Η κουβέντα για τον τρίτο πόλο αναμορφώνεται. Πέρασε το σημείο εκκίνησης για την ανάγκη σχηματισμού τρίτου πόλου ανάμεσα στη ΝΔ και το ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο δολιχοδρομεί αναζητώντας τη λύση ανάμεσα σε εναλλακτικές. Η μια τάση συζητά τη σύμπραξη-συνεργασία των φορέων και προσωπικοτήτων του χώρου, κάτω από ένα μετωπικό σχήμα («Ελιά»). Η άλλη αναζητά το ιδεολογικό και πολιτικό περιεχόμενο του νέου φορέα. Η μία πρόταση απαντά στο «με ποιους θα πάμε» ενώ η άλλη στο «τι θα λέμε». Η διαφορά είναι σημαντική. Ας υποθέσουμε ότι κυριαρχεί η πρώτη εναλλακτική, όπου η ταυτότητα του νέου φορέα θα χαρακτηρισθεί από την ενότητα των φορέων και προσώπων. Τότε θα πρέπει να αποδεχθούμε ότι η «Ελιά» δέχεται την συνεργασία με τη ΝΔ, όσο και την καταγγέλλει. Δέχεται το ορθόν της εφαρμοζόμενης πολιτικής, όσο και διαφωνεί με αυτήν. Επίσης, ο νέος φορέας δέχεται να πορευθεί στο μέλλον με πρόσωπα που είναι χρεωμένα για τις επιδόσεις του παρελθόντος. Σίγουρα το μήνυμα προς τον πολίτη δεν είναι ευκρινές, ούτε ανανεωτικό, πόσο μάλλον αισιόδοξο και υπερβατικό σε σχέση με τις δεσμεύσεις του πολιτικού και οικονομικού συστήματος που μας οδήγησε στην κρίση και μας έχει εμπλέξει δυναμικά σε αυτήν.
Ας υποθέσουμε ότι κυριαρχεί η δεύτερη άποψη. Τότε είναι σίγουρο ότι η επιτυχής αναζήτηση νέων ιδεών και νέας πολιτικής πλατφόρμας για το μέλλον της χώρας, θα δώσει ευκρινές στίγμα στην κοινωνία, ενώ θα αποτελέσει εφαλτήριο ανάδειξης νέων πολιτικών προσώπων, όσο και «κολυμβήθρα» κάθαρσης πολλών από τους παλιούς και (δικαίως ή αδίκως) φθαρμένους από την τριβή με το ένοχο παρελθόν. Ωστόσο, θα αποσυσπειρώσει και ορισμένα από τα πρόσωπα και τους φορείς που θα μετείχαν στην «Ελιά». Σίγουρα δεν θα χωρέσουν όλοι. Με άλλα λόγια, η λύση της «Ελιάς» φέρνει την ενότητα των παραγόντων του χώρου, αλλά χάνει την κοινωνία, που μόνο αναγκαστικά μπορεί να ταυτισθεί ψηφοδοτικά με το προτεινόμενο σχήμα ως μέσο διαφυγής έναντι του «διμέτωπου» ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ. Η λύση του νέου φορέα χάνει παράγοντες της πολιτικής της ενότητας, αλλά κερδίζει την ευκρίνειά της στην κοινωνία και τη δυναμική διεκδίκησης της ηγεμόνευσής της στο μέλλον. Βέβαια, υπάρχει πάντα η δυνατότητα, ένας από τους υφιστάμενους φορείς να προχωρήσει σε ουσιαστική ανανέωση ιδεών και προσώπων, ώστε να αποκαθάρει το ιδεολογικό και πολιτικό στίγμα και να κατακτήσει τον τρίτο πόλο, οικειοποιούμενη την κοινωνική δυναμική που θέλει έναν άλλο δρόμο στην ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Τέλος, ως εκδοχή -η απλούστερη όλων- δεν μπορεί να αποκλείεται να συμβούν όλα τα παραπάνω και τη λύση να δώσει ο λαός στις επόμενες εκλογές, καταγράφοντας τις προτιμήσεις του.
Προς το παρόν, ένα είναι σίγουρο. Τρίτος πόλος δεν μπορεί να αναγορευθεί ο φορέας που ταυτίζεται με την παραδοσιακή κυβερνώσα δεξιά, εκτός και εάν κυριαρχήσει η λογική της «κυβερνοποίησης», αντί της συγκρότησης του χώρου.