Στέρεψε το πηγάδι, το κρατικό φοβάμαι.
Το Αλαλούμ. Αν τεχνητά το γεμίσουμε, δε θα ξεδιψάσουμε, δε θα ποτίσουμε. Θα
απατηθούμε. Φανταστείτε: με κουβάδες στα χέρια νυχθημερόν, τη βοήθεια, να
αδειάζουμε στο βάραθρο, ελπίζοντας να πληρωθεί, να πληρώσουμε και να
πληρωθούμε.
Η
κοινωνική συνοχή στις δύσκολες στιγμές που έρχονται δε θα διασφαλιστεί με
κρατισμό, φιλανθρωπίες, επιδόματα και παραθυράκια διαφθοράς. Οι εβδομάδες που
πέρασαν απέδωσαν τη γνωστή διαφθείρουσα και διαφθειρόμενη ελληνική
πραγματικότητα: εικονικές απολύσεις, εικονικά λοκ άουτ επιχειρήσεων, και το
μοτίβο στις ανάλογες περιπτώσεις: μεταφορά των επιβαρύνσεων του ιδιωτικού τομέα
στο κράτος, αποκλειστικά. Καμιά αντίδραση, αυτενέργεια, επουδενί ρεαλισμός,
συμμόρφωση, σχεδιασμός, απλώς: εικονικότητα και διατροφή εκ των ετοίμων, του
κράτους, της κοινωνίας, των φτωχών.
Δε
σείω την αιγίδα για το πρόσφατο σήμερα. Το μεγάθεμα της ύφεσης που επικρέμαται
με ανησυχεί. Οι δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας δεν αντέχουν άλλη
μεταστροφή στη σχέση κράτους - ιδιωτών. Ακούω Σειρήνες που μιλούν για κατάτμηση
των υποχρεώσεων της εργασίας μεταξύ ιδιωτικού τομέα και κράτους τις μέρες που
έρχονται, τη δημιουργία νέο(ημι)δημοσιοϋπαλληλικού τομέα στην αγορά εργασίας.
Τούτο, δηλαδή ο κορπορατικός πατερναλισμός ενέχει επικίνδυνες, επίφοβες τροπές
σε κοινωνία και δημόσια οικονομικά, ειδικά σε μια χώρα που υποφέρει από
ιδεοληψίες, πατρωνίες, δημόσια, ημιδημόσια χρέη κ.ο.κ.
Τα
πράγματα θα γίνονταν ευκολότερα ΑΝ: το κράτος αρκούνταν στο να διαμεσολαβήσει στη χρηματοδότηση της
οικονομίας. Εφοδιάσει τις υπό ατμόν ελληνικές τράπεζες με την ευρωπαϊκή βοήθεια
και προσανατολιστεί στην ενδυνάμωση της οικονομίας μέσω της ευκαιρίας των
φθηνών δανείων, πριμοδοτώντας έτσι τη δράση, την επέκταση, το ρεαλισμό, μη
χαρίζοντας δώρα σε καλά, κακά παιδιά ή αποπαίδια. Ίσες ευκαιρίες, ίσες ή
ισάξιες αφετηρίες!
Αριστερά
και δεξιά, ωστόσο, οι ίδιες Σειρήνες της
κοινοτοπίας, της επιβεβαίωσης του εθνικού πόθου της υπαίτιας ανευθυνότητας. Θα
μπορούσα να παραπέμψω στο κλείσιμο του ηροδότειου έργου, με τις πατρικές ηγεμονικές
παρατηρήσεις, αλλά η θυμοσοφία, το γνωρίζω, δεν κομίζει πάντα ικανά οφέλη. Επί
τη ευκαιρία της Πρωτομαγιάς λοιπόν πιάνομαι από τον Επιτάφιο, του Ρίτσου: Το
μεγαλειώδες έγκειται στην ιδιωτική μιμητική αναπαράσταση του Λαϊκού, στην
αναδημιουργία, στην παραδοχή ότι συντήρηση και πρόοδος δε διαφέρουν απλώς στις
προθέσεις αλλά στην κοσμοθεωρία, στον ηθικό κώδικά τους, στη διαχείριση των
πιθανοτήτων και των ζωών μας.
Για
αυτό, αν και εξαντλημένο, πρωτομαγιάτικα μας προτείνω: «Η πολιτική βία είναι
πάντοτε φασιστική», εκδ. Διάπυρον, 2010.
Ίσως και συνθηματολογικά θα μπορούσε να εισφέρει στο σήμερα, στην αυτοσυνείδηση
με την οποία παλεύουμε βράδυ πρωί.