Σε μια ιδιαιτέρως κρίσιμη περίοδο για τον ελληνικό λαό η απόσταση του πολιτικού συστήματος από την κοινωνική πραγματικότητα, αντί να μικραίνει, μεγαλώνει σε τέτοιο βαθμό, που διαμορφώνεται η αίσθηση, ότι το πολιτικό προσωπικό «ζει» και «δραστηριοποιείται» στον δικό του κόσμο.
Και αυτό γίνεται χωρίς να αντιλαμβάνεται, ότι το κοινωνικό υπογάστριο σταδιακά αποκτά ρευστά χαρακτηριστικά, τα οποία δεν είναι απαραίτητο να οδηγήσουν άμεσα σε επικίνδυνες εκρήξεις. Συμβάλλουν όμως στην αποδόμηση της κοινωνικής συνοχής, ενώ ταυτοχρόνως διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις για αμφισβήτηση τόσο των κοινωνικών αξιών όσο και του ισχύοντος μοντέλου κοινωνικής οργάνωσης, χωρίς όμως να υπάρχει πρόταση για πιθανή εναλλακτική λύση.
Αυτή η κατάσταση μπορεί να πάρει μη ελεγχόμενες διαστάσεις, διότι με την συντελούμενη σταδιακά φτωχοποίηση της μεσαίας κοινωνικής τάξης απονευρώνεται η εμπιστοσύνη στους δημοκρατικούς θεσμούς και στην δυνατότητα του πολιτικού συστήματος να εγγυηθεί την κοινωνική δικαιοσύνη και την ισότητα των ευκαιριών για όλους τους πολίτες.
Ακόμη πιο αρνητικό είναι, ότι θεωρούν, πως τόσο το πολιτικό προσωπικό όσο και τα κόμματα δεν αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα σε σχέση με την αδυναμία των πολιτών να επιβιώσουν με αξιοπρέπεια.
Αυτό γίνεται αμέσως εμφανές, αν ληφθούν υπόψη από το ένα μέρος τα στατιστικά δεδομένα σε σχέση με τους μακροχρόνια άνεργους και από το άλλο τα θέματα, που κυριαρχούν στον «πολιτικό λόγο» των κομμάτων.
Σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ σχετικά με τους άνεργους το 73% είναι μακροχρόνια άνεργοι (δηλαδή πάνω από 12 μήνες χωρίς εργασία).
Επίσης η ανεργία πλήττει περισσότερο τη νέα γενιά (18 έως 24 ετών) με ποσοστό 50,4%. Πρέπει δε να επισημανθεί, ότι μόνο το 10% των ανέργων λαμβάνει επίδομα ανεργίας από τον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ). Σε 350.000 οικογένειες μάλιστα δεν υπάρχει εργαζόμενο μέλος.
Η κατάσταση γίνεται ακόμη χειρότερη, αν λάβουμε υπόψη, ότι μια στις δύο προσλήψεις στον ιδιωτικό τομέα είναι με ευέλικτες μορφές απασχόλησης (τρίμηνα, τετράμηνα κ.λ.π.).
Τέλος η ανεργία στερεί περισσότερα από 7 δισεκ. Ευρώ από το ασφαλιστικό σύστημα. Η πραγματικότητα δε γίνεται ακόμη πιο ζοφερή, αν συνυπολογίσουμε, ότι κάθε χρόνο πριν από την κρίση δημιουργούνταν 58,9 χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας, ενώ κατά την διάρκεια της κρίσης χάνονταν 170,5 χιλιάδες θέσεις ετησίως.
Δεν αρκούν όμως αυτά. Πολλοί εργαζόμενοι έχουν πολλούς μήνες να πάρουν τα δεδουλευμένα ή πληρώνονται με μεγάλη καθυστέρηση.
Και ενώ αυτές οι συνθήκες στον εργασιακό τομέα ταλαιπωρούν με πολύ βίαιες επιπτώσεις ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, επιτείνει την πολύ δύσκολη κατάσταση ο πολιτικός πραγματισμός των κομμάτων, ο οποίος δίνει προτεραιότητα στην λειτουργικότητα και οικονομική απόδοση των διαφόρων κοινωνικών συστημάτων (οικονομικό, ασφαλιστικό, υγείας κ.λ.π.), χωρίς να λαμβάνει υπόψη τον ανθρώπινο παράγοντα (οι συνταξιούχοι οδηγούνται στην φτωχοποίηση, ο τομέας της υγείας σταδιακά και έμμεσα ιδιωτικοποιείται κ.λ.π.).
Παράλληλα, με την φτωχοποίηση της μεσαίας κοινωνικής τάξης δημιουργούνται οι προϋποθέσεις από το ένα μέρος για την επανεκκίνηση της δυναμικής επανασύστασης της αντίστοιχης τάξης του μέλλοντος με πολύ χαμηλότερο κόστος εργασίας και πολύ υψηλότερα προσόντα στους εργαζόμενους, εάν η χώρα πορευθεί προς την ανάπτυξη στηριζόμενη στην σύγχρονη τεχνολογία και την γνώση.
Από το άλλο μέρος διατηρείται η υψηλή κερδοσκοπία των οικονομικών ελίτ, ντόπιων ή κινούμενων υπερεθνικά στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Η χώρα γίνεται ελκυστική για επενδύσεις, μόνο που η οικονομική δραστηριότητα δεν υπηρετεί το κοινωνικό συμφέρον και τους πολίτες ως ανθρώπινες οντότητες.
Για το κυρίαρχο μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης βασική προϋπόθεση για μια λειτουργική ενεργοποίηση των πολιτών, παρά την υποβάθμιση της ποιότητας της ζωής τους, είναι οι φαντασιώσεις σε σχέση με το μέλλον, που μπορούν να ενεργοποιήσουν σε αυτούς τα κόμματα. Συμπληρωματικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση μπορούν να παίξουν και τα εικονικά Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας με την προώθηση λειτουργικών προτύπων στο πλαίσιο της κοινωνίας του θεάματος.
Η κοινωνία είναι σίγουρα σε μεγάλο βαθμό θετικός αποδέκτης, διότι δεν αξιοποιεί το εργαλείο του ορθολογισμού στην διαμόρφωση άποψης για την πραγματικότητα και στη συνέχεια έκφραση της ελεύθερης βούλησης.
Βέβαια η Ελλάδα δεν είναι η μοναδική χώρα με τέτοιας ποιότητας και έντασης προβλήματα. Είναι όμως στην κορυφή του «παγόβουνου». Μπορεί στην Ισπανία, για παράδειγμα, να είναι μακροχρόνια άνεργο το 10,8% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού και στην Κροατία το 10,4%, στην Ελλάδα όμως είναι το 17,7%.
Υπάρχει δε ο κίνδυνος η μακροχρόνια ανεργία να μετατραπεί σε μακροπρόθεσμο δομικό πρόβλημα, εάν το πολιτικό σύστημα, τόσο το κυβερνητικό του τμήμα όσο και το αντιπολιτευτικό, συνεχίσουν την χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο πολιτική λειτουργία, η οποία δεν βασίζεται σε μακροπρόθεσμο ρεαλιστικό σχεδιασμό και δεν απευθύνεται σε πολίτες, οι οποίοι με εργαλείο την λογική και την γνώση όλων των παραμέτρων της πραγματικότητας θα υπερβούν την περίοδο της κρίσης.
Αντί να γίνεται αυτό, δυστυχώς, το πολιτικό σύστημα ασχολείται με το κενό και προσπαθεί το ένα κόμμα να υποβαθμίσει το άλλο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αντιπαράθεση με αφορμή την πραγματικά άστοχη, το λιγότερο, τοποθέτηση του υπουργού Παιδείας για το κίνημα «Παραιτηθείτε», το οποίο κάλεσε τους πολίτες σε εκδήλωση διαμαρτυρίας για την ακολουθούμενη πολιτική από την κυβέρνηση.
Συγκεκριμένα είπε, μάλλον χωρίς να στηρίζεται στη γνώση και στον ορθολογισμό, ότι αυτή η διαμαρτυρία κινείται στα όρια της συνταγματικής ανοχής.
Η Νέα Δημοκρατία έβγαλε αμέσως ανακοίνωση, σύμφωνα με την οποία «ο υπουργός Παιδείας θα πρέπει να συμβολίζει τον πλουραλισμό και το σεβασμό στη διαφορετική άποψη. Οφείλει να ζητήσει συγνώμη και να παραιτηθεί αμέσως».
Το ΠΑΣΟΚ δε επισημαίνει «ο καθεστωτισμός δεν περνά στην Ελλάδα και η ανοησία φέρνει τα αντίθετα αποτελέσματα».
Φαίνεται, ότι κατά την διάρκεια της διακυβέρνησης αυτών, που κονταροχτυπιούνται, λύθηκαν όλα τα προβλήματα στη ροή του χρόνου και τώρα ασχολούνται με την συνταγματικότητα της «λαϊκής έκφρασης». Καλύτερα θα ήταν να αναλογισθούν όλοι τις ευθύνες τους για την πορεία της χώρας μέχρι τώρα.
Ενώ το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα τελικά λειτουργεί «με βάρκα την ελπίδα», μια και το ίδιο δεν έχει σχέδιο για την πορεία της χώρας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αναλώνεται σε αντιπαραθέσεις «τραγελαφικού» χαρακτήρα, οι εταίροι μας αναπαράγουν την λογική, η οποία οδήγησε στην ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) στις 18 Απριλίου 1951, όταν υπεγράφη η συνθήκη και ετέθη σε εφαρμογή στις 23 Ιουλίου 1952. Αυτή η λογική εξαντλείται στην προώθηση κυρίως οικονομικών συμφερόντων σε συνθήκες ειρήνης, με κέντρα αναφοράς την Γερμανία και την Γαλλία.
Από τότε, παρά την πρόοδο που πραγματοποιήθηκε σε συγκεκριμένους τομείς με την υπογραφή διαφόρων συνθηκών, η ταχύτητα της προώθησης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δεν συμπορεύεται με τις ανάγκες, οι οποίες προκύπτουν από την δυναμική της παγκοσμιοποίησης και τον ρόλο της ανθρώπινης οντότητας στην εποχή της σύγχρονης πολύπλοκης πραγματικότητας.
Τελικά κυρίαρχο στοιχείο στις πολιτικές επιλογές και δεσμευτικές αποφάσεις είναι η οικονομική απόδοση των κοινωνικών συστημάτων και μάλιστα με λογική εθνικού συμφέροντος τυπικά, στην ουσία όμως προς όφελος του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου κυρίως και ολιγάριθμων ελίτ.
Γι’ αυτό και η ακολουθούμενη πολιτική στην Ευρώπη οδηγεί στην φτωχοποίηση των κοινωνιών, ακόμη και σε ισχυρές οικονομικά χώρες. Δεν είναι μόνο οι Έλληνες συνταξιούχοι θύματα αυτής της πολιτικής. Το ίδιο ισχύει και για τους Γερμανούς συνταξιούχους. Δεν είναι μόνο στην Ελλάδα ορατή η σταδιακή ιδιωτικοποίηση του τομέα της υγείας. Το ίδιο συμβαίνει και στην Γερμανία.
Μαζί με την φτωχοποίηση συντελείται και η κατάρρευση του κοινωνικού ανθρωπισμού και του πολιτισμού της ενσυναίσθησης σε θεσμικό επίπεδο.
Όσο προχωρούμε προς το μέλλον, οι συνθήκες θα χειροτερεύουν, εάν δεν υπάρξει αλλαγή πλεύσης στον χώρο της πολιτικής και ιδιαιτέρως σε αυτούς τους πολιτικούς σχηματισμούς, οι οποίοι στο παρελθόν έβαλαν σε κυρίαρχη θέση της πολιτικής τους την κοινωνική διάσταση και τον άνθρωπο, όπως είναι τα Σοσιαλδημοκρατικά Κόμματα.
Ειδάλλως θα οριοθετούν τόσο την ευρωπαϊκή όσο και την παγκόσμια και εθνική πορεία μηχανισμοί ελεγχόμενοι από την παγκόσμια οικονομική ελίτ, όπως είναι η Λέσχη Bilderberg, η οποία συνεδρίασε προσφάτως στη Δρέσδη στη Γερμανία, με συμμετοχή και εκπροσώπων του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (υπουργός Οικονομικών Wolfgang Scheuble, Εσωτερικών Thomas de Maiziere και Άμυνας Ursula von der Leyen).
Οι υπόλοιποι συμμετέχοντες είναι Πρωθυπουργοί και γενικότερα επιλεγμένοι πολιτικοί από όλο τον κόσμο, Διοικητές Τραπεζών, Επικεφαλείς μυστικών υπηρεσιών, Στρατηγοί του ΝΑΤΟ καθώς και επικεφαλείς πολυεθνικών ή πολύ μεγάλων επιχειρήσεων και μεγάλοι επενδυτές (Nadine Oberhuber, Achtung die Weltregierung tagt, Zeit online, 8.6.2016).
Από τους Έλληνες πολιτικούς συμμετείχε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας κ. Κυριάκος Μητσοτάκης. Ουδέν σχόλιο.