Ενδιαφέρεται κανείς για την Ευρώπη;

Παναγιώτης Ιωακειμίδης 11 Σεπ 2016

Ενδιαφέρεται κανείς σοβαρα και ολοκληρωμένα  για την Ευρώπη στην Ελλάδα καθώς από αύριο  ανοίγει ουσιαστικά η νέα,  πλέον δύσκολη και κρίσιμη περίοδος στην μεταπολεμική  ιστορία της;  Ανοίγει  με δύο  κεντρικά γεγoνότα, την ομιλία του  Προέδρου της Ευρωπαικής Επιτροπής Ζ.Κ.Γιούγκερ για την «κατάσταση της Ένωσης»( State of the Union) την Τετάρτη 14/9 και κυρίως την διάσκεψη κορυφής των είκοσι επτά κρατών μελών της Ευρωπαική Ένωση ( χωρίς τη συμμετοχή της Βρετανίας )  στις 16/9 στη Μπρατισλάβα όπου θα επιχειρήσουν να διαμορφώσουν μια στρατηγική για την πορεία/μέλλον  της Ένωσης  μετά το Brexit (χωρίς ομολογουμένως μεγάλες προσδοκίες)

Τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις διαγράφονται αυτή τη στιγμή για το μέλλον της ΕΕ  που αντιστοιχούν σχηματικά σε τρεις  ενότητες πολιτικών δυνάμεων:

Η πρώτη προσέγγιση υποστηρίζει ουσιαστικά τη διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την αντιστροφή της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης (disintegration) με ολική επιστροφή στο εθνικό κράτος. Προπαγανδίζεται ανοιχτά από τις εθνολαϊκιστικές δυνάμεις των  άκρων, κυρίως της ακροδεξιάς. Για τις δυνάμεις αυτές η απόφαση για το Brexit έδειξε την «αντιστρεψιμότητα» (reversibility) της ενοποιητικής διαδικασίας και επομένως το γεγονός αυτό θα πρέπει να αξιοποιηθεί ως ευκαιρία για το αποφασιστικό τελικό χτύπημα στο «Ευρωπαϊκό οικοδόμημα».. Στη λογική αυτή ακροδεξιά κόμματα σε Γαλλία, Ολλανδία, Δανία,Ιταλία , κ.α. υποστηρίζουν τη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων για την έξοδο των χωρών από την Ευρωπαϊκή Ένωση και επιτάχυνση της διαδικασίας απο-ολοκλήρωσης της Ευρώπης. Βεβαίως δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι οι δυνάμεις αυτές θα έλθουν τελικά σε θέσεις εξουσίας ικανές να επιβάλουν αποφάσεις. Εξαίρεση ίσως αποτελέσει  η Ιταλία όπως αποτελεί αυτή τη στιγμή και τη χώρα- μεγάλο πονοκέφαλο για την Ένωση γενικά.

Η δεύτερη προσέγγιση προτείνει ουσιαστικά το πάγωμα της ενοποιητικής διαδικασίας για το ορατό μέλλον. Υποστηρίζεται από την πλειοψηφία των συντηρητικών πολιτικών δυνάμεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση  περιλαμβανομένης και της  Καγκελάριου   A. Merkel. Το κεντρικό  επιχείρημα είναι ότι το δημοψήφισμα για το Brexit  επιβάλλει μια μεγάλη περίοδο περισυλλογής  πριν αναληφθούν οποιεσδήποτε νέες ενοποιητικές πρωτοβουλίες. Χωρίς αμφιβολία η στάση της A. Merkel υπαγορεύεται από την επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση (Σεπτέμβριος 2017) και τις ανακατατάξεις που καταγράφονται στο εκλογικό σώμα ( άνοδος του ευρωσκεπτικιστικού AFD – Εναλλακτική για τη Γερμανία). Υπαγορεύονται όμως και από την αρνητική στάση άλλων συντηρητικών δυνάμεων ή χωρών (ανατολικοευρωπαϊκές χώρες, Πολωνία, Ουγγαρία, κ.ά.) να στηρίξουν πρωτοβουλίες εμβάθυνσης της Ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Η τρίτη προσέγγιση είναι αυτή της επιτάχυνσης/ εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Υποστηρίζεται από μεγάλη κατηγορία αριστερών/ σοσιαλδημοκρατικών πολιτικών δυνάμεων με επικεφαλής τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου M. Shultz αλλά και τον προερχόμενο από το συντηρητικό  χώρο πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής J.C. Junker καθώς και τους φιλελεύθερους (G. Verhofstat).   Οι δυνάμεις αυτές θέλουν να αξιοποιήσουν την απόφαση για Brexit ως ευκαιρία για την προώθηση της ενοποίησης, προβάλλοντας τρία κεντρικά επιχειρήματα για τη θέση αυτή: (α)  τα προβλήματα, κρίσεις  και προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη (προσφυγικό, ανάπτυξης, απασχόλησης, τρομοκρατίας, περιφερειακής αστάθειας, κ.ά.) δεν μπορούν να επιλυθούν παρά με «περισσότερη και καλύτερη Ευρώπη» και όχι με «λιγότερη Ευρώπη» ή  επιστροφή στο εθνικό κράτος.,(β), η ευρωζώνη (ΟΝΕ) όπως έχει σήμερα δεν είναι βιώσιμη (sustainable). Εάν δεν προχωρήσει η ολοκλήρωσή της με δημοσιονομική ένωση, οικονομική ένωση και τελικά Πολιτική Ένωση, αργά ή γρήγορα θα καταρρεύσει., (γ)  το ενδεχόμενο πάγωμα της ενοποιητικής διαδικασίας   θα οδηγήσει  στην de facto απαξίωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με χώρες μέλη αρνούμενες να εφαρμόσουν το δίκαιο και πολιτικές της  (όπως ήδη έχει αρχίσει και συμβαίνει) και τελικά στην απο-ολοκλήρωση.

Στο υπόβαθρο των επιχειρημάτων αυτών βρίσκεται η εκτίμηση ότι η άνοδος του ευρωσκεπτικισμού οφείλεται βασικώς στην αδυναμία της ΕΕ να επιλύσει καθημερινά προβλήματα της ευρωπαϊκής κοινωνίας καθώς δεν διαθέτει τις απαιτούμενες «ικανότητες» (capabilities) και πολιτικές για το σκοπό αυτό.  Θα πρέπει επομένως να τις αποκτήσει μέσω της εμβάθυνσης της ενοποίησης που μπορεί τελικά να προσλάβει το χαρακτήρα και ενός «νέου Ευρωπαϊκού συμβολαίου».

Είναι σαφές ότι  επιτάχυνση/εμβάθυνση , συνιστά την πλέον συνεκτική και ολοκληρωμένη προσέγγιση. Ωστόσο η υλοποίηση της   απαιτεί ευρύτερες συναινέσεις που δεν θα είναι εύκολο να επιτευχθούν. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η Ένωση θα πρέπει να αφεθεί «να σέρνεται» (muddling through).  Μια στρατηγική δύο σταδίων θα μπορούσε να ξεπεράσει τα εμπόδια. Στο πρώτο, άμεσο στάδιο  να προωθηθεί δέσμη ενοποιητικών πρωτοβουλιών στο πλαίσιο των υφιστάμενων Συνθηκών οι οποίες  προσφέρουν τεράστια αναξιοποίητα περιθώρια. Σ’ ένα δεύτερο, περισσότερο φιλόδοξο στάδιο και αφού κλείσει ο Ευρωπαϊκός εκλογικός κύκλος (σε Γαλλία, Γερμανία, Ολλανδία, κ.λπ.), μπορεί να επιχειρηθεί συνολική αναθεώρηση των Συνθηκών με τελικό   στόχο την Πολιτική Ένωση. Το πιθανότερο ωστόσο είναι το σχέδιο αυτό να μην μπορέσει να υλοποιηθεί με τη συμμετοχή όλων των κρατών μελών. Έτσι  η προώθηση της ολοκλήρωσης με ευέλικτα,  διαφοροποιήμενα σχήματα  (δύο πόλων/ ταχυτήτων) θα καταστεί αναπόφευκτη.

Σε μεγάλο βαθμό η μοίρα της Ελλάδας  είναι συνυφασμένη με αυτή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αδύναμη Ευρωπαϊκή Ένωση σημαίνει εξ ορισμού αδύναμη Ελλάδα και το αντίθετο. Επομένως οι προπτικές της Ευρώπης ενδαφέρουν πρώτα απ’όλα τη χώρα μας. Ενδιαφέρουν όμως σοβαρά και την κυβέρνηση ή κάποιον άλλον (περά απο το πρόγραμμα διάσωσης)  ; Δε το νομίζω.Διαφορετικά θα υπήρχε κάποιο σχετικό σχέδιο..