Γιατί, ξαφνικά έχουμε ηρεμία στα ανατολικά μας σύνορα και αναταράξεις στα βόρεια;
Ποιες αλλαγές, στις γεωπολιτικές ισορροπίες και ποιες εσωτερικές παθογένειες, επηρεάζουν την συμπεριφορά των γειτόνων μας;
Βλέποντας το διεθνές περιβάλλον, διαπιστώνουμε τεκτονικές μετακινήσεις σε οικονομικό τεχνολογικό και γεωπολιτικό πεδίο, που αλληλοεπηρεάζονται και φαίνεται να μην είναι αντιστρεπτές, τουλάχιστον στην ορατό χρονικό ορίζοντα.
Η εκρηκτική οικονομική ανάπτυξη της Κίνας, τα προηγούμενα χρόνια, αποτέλεσμα του αυταρχικού πολιτικού καπιταλισμού, με τα μεγάλα κοινωνικά, περιβαντολλογικά εργασιακά και δημοκρατικά ελλείμματα και πρακτικές αθέμιτου ανταγωνισμού, προσέλκυσε ακόμη πιο πολλές Δυτικές επενδύσεις και δημιούργησε τεράστια εμπορικά πλεονάσματα στον εμπορικό της ισοζύγιό της με την Δύση. Το γεγονός αυτό αποδιάρθρωσε μεγάλο μέρος του παραδοσιακού παραγωγικού δυναμικού της Δύσης, προκάλεσε υψηλή διαρθρωτική ανεργία και μεγάλη πίεση στο κοινωνικό κράτος.
Οι εξελίξεις αυτές υπονόμευσαν τα φιλελεύθερα δημοκρατικά καθεστώτα και αμφισβήτησαν το φιλελεύθερο οικονομικό σύστημα.
Το Brexit, η εκλογή Τράμπ, η κρίση χρέους και παραγωγικότητας στην ΕΕ, με πιο ακραία χαρακτηριστικά στον ευρωπαϊκό Νότο, είναι μερικά δημιουργήματα, αυτών των διεθνών αλλαγών.
Η τεχνολογική ανάπτυξη της Κίνας, την τελευταία δεκαετία, την καθιστά ακόμη πιο ανταγωνιστική απέναντι στην Δύση και ειδικά την ΕΕ, με αποτέλεσμα το κέντρο της παγκοσμιοποιησης και της υποστήριξης της ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίων, αγαθών και υπηρεσιών, οι ΗΠΑ, να αναδιπλώνεται, δίνοντας τον ρόλο αυτό στην Κίνα.
Η ταχύτητα των εξελίξεων υποχρεώνει να φαίνονται ρεαλιστικές οι εκτιμήσεις ότι, το Κινέζικο μοντέλο στα όρια της δεκαετίας, θα είναι το κυρίαρχο στις περισσότερες χώρες του κόσμου και, αν, όχι ισχυρότερο του Δυτικού, σίγουρα ισοδύναμο.
Οι μεγάλες αυτές ανατροπές αλλάζουν και τις γεωστρατηγικές ισορροπίες.
Ή επιρροή τους στην ευρύτερη περιοχή μας είναι εμφανής και δεν περιορίζονται στο οικονονομικο και εμπορικό πεδίο.
Η Ρωσία δεν θα τολμούσε την εισβολή στην Ουκρανία, όσο και αν ένιωθε την πίεση του ΝΑΤΟ στα σύνορά της ή και αν την τολμούσε, δεν θα είχε τις επιτυχίες που έχει, αν δεν γνώριζε την πολύπλευρη υποστήριξη που θα είχε από την Κίνα, όσους οικονομικούς και στρατιωτικούς πόρους και αν έριχνε η Δύση στην Ουκρανία.
Πολύ πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η χώρα μας, λόγω της οικονομικής κρίσης, αλλά και της επιθετικής συμπεριφοράς της Τουρκίας, επέλεξε την απόλυτη ταύτιση με τις ΗΠΑ και έγινε στην συνέχεια προέκταση των επιλογών της, τόσο στην σύγκρουση με την Ρωσία, όσο και στην Μέση Ανατολή.
Η εξωτερική πολιτική της χώρας μας είναι εδώ και χρόνια σε απόλυτη ακινησία και απολύτως καθοριζόμενη από την Ουάσιγκτον.
Το ακριβώς αντίθετο έχει επιλέξει η Τουρκία.
Αξιοποιώντας την υποχώρηση της Δύσης, διεκδικεί να κατοχυρώσει μια νέα θέση, θέση υπερδύναμης, στην ευρύτερη περιοχή μας, αλλά και στον κόσμο.
Αμφισβητεί ακόμη και τις βασικές επιλογές της Ουάσιγκτον και των Βρυξελλών, φθάνοντας στα όρια της σύγκρουσης, για να χτίσει ισχυρές συμμαχίες με τους ανερχόμενους ανταγωνιστές τους.
Κινείται στα όρια των παγκόσμιων ανταγωνισμών, αξιοποιεί την γεωστρατηγική της θέση και όχι μόνο, σε όλες τις συγκρούσεις, ενεργειακές, οικονομικές, θρησκευτικές, στρατιωτικές.
Η στρατηγική της έχει έντονα συγκρουσιακό και αναθεωρητικό χαρακτήρα και όχι μόνο με τους γείτονές της.
Το σημαντικό είναι ότι, έχει την δυνατότητα, παρ' ολα τα εσωτερικά της προβλήματα, να ρυθμίζει την ένταση των συγκρούσεων και των αναθεωρητικών της επιλογών.
Οι εξελίξεις δείχνουν ότι, Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες έχουν αποδεχτεί αυτή την συμπεριφορά, γιατί η Τουρκία τους είναι απολύτως απαραίτητη στα νέα ψυχροπολεμικά μέτωπα, που δημιουργούνται στην περιοχή της Ευρασίας.
Η Τουρκία, στις σχέσεις της με την χώρα μας, έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων και των επιλογών. Αυτή τις θερμαίνει και αυτή τις παγώνει. Αυτή επιλέγει τα ήρεμα νερά, όπως τον τελευταίο χρόνο, αυτή σίγουρα θα τα ταράξει, όταν το αποφασίσει.
Η χώρα μας, έχει συνήθως δύο συμπληρωματικές απαντήσεις. Πρώτον αυξάνει κατακόρυφα τις στρατιωτικές δαπάνες, "Αγορά του Αιώνα", την δεκαετία του '80, η μεγάλη παραγγελία αμυντικού εξοπλισμού μετά τα Ίμια, το 1996, η τελευταία ακόμη πιο μεγάλη αγορά, μετά το Τουρκολυβικό μνημόνιο, του 2019. Δεύτερον, μετακινείται πιο κοντά στην Ουάσιγκτον κυρίως, και συμπληρωματικά στο Παρίσι, υιοθετώντας πλήρως τις πιο στενές γεωπολιτικές επιλογές τους, ανεξάρτητα αν αυτές πολλές φορές συγκρούονται και μεταξύ τους ή μας μετατρέπουν σε προκεχωρημένο φυλάκιο των νέων ψυχροπολεμικών μετώπων.
ΗΠΑ και Γαλλία, μας πουλάνε πρόθυμα τους πανάκριβους στρατιωτικούς εξοπλισμούς τους, από το πάνω ράφι, όπως είπε ο πρόσφατα ο υπουργός άμυνας της δεύτερης τετραετίας του κ. Μητσοτάκη, ο κ.Δένδιας.
Η χώρα μας, είχε εθνικές επιτυχίες, όποτε είχε εξωστρεφή εξωτερική πολιτική, δηλαδή όποτε σχεδίαζε, με βάση το ευρύτερο γεωπολιτικό περιβάλλον, θετικές πρωτοβουλίες.
Πρωτοβουλίες, που είτε άμεσα είτε έμμεσα, υποστήριζαν και τα δικά της συμφέροντα.
Τέτοιες ήταν, η πρωτοβουλία του Κωσταντινου Καραμανλή για την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ, του Ανδρέα Παπανδρέου, με την πρωτοβουλία των Έξι για την ειρήνη, τα ΜΟΠ, την ένταξη στον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών, που ξεκίνησε με την συμφωνία του Μάαστριχτ, από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, την οποία ψήφισε, με βαριά καρδιά, και ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Τέτοιες πρωτοβουλίες, ήταν και η ένταξη στην ΟΝΕ με τον Κώστα Σημίτη, όπως και η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και η ελληνική προεδρία της ΕΕ, του 2003, με Πρωθυπουργό τον Κώστα Σημίτη και Υπουργό εξωτερικών τον Γιώργο Παπανδρέου, με πρόταγμα, την ενσωμάτωση των Δυτικών Βαλκανίων στους Ευρωατλαντικους θεσμούς.
Τέτοια μπορεί να χαρακτηριστεί και η απόφαση του Αλέξη Τσίπρα να υπογράψει την Συμφωνία των Πρεσπών, με τον Βόρειο γείτονά μας, που όμως, σε σχέση με τις προηγούμενες πρωτοβουλίες είχε ελλείμματα σε ταυτοτικά θέματα και έντονες εσωτερικες αμφισβητήσεις, χωρίς να υποτιμώ την πίεση της διοίκησης Τράμπ, που αρνιόταν να στηρίξει στο ΔΝΤ, την ρύθμιση του δημόσιου χρέους, που είχε υποσχεθεί ο Ομπάμα και είχε μεγάλη ανάγκη η χώρα μας.
Σήμερα είναι απολύτως αναγκαία μια νέα ψύχραιμη ανάλυση των νέων διεθνοπολιτικών δεδομένων και των ορατών εξελίξεων, με ένα ουσιαστικό διακομματικό διάλογο, για να σχεδιαστεί μια νέα εθνική στρατηγική, με ορίζοντα δεκαετίας, η οποία θα πρέπει να υποστηριχτεί από όλους.
Τα ήρεμα νερά στο Αιγαίο είναι προσωρινά, οι αναταράξεις στα βορειοδυτικά μας σύνορα θα έχουν συνέχεια, γιατί οι επιλογές των δύο γειτόνων μας, όπως δείχνουν και τα εκλογικά αποτέλεσμα, δεν είναι σταθερές.
Ακόμη χειρότερα, οι ηγεσίες τους δείχνουν να ξέρουν το τυχοδιωκτικό παιχνίδι, τόσο με την Άγκυρα, όσο και με Δυτικά και Ανατολικά κέντρα ισχύος.