Εμείς στο παραβάν

Αγγελική Σπανού 20 Ιαν 2015

Και βέβαια υπάρχουν αδιέξοδα στη δημοκρατία – η ελληνική δημοκρατία είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Στη διάρκεια της κρίσης ένα νεοναζιστικό κόμμα βρέθηκε στη Βουλή ως τρίτη πολιτική δύναμη και συγκράτησε το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεων του στις ευρωεκλογές και ενώ είχαν αποκαλυφθεί εγκληματικές δραστηριότητες και αποκρουστικά αντικοινωνικές συμπεριφορές. Το ποσοστό που θα πάρει η ΧΑ στις εκλογές της Κυριακής είναι ο μεγάλος γρίφος αφού από τις δημοσκοπήσεις δεν προκύπτει ελπίδα ότι δεν θα εκπροσωπηθεί στην επόμενη βουλή, αλλά παίζονται η σειρά και το ποσοστό. Και αυτό είναι το πραγματικά μεγάλο ζήτημα το οποίο αποτελεί ταμπού, όχι με μια στρατηγική σιωπή, επειδή πρόκειται για περιθώριο, αλλά με μια αμήχανη σιωπή, επειδή οι πολίτες που στηρίζουν τους φασίστες είναι αρκετοί, είναι ανάμεσά μας και κανένα κόμμα δεν τα βάζει με τους ψηφοφόρους ειδικά σε προεκλογική περίοδο, ενώ οι περισσότεροι πολιτικοί από θέση (πελατειακής) αρχής συμπαθούν και χαϊδεύουν το λαό ό,τι και αν κάνει μέσα στην ανωνυμία του παραβάν ή έξω από αυτό.

Μετά το ξέσπασμα της κρίσης ο κοινοβουλευτισμός διασύρθηκε και εξευτελίστηκε με όλους τους τρόπους. Από τη μια οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου έγιναν ρουτίνα, η διαδικασία του κατεπείγοντος στις κρίσιμες ψηφοφορίες επίσης, η κομματική πειθαρχία ήταν ο κανόνας, οι διαγραφές κάτι απολύτως φυσικό και η ψήφος κατά συνείδηση κάτι παράξενο, ενώ οι μετακινήσεις βουλευτών από κόμμα σε κόμμα καθιερώθηκαν όχι απαραιτήτως ή όχι συνήθως με ιδεολογικούς όρους αλλά μέσα από ένα αγοραίο αλισβερίσι. Επεσε το έτσι κι αλλιώς χαμηλό επίπεδο του δημόσιου λόγου και της πολιτικής αντιπαράθεσης, ο εμφυλιοπολεμικού περιεχομένου διχασμός έγινε πολιτική ρουτίνα, περάσαμε στη σφαίρα του αδιανόητου και των ψεκασμών, των χουλιγκανισμών και των τραμπουκισμών, των ιαχών και των υλακών – και ξεχάσαμε ότι το σύστημα είναι αντιπροσωπευτικό, δηλαδή εκεί μέσα είναι αυτοί που εκφράζουν τους εδώ έξω.

Οι εκλογές της 25ης Ιανουαρίου είναι μια ευκαιρία για να ξαναδούμε ποιοι είμαστε, τι μάθαμε στη διάρκεια της κρίσης, τι θέλουμε και τι πιστεύουμε, τι μας αξίζει τελικά. Σε όλα τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου υπάρχουν υποψήφιοι μετριοπαθείς, ευγενείς, καλλιεργημένοι, με αίσθηση δημόσιου συμφέροντος και εθνικής ευθύνης, που μπορούν να προσφέρουν, που θέλουν αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, που δεν βρίσκονται στην πολιτική για να βελτιώσουν το βιοτικό τους επίπεδο. Δεν είναι δύσκολο να τους αναζητήσει και να τους βρει  κανείς, ζούμε σε μια εποχή που οι πληροφορίες κυκλοφορούν γρήγορα και εύκολα, επομένως είναι θέμα βούλησης να σκεφτεί ο ψηφοφόρος λιγάκι ποιον/ποιους θα επιλέξει. Γιατί δεν έχει σημασία μόνο ποιο κόμμα θα βγει πρώτο, έχει μεγάλη σημασία ποιο κόμμα θα είναι τρίτο και ποια θα είναι η σύνθεση της επόμενης βουλής, ποια πρόσωπα θα επηρεάσουν με την ψήφο τους τις πολιτικές αποφάσεις που θα καθορίσουν το μέλλον μας, ποιο θα είναι συνολικά το μήνυμα που θα εκπέμψει η χώρα.

Αν θέλουμε στην κάλπη να βγάλουμε το άχτι μας ή να μουτζώσουμε, να τιμωρήσουμε και να εκδικηθούμε, να εκτονώσουμε άγρια ένστικτα ή τυφλή οργή, να βγάλουμε τον άλλο εαυτό μας που κρύβουμε από το περιβάλλον μας ή να σπάσουμε πλάκα, το αποτέλεσμα θα είναι το αναμενόμενο: Θα έχουμε ένα κοινοβούλιο-καθρέφτη που μετά θα καταγγέλλουμε κάνοντας πως δεν βλέπουμε εκεί το πρόσωπό μας. Αν το σκεφτούμε λίγο πιο σοβαρά και πιστέψουμε ότι η ψήφος μας έχει αξία όχι για μια στιγμή αλλά για τα χρόνια που έρχονται, για τα παιδιά, τότε μπορεί η επόμενη μέρα να έχει δυσκολίες και μεγάλα ρίσκα αλλά να μην καθορίζεται από τη βαθιά παρακμή που ζούμε τώρα.

“Αυτό που δεν θέλει κανείς να ξέρει για τον εαυτό του καταλήγει να επέρχεται σαν πεπρωμένο”. Αν ισχύει η αρχή του Κ. Γιουνγκ και δεν έχει κάνει λάθος, ό,τι είμαστε θα το βρούμε στην κάλπη.