Δεν είναι εύκολο να γράψει κανείς για τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη, χωρίς να αδικήσει το μέγεθος του ανθρώπου. Ακόμα δυσκολότερο όταν, χάριν μνημοσύνου, γράφονται πολλά από πολλούς, υπακούοντας στη σύμβαση που θέλει τους νεκρούς δικαιωμένους και τους ζώντες τεθλιμμένους. Η άλλη επιλογή όμως, είναι η σιωπή. Και αυτή είναι μάλλον ανάρμοστη.
Είχα την τύχη και την ευτυχία λοιπόν στη ζωή μου, να βρεθώ με τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη και να συνυπάρξω μαζί του στην ξέφρενη πορεία της δικής μας αριστεράς. Τον πρωτογνώρισα στην ΕΑΡ, όπου τον θυμάμαι, να δηλώνει σοσιαλδημοκράτης. Τον θυμάμαι, να επαναλαμβάνει τη δήλωση αυτή στο παλλόμενο κοινό του πρώιμου ΣΥΝ, ανταποκρινόμενος σε κείνες τις συνομιλίες με τους διαφωνούντες μαζί του, που μόνον εκείνος ήξερε να διεξέρχεται κερδισμένος. Τον θυμάμαι, να εισηγείται το «όχι» στην εκτροπή του Αχελώου, απόφαση σταθμό του ΣΥΝ, που του στοίχισε σε μεγάλο βαθμό τη στήριξή του στη Θεσσαλία. Αργότερα, να επιχειρηματολογεί για το «όχι» στους Ολυμπιακούς αγώνες. Τον θυμάμαι στα έδρανα του Στρασβούργου, αλλά και στα διαλείμματα των συνεδριάσεων, αεικίνητο και δημιουργικό, να διαβουλεύεται με τους συναδέλφους του. Να πιάνει στον ευρωπαϊκό αέρα ό,τι νεώτερο· ό,τι προωθητικότερο. Αργότερα, στο Πόρτο Αλέγκρε, με την υψηλού επιπέδου ικανότητα ανάλυσης που τον διέκρινε, να επιχειρηματολογεί για την αναγκαιότητα της πολιτικής διεύθυνσης της παγκοσμιοποίησης, την ώρα που γύρω μας ανθούσαν «κινηματικές» λογικές εναντίον της, άνετα συνοδοιπορώντας με τους πιστούς καθολικούς και το Black Block. Να επιχειρηματολογεί για την αναγκαιότητα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, της σύγκλισης των κοινωνιών και των οικονομιών, όπως και των δικαιωμάτων. «Η οικονομία είναι απούσα από το κείμενο των θέσεων» έλεγε στον Αλέκο Αλαβάνο λίγα χρόνια πριν η κρίση ξεσπάσει, προσδιορίζοντας επακριβώς το πρόβλημα της πολιτικής ανάλυσης της αριστεράς.
Βαθιά δημοκράτης, αυθεντικά ευγενής, ριζοσπαστικά μεταρρυθμιστής, ολοκληρωμένος διαφωτιστής και, ναι? αριστερός, χωρίς αριστερά ή σοσιαλδημοκρατία που να του αναλογεί.
Παραμονές δημοτικών εκλογών του 2006, υπό τον φόβο της διευρυμένης στήριξής του και του ενδεχομένου ακόμη και της εκλογής του, η πλειοψηφία του κόμματός του του γύρισε την πλάτη, επιλέγοντας για υποψήφιο Δήμαρχο Αθηναίων τον Αλέξη Τσίπρα. Τεράστια απρέπεια αφ’ ενός, στυγνή πολιτική επιλογή στροφής στον κομμουνιστικό αριστερισμό από την άλλη. Με το φρέσκο πρόσωπο του Τσίπρα επέστρεφαν παίρνοντας την εκδίκησή τους, όσοι και όσα είχαν ηττηθεί το 1989. Η επιλογή αυτή συγκέντρωσε ένα 10,51% του αθηναϊκού λαού (11,2 η Δαμανάκη το 1994), το οποίο ευσχήμως παρουσιάστηκε ως εξαιρετικό. Ουδέποτε αντιλήφθηκα το ποσοστό αυτό, ως νίκη. Το αντίθετο. Σηματοδότησε την επιλογή της σέχτας έναντι της κοινωνίας· του κλειστού έναντι του ανοιχτού. Ήταν η αρχή της μεγάλης και τελειωτικής στροφής του ΣΥΝ, που ολοκληρώθηκε αργότερα με την συνάντηση με τον λαϊκισμό. Εκείνης, που με περίσσευμα πικρίας τον έκανε να δηλώσει «εμένα το κόμμα μου μετά από μία μεγάλη συζήτηση, μου έδωσε την εντολή να μην ασχοληθώ καθόλου με τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Σκοπεύω να συμμορφωθώ πλήρως με αυτή την απόφαση». Η συμμόρφωση δυστυχώς υπερέβη τη στιγμή, υπερέβη και τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Συνέβη πολύ σύντομα, πολύ βίαια, παρά την εκλογή του στο εθνικό κοινοβούλιο, με τη βοήθεια της αρρώστιας του. Πέθανε, τη στιγμή που οι ιδέες του ετίθεντο υπό διωγμόν, σηματοδοτώντας την ήττα της αριστεράς που ονειρεύτηκε· την ήττα όλων μας.
Η ιστορία δεν γράφεται με «αν» -είναι αλήθεια. Ωστόσο, το ανθρώπινο μυαλό με «αν» κινείται ή ακινητοποιείται. Και, όταν πρόκειται για ανθρώπους σημαδιακούς για όσους τους έζησαν και τους αγάπησαν, αυτό το «αν» είναι αναπόφευκτο. Αν ζούσε ο Μιχάλης λοιπόν, στο δίλημμα «ευρώ ή δραχμή» είναι απολύτως βέβαιο, τι θα απαντούσε. Όπως απολύτως βέβαιο είναι τι θα απαντούσε και στο δίλημμα «μεταρρυθμίσεις ή όχι». Επίσης, αν ζούσε ο Μιχάλης, είναι απολύτως βέβαιο, ότι στα σημερινά σχήματα δεν θα χωρούσε· ορισμένα θα τον είχαν συμπεριλάβει σε καταλόγους προγραφών, μάλιστα…
Ενοχλητικός εν ζωή, χρήσιμος νεκρός. Γι’ αυτό, κάποιοι από μας, θρηνούμε τον Μιχάλη κάθε μέρα…