Εφυγε από τη ζωή σε ηλικία 94 χρόνων ο Γαλλο-τσέχος μυθιστοριογράφος, δοκιμιογράφος, θεατρικός συγγραφέας, Μίλαν Κούντερα, όπως μετέδωσε το Reuters επικαλούμενο την κρατική τσεχική τηλεόραση.
Ενας από τους σημαντικότερους λογοτέχνες του ύστερου 20ου αιώνα, δημιουργός, μεταξύ άλλων, των «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι», «Το Αστείο», «Η Αγνοια», «Η Γιορτή της Ασημαντότητας», διακωμώδησε τα ολοκληρωτικά καθεστώτα και με ένα μείγμα μαύρης ειρωνείας και φιλοσοφικών στοχασμών, εξερεύνησε την ανθρώπινη φύση.
Στην ανακοίνωση που εξέδωσε ο εκδοτικός του οίκος στη Γαλλία, γνωστοποιείται πως ο Γαλλο-τσέχος συγγραφέας πέθανε χθες, Τρίτη 11 Ιουλίου, στο διαμέρισμά του στο Παρίσι.
Ο Μίλαν Κούντερα γεννήθηκε στο Μπρνο της άλλοτε Τσεχοσλοβακίας (σήμερα Τσεχίας) την 1η Απριλίου 1929. Γιος γνωστού μουσικολόγου και πιανίστα, σπούδασε και ο ίδιος μουσική, καθώς και κινηματογράφο και φιλοσοφία, στην Πράγα. Οι μουσικές επιρροές είναι εμφανείς στο έργο του, σημειώνουν οι αναλυτές.
Ενθουσιώδες μέλος του κομμουνιστικού κόμματος στα νιάτα του, εκδιώχθηκε από το κόμμα δύο φορές, την πρώτη το 1950 για «αντικομμουνιστικές δραστηριότητες» και τη δεύτερη το 1970 μετά την καταστολή που διαδέχτηκε την Άνοιξη της Πράγας – κινήματος του οποίου ήταν λάβρος θιασώτης, αξιώνοντας μαζί με χιλιάδες συμπατριώτες του ελευθερία λόγους και ίσα δικαιώματα για όλους.
Παρότι τα πρώιμα ποιητικά του έργα ήταν φιλοκομμουνιστικά, τα μυθιστορήματά του αποφεύγουν την ιδεολογική ταύτιση. Ο ίδιος επανειλημμένως είχε δηλώσει πως είναι μυθιστοριογράφος, αντί ένας πολιτικά υποκινούμενος συγγραφέας.
Το συγγραφικό έργο
Στο πρώτο του μυθιστόρημα, «Το Αστείο» (1967), σατιρίζει τον ολοκληρωτισμό της κομμουνιστικής εποχής. Η κριτική του στην εισβολή των Σοβιετικών στην Τσεχοσλοβακία για την καταστολή της «Άνοιξης της Πράγας το 1968, τον έβαλε στη μαύρη λίστα της χώρας του και οδήγησε στην απαγόρευση των βιβλίων του. Αφού απολύθηκε, ο Κούντερα άρχισε να δουλεύει ως τρομπετίστας στα τζαζ καμπαρέ μικρών πόλεων, εργασιακό πεδίο στο οποίο βρήκε την καλλιτεχνική ελευθερία που αναζητούσε.
Ο ίδιος και η σύζυγός του, μετά από αποκλεισμούς και διώξεις, κατέφυγαν το 1975 στη Γαλλία. Ο ίδιος πήρε την γαλλική υπηκοότητα – αφού η πατρίδα του τού είχε αφαιρέσει την ιθαγένεια. Τέσσερα χρόνια μετά την εγκατάστασή του στη Γαλλία, έγραψε το μυθιστόρημα «Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης» – γραμμένο σε πιο πειραματική γραφή, όπως και τα επόμενα έργα του.
Το 1984, το μυθιστόρημά του «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι» -που εκτυλίσσεται στην Τσεχοσλοβακία του 1968, κατά τη λεγόμενη «Άνοιξη της Πράγας»- αναδείχτηκε σε συγγραφικό θρίαμβο, κάνοντάς τον διάσημο σε όλο τον κόσμο.
Ο ίδιος παραδεχόταν πως αντλούσε έμπνευση από συγγραφείς της Αναγέννησης όπως ο Βοκάκιος, ο Ραμπελαί, ο Ντιντερό και ίσως περισσότερο ο Θερβάντες.
Αλλοι συγγραφείς που επηρέασαν το έργο του είναι, μεταξύ άλλων, οι Βιτόλντ Γκομπρόβιτς, Χέρμαν Μπροχ, Φραντς Κάφκα και Μάρτιν Χάιντεγκερ.
Συνήθως έγραφε στα τσεχικά, ωστόσο, από το 1993 και έπειτα, τα μυθιστορήματά του γράφτηκαν στη γαλλική γλώσσα. Μεταξύ 1985 – 1987, ανέλαβε ο ίδιος τις μεταφράσεις των παλιότερων έργων του στα γαλλικά.
Με δικά του λόγια
Ο Κούντερα σπανίως έδινε συνεντεύξεις, θεωρώντας πως οι συγγραφείς πρέπει να μιλούν μέσα από το έργο τους.
Το 1976 δήλωνε στη γαλλική εφημερίδα Le Monde ότι το να αποκαλεί κανείς τα έργα του πολιτικά, είναι υπεραπλουστευτικό και, ως εκ τούτου, αποκρύπτει την πραγματική τους σημασία.
Σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του το 1980, και μάλιστα, στον επίσης σπουδαίο Αμερικανό συνάδελφό του Φίλιπ Ροθ, ο ίδιος περιέγραφε τη σχέση του μυθιστορήματος με τις βεβαιότητες.
«Είμαι επιφυλακτικός με τις λέξεις απαισιοδοξία και αισιοδοξία. Ένα μυθιστόρημα δεν επιβάλλει τίποτα, ένα μυθιστόρημα αναζητά και θέτει ερωτήματα. Δεν ξέρω αν το έθνος μου θα χαθεί και ποιος από τους χαρακτήρες μου έχει δίκιο. Επινοώ ιστορίες, φέρνω αντιμέτωπη την μία με την άλλη και με αυτό τον τρόπο θέτω ερωτήματα. Η ανοησία των ανθρώπων προέρχεται από το ότι έχουν ερωτήσεις για τα πάντα. Όταν ο Δον Κιχώτης βγήκε στον κόσμο, αυτός ο κόσμος έγινε ένα μυστήριο στα μάτια του. Αυτή είναι η κληρονομιά του πρώτου ευρωπαϊκού μυθιστορήματος σε ολόκληρη τη μετέπειτα μυθιστορηματική ιστορία. Ο μυθιστοριογράφος διδάσκει τον αναγνώστη να κατανοεί τον κόσμο ως ερώτημα. Υπάρχει σοφία και ανοχή στη στάση αυτή. Σε έναν κόσμο χτισμένο πάνω σε απαραβίαστες βεβαιότητες, το μυθιστόρημα είναι νεκρό. Ο ολοκληρωτισμός, είτε βασίζεται στον Μαρξ, είτε στο Ισλάμ είτε σε οτιδήποτε άλλο, είναι ένας κόσμος απαντήσεων, παρά ερωτήσεων. Εκεί δεν έχει θέση το μυθιστόρημα. Σε κάθε περίπτωση μου φαίνεται πως σε όλο τον κόσμο πια οι άνθρωποι σήμερα προτιμούν να κρίνουν παρά να κατανοούν. Να απαντούν παρά να ρωτούν. Συνεπώς, η φωνή του μυθιστορήματος μετά βίας ακούγεται στη θορυβώδη ανοησία των ανθρώπινων βεβαιοτήτων».
«Ωστόσο, για έναν συγγραφέα ερωτευμένο με το παράδοξο, ο Κούντερα έχει έντονα ρυθμιστικές τάσεις. Στο “Βιβλίο του Γέλιου και της Λήθης”, ο Κούντερα δίδαξε στους αναγνώστες του να είναι επιφυλακτικοί απέναντι στα παιδιά, τους αγγέλους, τους κυκλωτικούς χορούς, την ελπίδα, τη νοσταλγία και τον συναισθηματισμό. Αυτοί είναι οι απεσταλμένοι της απατηλής αισιοδοξίας. Το Βιβλίο του Γέλιου και της λήθης δίδαξε επίσης στους αναγνώστες ότι υπάρχει ένα καλό είδος γέλιου -το σαρδόνιο, το ασεβές και το σκωπτικό- και ένα κακό είδος, το οποίο είναι άκριτο, χαρούμενο και συγκαταβατικό. Υπάρχει πολύ από το κακό είδος στη “Γιορτή της Ασημαντότητας”» περιγράφει άρθρο του 2015 στο The Atlantic, με τίτλο «Εξακολουθεί να έχει αξία ο Μίλαν Κούντερα;» (Does Milan Kundera Still Matter?)
Ο Μίλαν Κούντερα έχει τιμηθεί με πλήθος βραβείων, ήταν υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, ενώ αποτελεί έναν από τους πιο πολυ-μεταφρασμένους συγγραφείς.
Πηγή: www.kathimerini.gr