Πριν από μία εβδομάδα, ύστερα από μια μακρά νύχτα διαπραγματεύσεων, οι 27 πρόεδροι και πρωθυπουργοί κατέληξαν σε συμφωνία σχετικά με τον προϋπολογισμό της Ε.Ε. για τα επόμενα επτά έτη. Τη Δευτέρα, θα τον παρουσιάσω και θα τον υπερασπιστώ ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Κάθε ηγέτης προσπάθησε να πετύχει την καλύτερη δυνατή συμφωνία για τη χώρα του, κάτι απολύτως θεμιτό. Για εμένα, σημαντικό είναι ότι καταλήξαμε σε μια συμφωνία επί του προϋπολογισμού για την υπόλοιπη δεκαετία. Οι στόχοι των συνολικών δαπανών μειώνονται, εντούτοις το μερίδιο των επενδύσεων στην ανάπτυξη και την απασχόληση αυξάνεται. Αυτό αντανακλά τους δύο βασικούς συλλογισμούς μας: την προσαρμογή σε αυστηρούς δημοσιονομικούς περιορισμούς σε ολόκληρη την Ευρώπη, παράλληλα με την επένδυση στο μέλλον.
Στο επίκεντρο βρίσκεται η ικανότητα να πράττουμε περισσότερα με λιγότερα χρήματα, περιλαμβανομένων των διοικητικών δαπανών, και να διασφαλίζουμε ότι κάθε ευρώ πηγαίνει εκεί όπου μπορεί να αξιοποιηθεί στο έπακρον. Τα ζωνάρια σφίγγουν σε ολόκληρη την Ευρώπη, οπότε η μόνη επιλογή ήταν ο «μετριοπαθής προϋπολογισμός». Για πρώτη φορά στα χρονικά, τα ανώτατα όρια των δαπανών μειώθηκαν, σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο, με ανώτατο όριο το 1% του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος της Ε.Ε. Δεδομένων των σύγχρονων οικονομικών προκλήσεων, η απόλυτη προτεραιότητά μας είναι οι θέσεις εργασίας, η ανάπτυξη και η ανταγωνιστικότητα. Απλώς δεν έχουμε το περιθώριο να θυσιάσουμε τις επενδύσεις για το μέλλον, την παιδεία, την έρευνα ή την καινοτομία. Γι’ αυτό τον λόγο, ο νέος προϋπολογισμός προβλέπει μεγαλύτερα ποσά κατά 37% (ή 34 δισ. ευρώ) ακριβώς γι’ αυτούς τους τομείς, διασφαλίζοντας παράλληλα σημαντικά ποσά για τα διασυνοριακά δίκτυα ενέργειας και μεταφορών και για τα ψηφιακά δίκτυα (30 δισ. ευρώ). Πραγματική αύξηση χρηματοδότησης θα υπάρξει και για καίριες πρωτοβουλίες όπως το πρόγραμμα «Erasmus για όλους», το πρόγραμμα ανταλλαγής φοιτητών και εκπαιδευτικών, ή το πρόγραμμα «Ορίζοντας 2020», το μεγαλύτερο πρόγραμμα έρευνας και καινοτομίας στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Αυτό κατέστη δυνατόν με τον εκσυγχρονισμό του προϋπολογισμού. Για παράδειγμα, όσον αφορά τη γεωργία, έναν τομέα πολιτικής που ρυθμίζεται αποκλειστικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αντί για επιδοτήσεις που απλώς καλύπτουν τα προβλήματα, δίνεται έμφαση όλο και περισσότερο στην τάση να εξασφαλίσουμε δίκαιο εισόδημα για τους αγρότες, ποιότητα ζωής στις αγροτικές περιοχές και οικολογικότερες πρακτικές. Ενας βιώσιμος τομέας τροφίμων είναι απαραίτητος για όλους μας. Για την αντιμετώπιση της ανόδου της ανεργίας των νέων, μια νέα πρωτοβουλία ύψους 6 δισ. ευρώ θα συμβάλει στην καταπολέμηση της κρίσιμης κατάστασης. Τα περιφερειακά ταμεία θα πρέπει να κινητοποιηθούν για να βοηθήσουν τις χώρες που πλήττονται περισσότερο από την κρίση. Τα Ταμεία θα συνεχίσουν να επικεντρώνονται στις φτωχότερες περιφέρειες και στους φτωχότερους για να βελτιωθεί η κοινωνική συνοχή στην Ε.Ε. Και παρά την κρίση, τα μέσα που επιτρέπουν στην Ευρώπη να συμμετέχει σε παγκόσμια θέματα ζωτικής σημασίας, όπως η αναπτυξιακή βοήθεια ή η αλλαγή του κλίματος, διατηρούνται.Ο προϋπολογισμός αυτός είναι εκσυγχρονισμένος και ρεαλιστικός, και επικεντρώνεται στα πιο επείγοντα προβλήματα. Ισως δεν αποτελεί τον τέλειο προϋπολογισμό για κανέναν, συμφιλιώνει όμως τις απόψεις όλων. Ορισμένοι εξέφρασαν ενδοιασμούς για το γεγονός ότι δεν μπόρεσαν να ληφθούν υπόψη όλες οι επενδυτικές προτάσεις, δεδομένου ότι κάτι τέτοιο θα αποδεικνυόταν υπερβολικά δαπανηρό.
Και εγώ λυπάμαι γι’ αυτό το γεγονός, αλλά είναι παραπλανητικό να παρουσιάζονται ως «περικοπές» οι προσαρμογές στο σχέδιο προϋπολογισμού, όταν στην πραγματικότητα ο προϋπολογισμός για τον οποίο αποφασίσαμε προβλέπει σημαντικά περισσότερα χρήματα για επενδύσεις στην ανάπτυξη από ό,τι ο τρέχων προϋπολογισμός. Και μάλιστα, αυτά τα χρήματα θα κάνουν τη διαφορά.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα εξετάσει τώρα την πολιτική συμφωνία που επιτεύχθηκε από τους ηγέτες, για την προετοιμασία της τελικής διαπραγμάτευσης. Ηδη στο πλαίσιο της προετοιμασίας της συνόδου κορυφής, τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εξέφρασαν εύλογες ανησυχίες, για παράδειγμα σχετικά με την ανάγκη για νέες πηγές εσόδων ή για μορφές δημοσιονομικής ευελιξίας. Αυτό είναι λογικό, δεδομένου ότι κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το σημείο στο οποίο θα βρίσκεται η Ευρώπη μετά επτά χρόνια. Εκτός αυτού, με την ευελιξία διασφαλίζεται ότι οι πληρωμές της Ε.Ε. θα αντιστοιχούν στις δεσμεύσεις της.
Ενας επταετής προϋπολογισμός επενδύσεων αποτελεί ισχυρό παράγοντα προβλεψιμότητας. Χωρίς αυτόν, μπορούμε να αναλαμβάνουμε χρηματικές υποχρεώσεις μόνο για ένα έτος κάθε φορά. Για τους επιστήμονες, τις φιλανθρωπικές οργανώσεις και τα πανεπιστήμια, για τις τοπικές και περιφερειακές αρχές σε όλη την Ευρώπη, αυτό θα ήταν μεγάλη οπισθοδρόμηση. Σε μια περίοδο που η εμπιστοσύνη στις οικονομίες μας επιστρέφει σταδιακά, η επισφράγιση αυτής της επταετούς προοπτικής για την Ευρώπη θα αποτελέσει θετικό σημάδι.
* O κ. Herman Van Rompuy είναι πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.