιτέρως η ελληνική της εκδοχή αναδεικνύουν με τον καλύτερο τρόπο τους κινδύνους, οι οποίοι απειλούν την προοπτική της ευρωπαϊκής ενοποίησης και ολοκλήρωσης. Ο μεγαλύτερος από αυτούς είναι ο τρόπος λειτουργίας του πολιτικού συστήματος στα κράτη-μέλη και η απουσία πολιτικών και κοινωνικών δράσεων με στόχο την προώθηση της διαμόρφωσης ευρωπαϊκής συνείδησης και σύγκλισης των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Σε ευθυγράμμιση με το πολιτικό σύστημα λειτουργεί και ένα σημαντικό κομμάτι του μιντιακού συστήματος, το οποίο αναπαράγει τα αρνητικά στερεότυπα της ιστορίας και με όπλο τη λογική της γενίκευσης διαμορφώνει πολύ αρνητικό κλίμα στην ευρωπαϊκή κοινωνία αναφοράς του σε σχέση με τις υπόλοιπες.
Έτσι ο ευρωπαϊκός δημόσιος διάλογος ουσιαστικά εκφυλίζεται σε παράλληλους μονόλογους, οι οποίοι χωρίς ευρωπαϊκή προοπτική και λογική σύνθεσης αναπαράγουν τον εθνικό προσανατολισμό των πολιτικών συστημάτων των ευρωπαϊκών κοινωνιών και επιβεβαιώνουν το βαθμό πολιτικής ισχύος και επιρροής τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράλληλα στο κοινωνικό επίπεδο με πλήρη απουσία ευρωπαϊκού προσανατολισμού και ευρωπαϊκής συνείδησης αναπαράγονται τα αρνητικά στερεότυπα της ιστορίας, ενώ καλλιεργείται η αντιευρωπαϊκή στάση. Δεν είναι τυχαίο φαινόμενο η άνοδος του ακροδεξιού λαϊκισμού στις ευρωπαϊκές χώρες, ακόμη και σε αυτές οι οποίες δεν αντιμετωπίζουν τα προβλήματα των χωρών, που υφίστανται τις βίαιες επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης. Αρκεί να αναφερθεί η δημιουργία και πολιτική παρουσία στη Γερμανία του κόμματος Alternative fur Deutschland (AfD), το οποίο χαρακτηρίζεται από ισχυρό ευρωσκεπτικισμό και εθνικιστικές αγκυλώσεις. Στη Γαλλία η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη με το κόμμα της Marine Lepen. Γι’αυτό είναι αναγκαίος όσο ποτέ άλλοτε ο αυτοκριτικός επαναπροσδιορισμός της πολιτικής των ευρωπαϊκών κομμάτων σε σχέση με την πραγμάτωση του οράματος της πραγματικά Ενωμένης Ευρώπης.
Είναι πολύ σημαντική η παρατήρηση του Γερμανού Υπουργού Οικονομικών στις 18.02.2015 σε εκδήλωση του ιδρύματος Bertelsmann στη Γερμανία, ότι «Αν καταστρέψουμε την αμοιβαία εμπιστοσύνη, καταστρέφουμε την Ευρώπη». Μόνο που ο Wolfgang Schauble το εννοεί σε σχέση με τους άλλους, χωρίς να συμπεριλαμβάνει και τον εαυτό του. Ειδάλλως πως να ερμηνεύσει ένας ευρωπαίος πολίτης την έκφραση λύπης για τον Ελληνικό λαό για την κυβέρνηση, που εξέλεξε. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η δήλωση του μετά το Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου 2015, ότι «Οι Έλληνες σίγουρα θα έχουν μια δυσκολία να εξηγήσουν τη συμφωνία στους ψηφοφόρους τους». Βεβαίως το ίδιο ισχύει και για τη δήλωση κύκλων της Ελληνικής κυβέρνησης, ότι «μάλλον δεν έχουν καταλάβει κάποιοι, ότι δεν έχουν πλέον να κάνουν με κυβέρνηση εντολοδόχων». Τέτοιες δηλώσεις στέλνουν αρνητικά μηνύματα προς τους εταίρους, ενώ ταυτοχρόνως υποτιμούν ένα μεγάλο ποσοστό του Ελληνικού λαού, το οποίο είχε επιλέξει τους «εντολοδόχους» για να τον κυβερνήσουν. Καλό θα είναι να σταματήσει αυτή η λογική των αρνητικών χαρακτηρισμών με τη μορφή της ατάκας και ο πολιτικός λόγος να αποκτήσει περιεχόμενο. Είναι προτιμότερο και πολύ χρήσιμο η ασκούμενη κριτική να βασίζεται στην εξέταση της λογικής συνέπειας και συνοχής των επιχειρημάτων του εκφερόμενου πολιτικού λόγου από τον αντίπαλο, πολιτικό σχηματισμό ή πρόσωπο, διότι με αυτό τον τρόπο επωφελείται και ο απλός πολίτης, επειδή κατανοεί καλύτερα τις προτάσεις, που υποβάλλονται για το μέλλον του. Αντί ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γ. Σακελλαρίδης να δηλώνει σε πρωϊνή εκπομπή του ΜΕGΑ αναφερόμενος στο Eurogroup, ότι «η κυβέρνηση δεν εκβιάζεται με τελεσίγραφο» (Έθνος online, 17.02.2015), είναι προτιμότερο να κάνει μόνο ουσιαστική αντιπαράθεση και ανάλυση σε σχέση με τις προτάσεις, που υποβλήθηκαν κατά τη διάρκεια της συζήτησης των ευρωπαίων υπουργών οικονομικών.
Το ίδιο ισχύει και για τον Έλληνα Πρωθυπουργό, ο οποίος μιλώντας στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, είπε, ότι «O Wolfgang Schauble παρασύρθηκε με τις χθεσινές του αναφορές και έχασε την ψυχραιμία του. Με καλή διάθεση του λέω, ότι θα είναι καλύτερα να λυπάται τους λαούς που περπατούν με το κεφάλι σκυφτό (Μεταρρύθμιση, 17.02.2015). Ουσιαστικά αναπαράγεται η λογική των χαρακτηρισμών και των υποδείξεων, όπως ακριβώς κάνει και ο W. Schauble. Οπότε δεν μένει τίποτε άλλο στον απλό πολίτη από το να ανασύρει τα αρνητικά στερεότυπα της ιστορίας και να χειροκροτεί σκίτσο, που παρουσίαζε τον γερμανό υπουργό οικονομικών ντυμένο Ναζί να επιθυμεί να κάνει σαπούνι από το λύπος, που απέμεινε στον Έλληνα. Αυτό το σκίτσο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΑΥΓΗ, για το οποίο ο Έλληνας Πρωθυπουργός είπε, ότι δεν τον εκφράζει. Βεβαίως υπάρχει και η εκρηκτική λογική του Προέδρου των Ανεξάρτητων Ελλήνων, ότι «αν δεν πάρουμε αυτά που θέλουμε, θα το κάνουμε Κούγκι». Ομολογουμένως ο Πρόεδρος έχει φαντασία.
Με αυτά τα επικοινωνιακού τύπου πυροτεχνήματα όμως δεν αλλάζει η πραγματικότητα. Το μόνο που επιτυγχάνεται είναι η αρνητική στάση της αντίπερα όχθης. Και αυτό δεν αναφαίρεται μόνο στο πολιτικό αλλά και στο κοινωνικό επίπεδο, διότι δημιουργείται απορριπτικό για τα ελληνικά αιτήματα κλίμα. Η ουσιαστική και με επιχειρήματα ευρωπαϊκών διαστάσεων αντιπαράθεση στην ακολουθούμενη πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας χωρίς ταυτόχρονη προώθηση της ανάπτυξης θα βοηθούσε και το γερμανικό λαό να καταλάβει, ότι αυτή η πολιτική έχει αποτύχει και έχει οδηγήσει σε ανθρωπιστική κρίση. Ταυτοχρόνως θα πρέπει να νιώσουν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, ότι θα καταπολεμηθούν πράγματι η διαφθορά σε όλες της τις εκδοχές, αρχής γενομένης από τη φοροδιαφυγή, καθώς επίσης το πελατειακό σύστημα και η συντεχνιακή λογική, τα οποία δεν συνάδουν με μια σύγχρονη δυναμική ευρωπαϊκή κοινωνία. Τέλος πρέπει να δοθεί και στην κομματοκρατία, η οποια ευδοκιμεί και δεν επιτρέπει να εκφράζεται από τους πολίτες το κοινωνικό συμφέρον. Αυτά είναι γνωστά και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές κοινωνίες, με αποτέλεσμα ο δείκτης εμπιστοσύνης στην Ελλάδα και στην κυβέρνηση να είναι πολύ χαμηλός. Και αυτά δεν αναιρούνται με αφορισμούς και επαναφορά των αρνητικών στερεότυπων της ιστορίας σε πολιτικό ή επικοινωνιακό επίπεδο. Αυτό πρέπει να συνειδητοποιηθεί άμεσα από το πολιτικό σύστημα και την κοινωνία. Ειδάλλως η κοινή γνώμη θα διαμόρφωνεται από «κίτρινα έντυπα», όπως είναι η Bild στη Γερμανία, η οποία σε πρωτοσέλιδο άρθρο στην online έκδοση της στις 19.02.2015 γράφει σε σχέση με την στάση της γερμανικής κυβέρνησης στο αίτημα της Ελλάδος για επέκταση της δανειακής σύμβασης για ένα 6μηνο «Deutschland sagt Nein» (η Γερμανία λέει όχι) και συνεχίζει «Die Griechos Radikalos beantragen neue Hilfsgelder, wollen aber nicht sparen» (Οι ριζοσπαστικοί Έλληνες κάνουν αίτηση για νέα οικονομική βοήθεια, αλλά δεν θέλουν να κάνουν οικονομία). Πρέπει δε να επισημανθεί, ότι το «Griechos Radikalos» παραπέμπει σε χώρες της Λατινικής Αμερικής και έχει υποτιμητικό φορτίο. Ο λαϊκισμός και ο κιτρινισμός σε πλήρη άνθιση. Ίσως να μην έχουν άδικο οι μισοί Γερμανοί (47 %), οι οποίοι, όπως προκύπτει από εμπειρική έρευνα της YouGov για λογαριασμό της εφημερίδας Zeit online, έχουν τη γνώμη, ότι τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης στη Γερμανία ενημερώνουν μονόπλευρα και υπηρετούν πολιτικές σκοπιμότητες (Fast jeder Zweite misstraut den Medien, Zeit online, 22.12.2014). Αυτό το επίπεδο ενημέρωσης είναι γνωστό και στην Ελλάδα. Δυστυχώς ο κιτρινισμός διαχέεται παντού.
Εκείνο, που είναι επίσης λυπηρό και δεν βοηθάει στην ανάπτυξη ουσιαστικού πολιτικού διαλόγου στον ευρωπαϊκό χώρο, είναι οι προσωπικές κρίσεις, οι οποίες γίνονται μεταξύ των ευρωπαίων πολιτικών, με στόχο την αρνητική αξιολόγηση των άλλων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό του βουλευτή και μέλους του προεδρίου του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, Joachim Poss, ο οποίος είπε για τον Έλληνα Υπουργό Οικονομικών Γ. Βαρουφάκη, ότι «προκαλεί παντού σύγχυση. Αντί να παραδώσει στους ομολόγους του ένα γραπτό κατάλογο με συγκεκριμένες προτάσεις, τους έβγαλε έναν ημίωρο λόγο κενό πολιτικού περιεχομένου» (In gr.17.02.2015). Αντί για αυτές τις γενικευτικής λογικής κρίσεις, καλό θα ήταν να τεκμηριώσει με συγκεκριμένα επιχειρήματατα την ανεπάρκεια των ελληνικών θέσεων, εάν βέβαια είναι έτσι. Κάτι τέτοιο θα συνέβαλε στην ουσιαστική ενημέρωση τόσο των Γερμανών όσο και των Ελλήνων πολιτών. Αυτό όμως μάλλον δεν τον ενδιαφέρει. Σημαντικό για αυτόν είναι η δημιουργία αρνητικής εντύπωσης για τον Έλληνα συναδελφό του και Υπουργό. Ευτυχώς που ο πρόεδρος του κόμματος του και αντικαγκελάριος Sigmar Gabriel λειτούργησε με περισσότερη ευρωπαϊκή λογική και επεσήμανε την ανάγκη να μην κλείσει η πόρτα στην Ελλάδα, όταν ο W. Schauble απέρριψε την ελληνική πρόταση προς το Eurogroup.
Με πολιτικούς και Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης αυτής της ποιότητας η σύγκλιση των ευρωπαϊκών κοινωνιών και η ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος γίνονται όνειρα καλοκαιριάτικης νύχτας. Η μόνη ελπίδα είναι η ενεργοποίηση των δομών της κοινωνίας πολιτών σε ευρωπαϊκό επίπεδο με στόχο την προσέγγιση των ευρωπαϊκών κοινωνιών με βάση τα πραγματικά δεδομένα και όχι αυτά, τα οποία υπηρετούν σκοπιμότητες με εθνικιστικό φορτίο. Σε αυτή την προσπάθεια πρέπει να συμβάλλει και η διανόηση, ώστε να είναι διαχειρίσιμη νοητικά η πολυπλοκότητα της πραγματικότητας για τον απλό πολίτη. Με αυτό τον τρόπο δεν θα είναι εφικτή η χειραγώγηση του, ενώ θα μπορεί ευκολότερα να ενεργοποιηθεί με στόχο την ολοκλήρωση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Και αυτό όχι γιατί είναι μια ελιτίστικη επιδίωξη χωρίς όφελος και μάλιστα πολύ σημαντικό και ζωτικής σημασίας για την κοινωνική πλειοψηφία, αλλά διότι καμμία επιμέρους ευρωπαϊκή κοινωνία δεν επιβιώνει μόνη της σε συνθήκες ευημερίας. Οι παγκοσμιοποιημένες συνθήκες στην οικονομία και στην εργασία σε συνδυασμό με τα πλανητικής εμβέλειας προβλήματα, που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα (κλιματική αλλαγή, μετακινήσεις πληθυσμών από το Νότο προς τον πλούσιο Βορρά, γήρανση των ανεπτυγμένων κοινωνιών κ.λ.π.) απαιτούν συγκλίσεις των κοινωνιών και δημουργία υπερεθνικών μορφωμάτων. Οι εξελίξεις ήδη αναδεικνύουν την ανεπάρκεια θεσμών όπως ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών και την ανάγκη διαμόρφωσης πιο λειτουργικών μορφών παγκόσμιας διακυβέρνησης. Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες θα μπορούσαν να είναι πρωτοπόρες προς αυτή την κατεύθυνση και να έχουν τεράστιο όφελος, το οποίο υπερβαίνει τους αδιέξοδους δημόσιους ευρωπαϊκούς μονολόγους των πολιτικών, οι οποίοι δυσκολεύουν τη ζωή των ευρωπαίων πολιτών και απειλούν την ευρωπαϊκή συνοχή.
Ήδη τα μηνύματα από τους ευρωπαίους πολίτες είναι πολύ ανησυχητικά.Το ιταλικό Ερευνητικό Ινστιτούτο Demos & Pi σε συνεργασία με άλλους ερευνητές κοινής γνώμης και την εφημερίδα La Republica έκαναν έρευνα στις 6 μεγαλύτερες χώρες της Ε.Ε. κατά το χρονικό διάστημα από12 έως 23 Ιανουαρίου 2015 με βάση ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα 1000 πολιτών. Στη Γαλλία, Ισπανία και Πολωνία μόνο το 40% των ερωτηθέντων εμπιστεύεται την Ε.Ε. Στη Μεγάλη Βρετανία το ποσοστό πέφτει στο 28% και στην Ιταλία στο 27%. Ακόμη χειρότερη είναι η κατάσταση με την εμπιστοσύνη στο Ευρώ. Τα ποσοστά κυμαίνονται από 23% στη Γαλλία μέχρι 11% στην Ιταλία. Με αυτά τα δεδομένα το μέλλον της Ενωμένης Ευρώπης είναι σκοτεινό και οι ευθύνες του πολιτικού συστήματος τεράστιες.