Γράφουμε αυτές τις γραμμές με αμείλικτη αίσθηση του επείγοντος για την ενότητα και την αναγέννηση του προοδευτικού χώρου στην Ελλάδα.
Ανήκουμε στη γενιά για την οποία ανατράπηκε απότομα αυτό που για πολλά χρόνια θεωρούνταν ως η φυσική τάξη των πραγμάτων. Οι βιαιότητες της κρίσης επιτέθηκαν στις ζωές μας σε όλα τα επίπεδα, προσωπικά, επαγγελματικά, οικονομικά, πολιτικά. Ακόμα χειρότερα, αποξενωθήκαμε από τη ροή του δημόσιου λόγου. Οι φωνές μας έγιναν ψίθυροι και οι ιδέες μας μη σχετικές, ξένες, μπροστά στο διχασμό της χώρας.
Εμείς, η γενιά που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην παραζάλη μιας δανεικής ευημερίας, η γενιά που ταξίδεψε και έζησε στην Ευρώπη και στον κόσμο, η γενιά που είδε τα όνειρά της να απομακρύνονται, η γενιά που κράτησε την ανάσα της τον Ιούλιο του ’15, η γενιά που μεταναστεύει, και η γενιά που ακόμα, σφίγγοντας τα δόντια, παλεύει εδώ, λέμε ότι αυτή είναι η ώρα, αυτή είναι η στιγμή για την ένωση και την αναγέννηση του προοδευτικού χώρου στην Ελλάδα.
Η μεγάλη μας ύφεση δεν ανέδειξε τους καλύτερους εαυτούς μας. Ως κοινωνία καταπλακωθήκαμε από μια καταιγίδα οργής και μίσους. Είναι πολλά τα χρόνια που στον τόπο αυτό βρέχει μόνο οργή και μίσος. Βαλτώσαμε. Και ό, τι κάποτε φάνταζε περιθωριακό, σήμερα κυριαρχεί τσαλαβουτώντας σε μια αποκρουστική λίμνη, αναδεύοντας τη λάσπη.
Η μεγαλύτερη ζημιά που έκανε η κρίση δεν είχε να κάνει μόνο με τις οικονομικές δυσκολίες του καθενός ή τα δημοσιονομικά μεγέθη. Άπλωσε ένα βαρύ πέπλο απελπισίας και μοιρολατρίας. Απήγαγε την ελπίδα. Μας εξοικείωσε με τη μετριότητα και τη μιζέρια, ώστε κάθε προσπάθεια για κάτι καλύτερο, σε οποιονδήποτε τομέα, να μοιάζει σχεδόν καταγέλαστη. Ακόμα και αυτοί που προσπαθούσαν και προσπαθούν για κάτι καινούργιο δεν φαίνεται να το πιστεύουν μέσα τους. Ακόμα βρέχει, σαν να τους ακούμε να μονολογούν.
Εμείς σήμερα λέμε ότι η βροχή πρέπει να σταματήσει. Μπορεί να μην μας λούσει αμέσως το φως, μπορεί οι δρόμοι μας να μην στεγνώσουν αμέσως από τα απόνερα της οργής, αλλά η βροχή πρέπει να σταματήσει.
Ο χρόνος πιέζει. Είναι ώρα να χτίσουμε το νέο μας πολιτικό σπίτι. Πριν να καταπατηθεί. Πριν να χάσουμε τελείως τη γενιά που έρχεται και που στα μάτια της οι κομματικοί σχηματισμοί που μας εκπροσωπούν είναι άλλες φορές μία διαρκής υπόμνηση ενός κακού παρελθόντος και άλλες ένα πείραμα που απέτυχε. Πρέπει να καταλάβουμε ότι για τη γενιά που έρχεται είμαστε ξένοι. Και αν δεν την συναντήσουμε άμεσα, αν χάσουμε το ραντεβού μαζί της στο σταυροδρόμι του μέλλοντος που πλησιάζει, θα χαθούμε στη λήθη της ιστορίας.
Καταλαβαίνουμε την αβεβαιότητα που αισθάνονται πολλοί. Ο κατακερματισμός και η εκλογική συρρίκνωση μεγέθυναν τους εγωισμούς. Κάποιες φορές παρείχαν ασφαλές καταφύγιο στη μετριότητα. Βλέπουμε τις δυσκολίες. Η πολιτική επιβίωση ορισμένων εξαρτάται από τη διαχείριση των μικρών πραγμάτων.
Όμως, η ιστορία μας πιέζει. Όχι μόνο γιατί στρατηγικά η τρέχουσα πολιτική διάταξη ευνοεί το εγχείρημα. Αλλά γιατί ό, τι είναι μέσα μας, φωνάζει να ενωθούμε. Δεν λέμε ότι είναι εύκολο. Ούτε μπορούμε να προεξοφλήσουμε την επιτυχία του. Ξέρουμε όμως ότι είναι σωστό. Το 1909 ήταν σωστό. Το 1961 ήταν σωστό. Το 1974 ήταν σωστό. Έτσι και σήμερα, πιστεύουμε πως είναι σωστό. Και πέφτει στη γενιά μας να το κάνει, δεν μπορεί να λείψει. Μαζί με όλους, που με τη διαδρομή τους, με το πολιτικό τους βάρος, και με το ηθικό τους οπλοστάσιο έδειχναν πάντα τολμηρά στο μέλλον.
Οι προϋποθέσεις της ένωσής μας δεν είναι διαδικαστικές. Πρέπει να είναι και θα είναι βαθιά πολιτικές. Δεν μπορούμε να περιοριστούμε σε ένα άθροισμα εκλογικών δυνάμεων. Η ένωσή μας πρέπει να γίνει με όρους πολιτικής αναγέννησης. Να βοηθήσει να αναδυθεί μια νέα πολιτική γλώσσα, να αναδείξει μια πολιτική ηθική που δεν θα διχάζει. Αν έπρεπε να επιλέξουμε ένα μόνο στοιχείο που κάνει το εγχείρημά μας ιστορικά αναγκαίο, αυτό που μας διαφοροποιεί από εκείνους που κάνουν πολιτική πουλώντας προστασία σε κοινωνικές ομάδες, είναι η βαθιά μας πεποίθηση ότι είτε θα αποτύχουμε όλοι μαζί ως κοινωνία, είτε θα πετύχουμε να σηκωθούμε όλοι μαζί.
Ο κόσμος αλλάζει. Πολύ και γρήγορα. Αυτά που κάποτε θεωρούνταν δεδομένα, τώρα φαντάζουν μέρες ενός καλύτερου και απλούστερου παρελθόντος. Οι μικρές και μεσαίες τάξεις πιέζονται ασφυκτικά σε όλο το δυτικό κόσμο. Στην Ελλάδα περισσότερο. Δεν υπάρχει μία μόνο αιτία, και πολύ περισσότερο δεν υπάρχει μία μονοσήμαντη απάντηση για την πολιτική και οικονομική διαχείριση αυτής της πίεσης. Η τάση για οπισθοχώρηση σε κλειστές κοινωνίες και περιχαράκωση πίσω από ελεγχόμενα συστήματα δυναμώνει. Δεν είναι παράλογο. Όμως είναι λάθος. Ο χώρος μας πρέπει να υπερασπιστεί, να εκφράσει και να πείσει για την ανάγκη μιας ανοιχτής και δίκαιης κοινωνίας, μιας κοινωνίας ίσων – και πολλών – ευκαιριών. Μιας κοινωνίας που θα ανταμείβει την εργασία, αλλά που θα ξέρει ότι πάντα θα υπάρχει ανάγκη για ένα χέρι να μας βοηθήσει όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά.
Για αυτό, δεν μπορούμε να περιοριστούμε στην ένωση του χώρου. Αμέσως πρέπει να προχωρήσουμε στο πιο γενναιόδωρο πολιτικό άνοιγμα. Σε όλη την κοινωνία. Από την παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία ως τις υπώρειες του φιλελευθερισμού. Πρέπει να συνομιλήσουμε με όλους. Δεν θα συμφωνήσουμε με όλους, ούτε θα τους πείσουμε όλους. Όμως μπορούμε να ακούσουμε, να πειστούμε και να πείσουμε.
Αυτή η νέα πολιτική έκφραση δεν μπορεί να γεννηθεί από φωνές φθαρμένες. Ούτε από αυτούς που τόσο φοβούνται την πολιτική. Για χρόνια η ηγεσία του χώρου και των επιμέρους κομματικών σχηματισμών παραμένει καταθλιπτικά μικρότερη από τα προβλήματα και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε ως χώρα και ως πολιτικός χώρος. Επιβιώνει χάρη σε αυτές, δεν μπορεί να τις υπερβεί δίχως να αυτοακυρωθεί.
Η ένωση που οραματιζόμαστε δεν μπορεί παρά να στηριχθεί στη γενιά μας. Όχι ως επικοινωνιακό προαπαιτούμενο, αλλά ως πολιτική απάντηση στα νέα προβλήματα και στις νέες προκλήσεις. Όχι μόνο για να βγούμε από τη δίνη της μεγάλης μας ύφεσης, αλλά για να βγάλουμε στην επιφάνεια αυτό που θα αντανακλά τους καλύτερους εαυτούς μας και τα υψηλότερα ιδανικά μας.
Αυτό που χρειάζεται από όλους εμάς που μας αφορά η υπόθεση του προοδευτικού λόγου και της προοδευτικής πολιτικής στη χώρα είναι να οργανωθούμε και να δουλέψουμε. Πρέπει να σπρώξουμε τα γρανάζια της ιστορίας. Οι προσπάθειες που γίνονται για την ανασυγκρότηση του χώρου είναι και δικές μας προσπάθειες. Δεν ανήκουν μόνο στις ηγεσίες και τους μηχανισμούς. Η παρουσία τους μπορεί να είναι απαραίτητη, αλλά οι επιδιώξεις τους και οι προσωπικοί τους σχεδιασμοί δεν μπορούν να καθορίσουν τις ζωές και το μέλλον μας.
Αυτή τη φορά δεν μπορούμε να μείνουμε απαθείς θεατές. Δεν έχουμε αυτήν την επιλογή. Ο καιρός των συμβιβασμών, του παρασκηνίου και της πολιτικής συναλλαγής δεν έχει θέση σήμερα, όχι μπροστά στο φάσμα της πολιτικής ανυπαρξίας που αντιμετωπίζουμε.
Αυτή είναι η στιγμή για πιο γενναίες κινήσεις. Και αν πολλοί αμφιβάλλουν ή προβληματίζονται για τις δυσκολίες ή για την ισχύ των μηχανισμών απαντάμε ότι τη μεγαλύτερη διαφορά στην ελληνική κοινωνία την κάναμε όταν ο προοδευτικός κόσμος πορευόταν όχι με δημοσκοπήσεις και τακτικισμούς, αλλά με τις ιδέες μας, με τις αρχές και τις αξίες του κόσμου της εργασίας, της ανοιχτής κοινωνίας και του κράτους δικαίου. Αυτές θα φωτίσουν το δύσκολο δρόμο που έχουμε μπροστά μας.
Ας μην ξεχνάμε πως τίποτα δεν μπορεί να σταματήσει μία ιδέα που ο καιρός της έχει έρθει. Ξέρουμε ότι αυτή τη στιγμή η πολιτική μας οικογένεια δεν είναι αυτή που ήταν κάποτε. Όμως, η αναγέννησή της είναι υπόθεση όλων μας. Είναι στο χέρι μας να μετατρέψουμε το ψιθύρισμα σε φωνή με τη δύναμη να αλλάζει τα πράγματα. Η βροχή θα σταματήσει. Τα σύννεφα και αυτά θα διαλυθούν. Μπορούμε να φέρουμε λίγο περισσότερο φως με τρεις λέξεις που θα αντηχούν τις φωνές μας μέχρι τότε: ένωση, άνοιγμα, ανανέωση.