Αν παρακολουθήσουμε την οικονομία της χώρας μεταπολιτευτικά, αναδεικνύεται μια εξαιρετική εικόνα περιοδικότητας, που αφορά τις δαπάνες και τα σταθεροποιητικά προγράμματα, τις σπατάλες και τη λιτότητα. Ο ίδιος ο Α. Παπανδρέου από το 1985 ήδη διαπίστωνε «δαπανάμε περισσότερα απ’ ότι παράγουμε». Η χώρα εγκλωβισμένη σε αυτήν την περιοδικότητα, δεν προχώρησε ποτέ σε ρυθμίσεις που θα ενίσχυαν την παραγωγική αποδοτικότητα και επιδιδόταν μόνιμα σε λογιστικές τακτοποιήσεις κλείνοντας τα μάτια στις απαραίτητες δομικές ρυθμίσεις.
Θυμάμαι από τη δεκαετία του ‘90 ο Γρηγόρης Γιάνναρος στον ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟ φώναζε: «τα σταθεροποιητικά μέτρα πρέπει να ολοκληρωθούν με αναπτυξιακές πολιτικές. Από μόνα τους δεν αρκούν για την ανάπτυξη. Η ανάπτυξη εξαρτάται από πολιτικές λύσεις σε κεντρικά προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας». Ποιος να άκουγε.
Η επίπλαστη ευφορία και ευημερία είχε καταλάβει όλη τη χώρα. Από αυτόν το φαύλο κύκλο και την αναποτελεσματικότητα, σαν χώρα και σαν κοινωνία, δεν αποκομίσαμε, δεν μάθαμε, δεν καταλάβαμε τίποτα. Συνεπαρμένοι από την κατάσταση που βιώναμε, δεν μπορέσαμε να αντιδράσουμε και να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που φαίνονταν ότι ήσαν καθ’ οδόν. Δεν μπορέσαμε να αντιδράσουμε σε κάθε «συντηρητική» πρόταση για «λύση» που εμφανιζόταν, σε κάθε εύκολο λαϊκισμό που μας χάιδευε τα αυτιά, σε κάθε ψέμα που θα μας έλυνε με μαγικό τρόπο τα προβλήματα. Καταφεύγαμε στους εύκολους μονόδρομους με τις οριζόντιες μειώσεις και τους νέους φόρους. Αποδεχτήκαμε στο τέλος τον τυφλό θυμό και τη δαιμονοποίηση των «άλλων».
Οφείλαμε στην κρίση που ερχόταν, να σκεφτούμε με σαφή δημιουργική ενέργεια κι εμείς επιλέξαμε με ευκολία τη «δημιουργική ασάφεια».
Οφείλαμε να επιμείνουμε στην αλήθεια και να έχουμε απαντήσει σοβαρά :
- Γιατί η γραφειοκρατία μεγαλώνει αντί να μειώνεται και το κράτος διαλύεται.
- Γιατί δαπανάμε πολλά σε άχρηστες θέσεις στο δημόσιο και δεν επενδύουμε σε παραγωγικές υποδομές .
- Γιατί η αξιολόγηση του δημοσίου δεν γίνεται, το ενιαίο μισθολόγιο σχεδιάζεται 40 χρόνια, οι συντεχνίες διατηρούν πάντα τα προνόμιά τους και κόβονται συντάξεις για να πληρωθούν ζημιές.
- Γιατί η υγεία και το κράτος πρόνοιας είχαν μετατραπεί σε πηγές πλουτισμού , τα Πανεπιστήμια σε χωματερές και το κτηματολόγιο 25 χρόνια παρέμενε στάσιμο.
- Γιατί η πάταξη της φοροδιαφυγής είχε γίνει το πιο σύντομο ανέκδοτο.
- Γιατί ο πρωτογενής τομέας είχε μετατραπεί από παραγωγική σε επιδοματική διαδικασία και είχε οδηγηθεί στην ποιοτική και ποσοτική υπανάπτυξη.
- Γιατί ο αριθμός των ανέργων, όλων από τον ιδιωτικό τομέα, ανέβαινε με άλματα κι εμείς σφυρίζαμε αδιάφορα για να μη θιχθούν τα προνόμια των συντεχνιών.
Οφείλαμε να επιλύσουμε τα δομικά προβλήματα της κοινωνίας, να κλείσουμε τ’ αυτιά στις σειρήνες που προστατεύουν το πελατειακό κράτος, τις συντεχνίες και την κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα. Να προχωρήσουμε στη μείωση του κράτους και να ξεκαθαρίσουμε ότι όλες οι διεκδικήσεις δεν μπορεί να είναι προοδευτικές, όπως και η άκριτη υιοθέτησή τους και η πλειοδοσία υποσχέσεων είναι χυδαίος λαϊκισμός.
Οφείλαμε να προχωρήσουμε σε μεταρρυθμίσεις, αλλαγές και ανατροπές στο πολιτικό και θεσμικό επίπεδο για να μπορέσει ν’ αλλάξει το κράτος.
Τα κόμματα που κυβέρνησαν μεταπολιτευτικά τη χώρα, απέτυχαν να προχωρήσουν στον εξορθολογισμό του κράτους. Απέτυχαν να διαχειριστούν την κρίση, μια κρίση που εκτός από οικονομική, έγινε και κρίση πολιτική, θεσμική, κοινωνική. Με μια κοινωνία σε διαρραγή, που έχει μάθει να αυτοαθωώνεται και να αποενοχοποιείται συνεχώς, η Ριζοσπαστική Αριστερά εμφανίζεται σαν νέος «υποστηρικτής» των λαϊκών συμφερόντων, σαν αντίδραση στην κρίση. Υπόσχεται και αναλαμβάνει να οδηγήσει τη χώρα στην έξοδο από την κρίση και αντ’ αυτού παγιδεύεται μαζί με τις ιδεοληψίες του παρελθόντος, στα διχαστικά διλήμματα και τις πλειοδοσίες και σε ένα περίεργο σύμπλεγμα εθνικολαϊκισμού με τους «έμπιστους» πια κυβερνητικούς της συνεργάτες. Φυσιολογικά για τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ, αρχίζει να εκδηλώνεται έντονα η αδυναμία της, για την παραγωγή και ακόμη περισσότερο την εφαρμογή οποιασδήποτε αναγκαίας μεταρρυθμιστικής πολιτικής. Προσπαθεί όλο και περισσότερο να στηρίζεται, να χρησιμοποιεί και να καταλαμβάνει όλες τις πλευρές του «παλιού» πελατειακού συστήματος, σε μια περονικού τύπου αντίληψη άσκησης και επιβολής της εξουσίας. Η επτάμηνη διακυβέρνηση από τον ΣΥΡΙΖΑ, όξυνε τα χαρακτηριστικά της κρίσης και οδήγησε την χώρα στα όρια της καταστροφής και της εξόδου από την ΕΕ.
Είναι πια φανερό ότι η απάντηση στην κρίση δεν μπορεί να είναι αυτή η εμμονική, ιδεοληπτική αριστερά. Δεν μπορεί όμως να είναι και η νεοφιλελεύθερη άποψη της απάντησης, που χρησιμοποιεί αυτά τα χαρακτηριστικά της κρίσης, μπαίνει στο δίπολο «εμείς ή αυτοί» και χωρίς ουσιαστικές λύσεις προσπαθεί να γίνει και πάλι κυρίαρχη στο παιχνίδι εξουσίας. Η απάντηση οφείλει, μπορεί και πρέπει να είναι μια σοσιαλδημοκρατική άποψη σύγχρονη, των κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, που θα αφήσει πίσω της το λαϊκισμό, τον κρατισμό και τη διαφθορά που τόσο την υπονόμευσαν και την κατασυκοφάντησαν. Μια σοσιαλδημοκρατία, που σε συνεργασία με άλλες δυνάμεις, θα οδηγήσει τη χώρα στα πρότυπα λειτουργίας μιας τυπικής αστικής δημοκρατίας δυτικού τύπου, αδιαμφισβήτητα ζητούμενο και αναγκαίο για τα επόμενα χρόνια. Μια σοσιαλδημοκρατία που οφείλει τη σύνταξη ενός εναλλακτικού σχεδίου, που θα διασφαλίζει την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, την κοινωνική συνοχή, την εξυγίανση της πολιτικής ζωής και την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Χωρίς αοριστίες, να προσδιορίσει τη στάση της με αρχές και θέσεις, το πολιτικό όραμα και τα μέσα για την υλοποίησή του, αλλά και τη νέα κοινωνική πραγματικότητα και την ανθρωπογεωγραφία της. Βασικά στοιχεία αυτού του σχεδίου θα μπορούσαν να είναι:
- Η υπεράσπιση του κράτους πρόνοιας και η διασφάλιση επαρκούς και ποιοτικής στήριξης όλων των ανθρώπων που ζουν στη χώρα.
- Η αντιμετώπιση της ανεργίας με στόχο τη γρήγορη και σημαντική αποκλιμάκωση του ποσοστού ανεργίας.
- Η ανταγωνιστική και παραγωγική μικτή οικονομία με διαφανείς σχέσεις ανάμεσα στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα.
- Ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο με αδιαπραγμάτευτη περιβαλλοντική ατζέντα.
- Η προώθηση δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων του πολιτικού συστήματος
- Ο εκσυγχρονισμός του δημόσιου τομέα με την απαλλαγή του από τον κομματισμό και τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις.
- Η υπεράσπιση της εργασίας και της κοινωνικής αλληλεγγύης.
- Η αναδιάρθρωση του χρέους και η αναδιαπραγμάτευση του πλαισίου της δημοσιονομικής προσαρμογής με στόχο την ουσιαστική υποστήριξη της ανάπτυξης και της απασχόλησης.
- Το μέτωπο στον κοινωνικό συντηρητισμό, τον εθνικισμό και τον λαϊκισμό.
Σε αυτές τις συνθήκες της σκληρής λιτότητας που βιώνουμε, με μηδενική ανάπτυξη και αρνητική κοινωνική ευημερία, καλούμαστε να κάνουμε τη συζήτηση για την ανασύσταση αυτού του σοσιαλδημοκρατικού χώρου. Η συζήτηση που άνοιξε (πάλι) με την σύγκλιση (έστω και εκλογικά) των δυνάμεων της σοσιαλδημοκρατίας και της Ανανεωτικής Αριστεράς, οφείλει και πρέπει να είναι συγκεκριμένη και επί της ουσίας. Να θέσει το δάκτυλο επί του τύπου των ήλων, να δεί τα λάθη του παρελθόντος με ανοικτά χαρτιά, σε δημόσιο διάλογο και όχι πίσω από κλειστές πόρτες. Μακριά από προσωπικές πολιτικές και την μιντιακή άποψη για την κοινωνία, να προχωρήσει στο επόμενο βήμα. Ένα βήμα μπροστά, προς όφελος της κοινωνίας και της χώρας και όχι δύο βήματα πίσω προς την «συντηρητικοποίηση» ή την «συριζοποίηση» του χώρου.
Η συνάντηση του ΠΑΣΟΚ, της ΔΗΜΑΡ και των Κινήσεων πολιτών, ανοίγει ένα δρόμο. Δρόμο δύσκολο που απαιτεί μεγάλη προσπάθεια και γενναίες αποφάσεις, για να μην καταλήξει σε ένα άθροισμα κομματικών μηχανισμών και διάσωσης κομματικών επετηρίδων.