Η Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία έλυσε το πολιτειακό ζήτημα με το δημοψήφισμα του 1974. Το συντριπτικό 70% υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας έκλεισε έναν ιστορικό κύκλο βασιλείας που κράτησε σχεδόν ενάμιση αιώνα. Πρόκειται αναμφίβολα για ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας μας.
Το επίτευγμα αυτό αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία αν σκεφτεί κανείς ότι στη βαλκανική γειτονιά μας η πτώση των ολοκληρωτικών κομμουνιστικών καθεστώτων συνοδεύτηκε από την ενεργό ανάμειξη στην πολιτική ζωή απογόνων βασιλικών δυναστειών. Αυτό συνέβη στη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και τη Σερβία με κορυφαία την περίπτωση του Συμεών Μπορίσοφ Σαξομπουρκόσκι στη Βουλγαρία, που έγινε εκλεγμένος πρωθυπουργός της χώρας την περίοδο 2001-2005, με πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Γκεόργκι Παρβάνοφ που προερχόταν από το Σοσιαλιστικό Κόμμα.
Αντίθετα στην Ελλάδα, ακόμα και στις στιγμές του ακραίου αντισυστημισμού της περιόδου 2010-2019, δεν ευδοκίμησε πολιτικά και εκλογικά καμία εκδοχή παλινόρθωσης της βασιλείας. Το γεγονός αυτό είναι ενδεικτικό για τη βαθιά κρίση νομιμοποίησης που είχε και έχει στην ελληνική κοινωνία η βασιλεία. Σε εποχές βαθιάς αμφισβήτησης των δημοκρατικών θεσμών, ούτε για μια στιγμή δεν τέθηκε στα σοβαρά ζήτημα επαναφοράς της βασιλείας. Οι θεσμικές αντοχές της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας αποδείχτηκαν πολύ ισχυρές.
Ο εκλιπών Κωνσταντίνος είναι η τραγική περίπτωση εστεμμένου που δεν αντιλήφθηκε ότι ο θεσμός της μοναρχίας μπορεί να επιβιώσει μόνο ως συμβολικός εγγυητής της ενότητας μιας χώρας. Δεν μπόρεσε να κατανοήσει ότι η ενεργός ανάμειξή του στο πολιτικό γίγνεσθαι ενείχε το σπέρμα της αυτοκαταστροφής του. Οι σύγχρονες φιλελεύθερες δημοκρατίες της Δύσης, θεμελιωμένες στη νεωτερικότητα και τον Διαφωτισμό, είναι ασύμβατες με την κληρονομικώ δικαίω μοναρχία όταν αυτή διεκδικεί πολιτικό ρόλο. Η σύγκρουσή του με τον Γεώργιο Παπανδρέου άνοιξε τον δρόμο στη δικτατορία των συνταγματαρχών, την οποία όρκισε και ανέχθηκε μέχρι το οπερετικό πραξικόπημα του Δεκεμβρίου του 1967. Η Ιστορία θα είναι αυστηρή μαζί του, με ελαφρυντικό ότι μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν επιχείρησε να διαδραματίσει πολιτικό ρόλο, απογοητεύοντας τους ευάριθμους φανατικούς υποστηρικτές του.
Οι πρόγονοί του συμβόλισαν και σηματοδότησαν, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, εθνικούς διχασμούς. Αρνήθηκαν να κατανοήσουν το αγγλικό παράδειγμα και επέλεξαν την παρεμβατική μοναρχία, ως ενεργοί πολιτικοί δρώντες. Η έλλειψη λαϊκής νομιμοποίησης δεν τους απέτρεψε από καθοριστικές αποφάσεις που επέφεραν δεινά στη χώρα, με κορύφωση τη Μικρασιατική Καταστροφή. Σε πλείστες των περιπτώσεων ήταν κατώτεροι των περιστάσεων, μοιραίοι.
Ο θάνατος του Κωνσταντίνου σηματοδοτεί συμβολικά το τέλος μιας εποχής. Βλέποντας τη μεγάλη εικόνα των τελευταίων 70 μετεμφυλιακών χρόνων μπορούμε να διακρίνουμε τρεις μεγάλες περιόδους. Την ψυχροπολεμική δημοκρατία του 1949-1967, την ανεκδιήγητη δικτατορία των συνταγματαρχών 1967-1974 και τη μεταπολιτευτική φιλελεύθερη (και αβασίλευτη) δημοκρατία από το 1974 έως τις ημέρες μας. Ακόμα και ο πλέον κακόπιστος μπορεί να διαπιστώσει προς τα πού κλίνει η πλάστιγγα της αξιολόγησης.
Ομως, ζώντας στην καλύτερη περίοδο της μετεμφυλιακής ιστορίας μας, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η δημοκρατία μας είναι ένα εύθραυστο πολίτευμα που πρέπει να μην το υπονομεύουμε. Αντίθετα, πρέπει να το υπερασπιζόμαστε με σεβασμό στους θεσμούς, με πίστη στις αρχές της και στο δημοκρατικό κεκτημένο.
Πηγή: www.tanea.gr