Μετά τις ευρωεκλογές και τον ανασχηματισμό, έγινε το μεγάλο ξεκαθάρισμα: Κυβέρνηση και αντιπολίτευση συμφωνούν ότι ήρθε η ώρα της επιστροφής στην προ κρίσης κατάσταση και διαφωνούν για τη δοσολογία και τη μεθοδολογία. Η κυβέρνηση θέλει ελεγχόμενη αποκατάσταση των περικοπών, πρώτα τα ειδικά μισθολόγια (δικαστές, ένστολοι κοκ), ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει περισσότερα για περισσότερους, και οι δύο πάντως συμφωνούν ότι ήρθε το τέλος της λιτότητας και των μνημονίων, η έξοδος στις αγορές είναι εφικτή και οριστική, σημασία έχει ποιος και πώς θα κάνει την αναδιανομή.
Τα πολιτικά στελέχη που διαπρέπουν στον λαϊκισμό και τους καβγάδες τηλεοπτικής κατανάλωσης παίρνουν το πάνω χέρι, οι ηγεσίες προβάλλουν τους φωνακλάδες, τους ατακαδόρους και τους αποφασισμένους να συγκρουστούν με την Τρόικα για πέντε λεπτά δημοσιότητας, ενώ οι μάχες δίνονται στο πεδίο της επικοινωνίας και των τακτικισμών.
Η πολιτική αντικαθίσταται από την παραπολιτική και το εθνικό διακύβευμα υποχωρεί μπροστά στο κομματικό συμφέρον. Πόλωση χωρίς προηγούμενο, ευχολόγια αντί προγραμμάτων, ακατάσχετη εκλογολογία, ακατάσχετη σεναριολογία για τον κυβερνητικό συνασπισμό της επόμενης μέρας, πάθος για τη νομή της εξουσίας που γίνεται αυτοσκοπός.
Με τον νέο διπολισμό να ξαναστήνει το σκηνικό που προηγήθηκε της χρεοκοπίας, πολιτικές και οικονομικές απάτες σε συνδυασμό με μεταρρυθμιστική αδράνεια και διαγενεακή σύγκρουση, όσα συμβαίνουν στον ενδιάμεσο χώρο αποκτούν πολύ μεγάλη σημασία. Γιατί αν δεν υπάρξει ένας ισχυρός μεταρρυθμιστικός τρίτος πόλος ως αντίβαρο, τότε η πορεία θα γίνει, πιθανότατα, μη αναστρέψιμη.
Τι συμβαίνει, λοιπόν, στον ενδιάμεσο χώρο; Περιγράφεται σαν μια κοσμογονία: Συντρώγουν, συντάσσουν κείμενα, αναστατώνονται, δηλώνουν την ετοιμότητά τους να συμβάλουν στην υπόθεση της μεγάλης Κεντροαριστεράς και φτιάχνουν το περίφημο “αφήγημά” της, καθένας στα δικά του μέτρα. Ο,τι κάνουν δεν φαίνεται να έχει καμία σχέση με πραγματικές κοινωνικές ανάγκες, φυσικά και με τη δημιουργία των προϋποθέσεων για την οριστική έξοδο της χώρας από την κρίση.
Προσφέρεται πλήθος παραπολιτικών: Οι τάδε με τους δείνα, ΠΑΣΟΚοι που ζυμώθηκαν με ΔΗΜΑΡίτες, διαφορετικές φυλές της Κεντροαριστεράς που ομαδοποιούνται, δελφίνοι που μετρούν δυνάμεις στην κοινοβουλευτική ομάδα, άνθρωποι του αρχηγού που παίρνουν πρωτοβουλίες για λογαριασμό του αλλά όχι εξ ονόματός του, ΠΑΣΟΚόφρονες vs Ελαιόφρονες κατά το δημοσιογραφικό κλισέ, Νέστορες που προσπαθούν να φέρουν κοντά όσο το δυνατόν περισσότερους, φλογεροί μεταρρυθμιστές που όμως δεν κατονομάζουν ποιοι είναι οι αντιμεταρρυθμιστές της κυβέρνησης σήμερα.
Αυτό που βασικά εκπέμπεται είναι η διεκδίκηση ρόλου, το άγχος της παρουσίας στο πολιτικό προσκήνιο, η διάθεση συμμετοχής στην εξουσία και η προβολή ενός δήθεν αξιακού προτάγματος, της ενότητας της Κεντροαριστεράς, που δεν είναι παρά ένα βολικό σύνθημα για να καλυφθεί το τίποτα της Κεντροαριστεράς.
Το ΠΑΣΟΚ όταν αναφέρεται στην Ελιά ή τώρα στη δημιουργία της Δημοκρατικής Παράταξης συμπεριφέρεται σαν ένα κόμμα που δεν έχει κυβερνητικές ευθύνες αλλά που σχεδιάζει το πώς θα κυβερνήσει. Βγάζει εντελώς από την ατζέντα το πολιτικό του παράδειγμα όπως προκύπτει από την άσκηση εξουσίας και περιγράφει τον μελλοντικό κυβερνητικό εαυτό του. Για παράδειγμα, είναι πολύ της μόδας η αναφορά σε μεταρρυθμίσεις. Οχι αυτές που δεν γίνονται τώρα από το ΠΑΣΟΚ αλλά εκείνες που προγραμματίζονται σε ένα άδηλο μέλλον. Το ΠΑΣΟΚ προκειμένου να αποκτήσει συμμάχους και να προσελκύσει δυνάμεις στην Ελιά δεν μπαίνει στον κόπο να κάνει έναν ειλικρινή απολογισμό της κυβερνητικής του θητείας, ούτε φυσικά να απαντήσει σε δύσκολα ερωτήματα για συγκεκριμένες επιλογές του. Προσκαλεί όλους του Κεντροαριστερούς, πρόσωπα, κόμματα και κινήσεις, να ενώσουν τις δυνάμεις τους πάνω σε μια ευχάριστη αοριστία: Είναι καλό να είσαι Κεντροαριστερός, όσο πιο πολλοί τόσο πιο καλά.
Ολα αυτά έχουν βάρος επειδή οι αβεβαιότητες και οι κίνδυνοι, στο εθνικό/συλλογικό επίπεδο, δεν έχουν αρθεί. Και το επόμενο διάστημα θα είναι εξαιρετικά κρίσιμο για το αν θα πάμε μπροστά ή πίσω. Πρόοδος σημαίνει μεταρρυθμίσεις, λαϊκισμός σημαίνει οπισθοδρόμηση. Και επειδή οι μεταρρυθμίσεις έχουν πολλούς πολιτικούς φίλους, όταν πρόκειται για ρητορικές/επικοινωνιακές ασκήσεις, να διευκρινιστεί ότι μεταρρυθμιστής είναι όποιος έχει κάνει κάτι μεταρρυθμιστικό εφόσον συμμετείχε/συμμετέχει στη διακυβέρνηση, όποιος έχει υποστηρίξει ανοιχτά συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις, όχι γενικώς και αορίστως, όποιος επίσης έχει αποδοκιμάσει ανοιχτά συγκεκριμένες λαϊκιστικές επιλογές και τον λαϊκισμό ως ύφος, όποιος δηλαδή το εννοεί. Αν γίνει δεκτός αυτός ή ένας ανάλογος ορισμός περιορίζεται πολύ η γκάμα και γίνεται κατανοητό ότι το προσκλητήριο για τη Δημοκρατική Παράταξη δεν αφορά τη δημιουργία ενός μεταρρυθμιστικού πόλου αλλά έναν αχταρμά μέσα στον οποίο θα χωρέσουν όλοι όσοι έχουν οποιαδήποτε σχέση με την Κεντροαριστερά, τυπική ή ουσιαστική, άλλοτε και τώρα.
Φτάσαμε στο σημείο να υπογράφει ο Γιακουμάτος το άνοιγμα των καταστημάτων όλες τις Κυριακές του χρόνου σε εννέα περιοχές της χώρας και να διαφωνεί το ΠΑΣΟΚ. Δεν χρειάζεται άλλο παράδειγμα για να καταδειχθεί ποιος είναι ο προσανατολισμός.
Γίνεται όλο και πιο προφανές ότι το εγχείρημα της Ελιάς-Δημοκρατικής Παράταξης πάσχει στη βάση του. Το πρόβλημα είναι ότι δεν σχεδιάζεται να υπάρξει για να εκφράσει την αναγκαία προοδευτική μεταρρυθμιστική δυναμική, αλλά τις επαγγελματικές αγωνίες πλήθους πολιτικών στελεχών που περνούν δύσκολα μετά την καταβαράθρωση του ΠΑΣΟΚ από το 44%, στο 13% και τελικά στο 8%. Σχεδιάζεται να υπάρξει, δηλαδή, ως μηχανισμός διάσωσης των ναυαγών του κατεστημένου της Κεντροαριστεράς.
Δεν είναι η ιδεολογία και η πολιτική, ούτε ένας αξιακός κώδικας, ο συνεκτικός ιστός και ο γενεσιουργός λόγος. Γι αυτό και δεν παίρνουν θέση στα συγκεκριμένα: Τι να γίνει με τις δικαστικές αποφάσεις που ακυρώνουν μνημονιακούς περιορισμούς, τι να γίνει με τις απολύσεις και με την αξιολόγηση στο Δημόσιο, με τις πολυτέλειες του πολιτικού συστήματος, με τις συντάξεις στα 50 που δίνονται ακόμη, με το φορολογικό σύστημα, με τη δημιουργία θέσεων εργασίας, με το δημογραφικό, με την κοινωνική προστασία των ασθενέστερων. Μόνο διακηρύξεις και βερμπαλισμός, χωρίς καθαρές απαντήσεις και λύσεις.
Μέσα στο μεγάλο ΠΑΣΟΚ συνυπήρξαν αντικρουόμενες σχολές σκέψεις, αντιλήψεις και προσεγγίσεις. Το δέλεαρ της εξουσίας και της πολιτικής κυριαρχίας διευκόλυνε τη συνάντηση διαφορετικών κόσμων και τη συνεργασία προσώπων με εντελώς διαφορετική θεωρία, αισθητική και πολιτισμό. Σημασία έχει τι, τελικά, επικρατεί. Οι καλές στιγμές της διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, για παράδειγμα η ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, συνδέθηκαν με την επικράτηση της υγιούς πλευράς, αυτής που είναι προσηλωμένη στην προσπάθεια για ουσιαστική σύγκλιση προς το ευρωπαϊκό παράδειγμα και για άρση των ανατολίτικων αναχρονισμών.
Με αυτή την έννοια, δεν έχει και μεγάλη σημασία ότι δεν θα γίνει το φθινόπωρο συνέδριο ΠΑΣΟΚ αλλά ιδρυτικό συνέδριο της Δημοκρατικής Παράταξης, γιατί πολύ απλά το θέμα δεν είναι μόνο πόσο ΠΑΣΟΚ θα υπάρχει μέσα στο συμμαχικό ή κατ επίφαση συμμαχικό σχήμα, αλλά ποιο ΠΑΣΟΚ.