Δεν πρέπει να είναι και πολλοί εκείνοι από τον παλιό ΣΥΡΙΖΑ που νιώθουν άνετα στο νέο κοστούμι του 27%, που τους έραψε ο ελληνικός λαός. Αν εξαιρέσουμε τα εκ μεταγραφής στελέχη του ΠΑΣΟΚ, οι περισσότεροι δεν ένιωθαν άνετα ούτε στο 4-5% που έπαιρνε η ομοσπονδία πριν γίνει αξιωματική αντιπολίτευση. Είναι πολλά τα στελέχη που μεγάλωσαν πολιτικά με το πρόταγμα της ιδεολογικής καθαρότητας και γι’ αυτό κατέληξαν σε διάφορα γκρουπούσκουλα τα οποία αργότερα έγιναν συνιστώσες.
Αν επιθυμούσαν να αλλάξουν τον κόσμο με τον αργό -αλλά και σίγουρο- δημοκρατικό τρόπο, θα δημιουργούσαν ευρύτερα αριστερά σχήματα που θα είχαν λόγο και ρόλο στα πολιτικά πράγματα. Θα έβαζαν νερό στο κρασί τους, αντί να κρατούν ταμπέλες που δεν λένε τίποτε στην κοινωνία. Θα κατανοούσαν το αναγκαίο των συμβιβασμών που κάνουν τις προοδευτικές πολιτικές πιο «ήπιες» (σε σχέση με τον ιδανικό κόσμο που αυτοί έχουν στο κεφάλι τους), αλλά και πιο σταθερές (αφού αυτές στηρίζονται από ευρύτερα κομμάτια του εκλογικού σώματος).
Το βασικό πρόβλημα που έχει ένα μεγάλο κομμάτι του στελεχικού δυναμικού του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι μεγάλωσε πολιτικά με μεσσιανικές αντιλήψεις για τον κόσμο. Η αντίληψη της «πρωτοπορίας» διέτρεχε όλα τα κομμουνιστογενή μορφώματα και κατατρύχει καθένα ξεχωριστά από τα στελέχη τους, μιας κι αυτά τα μορφώματα δεν ήταν μεγαλύτερα από παρέες που είχαν έναν καθοδηγητή. Από αυτήν τη σκοπιά είναι θαύμα το γεγονός ότι αυτά τα σχήματα δεν έχουν σηκώσει ακόμη μεγαλύτερο σαματά κατά της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και του ανοίγματος που κάνει για να εκλογικευτούν οι θέσεις του κόμματος. Ψίθυροι ακούστηκαν για την επιλογή του κ. Τσίπρα να είναι ο υποψήφιος του Αριστερού Ευρωπαϊκού Κόμματος για την προεδρία της Κομισιόν και λίγα ειπώθηκαν για τις «δεξιόστροφες» πιρουέτες του προέδρου τους στο εξωτερικό. Να σημειώσουμε εδώ, ότι για ένα μεγάλο κομμάτι της παλαβής Αριστεράς κάθε λογική πρόταση είναι «δεξιά».
Η στάση αυτή δεν εξηγείται με λογικές αριβισμού. Αν και υπάρχουν πολλοί πολιτικοί, συνδικαλιστές, δημοσιογράφοι κ.λπ. που τον τελευταίο καιρό πυκνώνουν τις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ (ελπίζοντας στη νομή ενός μεριδίου του κράτους, με όλα τα οικονομικά οφέλη που αυτό συνεπάγεται) οι συνιστώσες της παλαβής Αριστεράς δεν κινούνται από τέτοια κίνητρα. Η συντριπτική πλειονότητα αυτών, πραγματικά θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο· δυστυχώς προς το χειρότερο, αφού βασίζονται σε λάθος ανάλυση. Αλλά είναι πραγματικοί ιδεολόγοι. Αν δεν ήταν θα είχαν ενταχθεί στο ΠΑΣΟΚ πριν από πολλά χρόνια. Συνεπώς περισσότερο τους παγώνει το ενδεχόμενο να «χάσει η Αριστερά κι αυτή την ευκαιρία», παρά το δέλεαρ της εξουσίας.
Υπό αυτό το πρίσμα είναι πολλαπλώς χρήσιμος ο «πόλεμος» που ξεκίνησε ο ΣΥΡΙΖΑ κατά διάφορων, «ορατών τε πάντων και αοράτων», εχθρών. Δεν είναι μόνο ότι δικαιολογεί αστοχίες, όπως ήταν η πρόταση μομφής. Μεγεθύνει τις ανασφάλειες εκείνων που αποτελούσαν τον βασικό κορμό του κόμματος, πριν συρρεύσουν οι υπόλοιποι που οσμίστηκαν εξουσία. Ισχύει δηλαδή αυτό που έλεγε ο Καναδός πολιτικός Μπράιαν Μαρλόνεϊ «στην πολιτική χρειάζεσαι φίλους, αλλά πάνω απ’ όλα χρειάζεσαι έναν εχθρό». Ή έστω πολλούς. Το μόνο ερώτημα είναι πόσο θα διαρκέσει ως συγκολλητική ουσία η ύπαρξη αυτών των «εχθρών».