Εμείς και οι άλλοι

Νίκος Μπιλανάκης 15 Οκτ 2019

Πριν λίγες ημέρες πληροφορηθήκαμε από τα ΜΜΕ ότι  ο δήμαρχος Αρταίων με επιστολή του προς τον γγ Μεταναστευτικής Πολιτικής “αποδέχεται μεν ότι το θέμα των προσφύγων και των μεταναστών στη χώρα μας βρίσκεται σε οριακό σημείο” αλλά “εξέφρασε την αντίθεσή του στο ενδεχόμενο αξιοποίησης του Στρατοπέδου Άρτας σε κλειστό προαναχωρησιακό κέντρο φιλοξενίας για μετανάστες και πρόσφυγες” αναφέροντας ως λόγους αυτής του της άποψης “τη γεωγραφική θέση του Στρατοπέδου, καθώς αυτό γειτνιάζει με πολλά σχολικά συγκροτήματα της πόλης”. Συμπερασματικά, ο δήμαρχος κατέληξε ότι “η Άρτα δεν μπορεί να συμπεριληφθεί στο ευρύτερο δίκτυο πόλεων που μπορούν να φιλοξενήσουν πρόσφυγες και μετανάστες”.

Η αρνητική στάση του δημάρχου απέναντι στο ενδεχόμενο να φιλοξενήσει η Άρτα πρόσφυγες και μετανάστες ασφαλώς και δεν αποτελεί ιδιατερότητα του δήμαρχου αλλά  αποτελεί στάση ενός μεγάλου τμήματος της κοινής γνώμης των κατοίκων της πόλης αυτής  -και σε αυτήν τη στάση προτίθεμαι να αντιπαρατεθώ. Να λάβουμε πάντως υπόψη μας ότι η στάση αυτή – το “όχι σε μένα οι μετανάστες, πήγαινε τους αλλού”- αντίκειται στην αλληλεγγύη  που ο ίδιος ο Πρωθυπουργός της χώρας επικαλείται, όταν καλεί τις άλλες ευρωπαικές χώρες να αναλάβουν και αυτές μέρος της φιλοξενίας των προσφύγων και μεταναστών, ενώ θυμίζει συνδικαλιστή περασμένων εποχών που, αν και καλείται να συνδράμει στην αντιμετώπιση εθνικού προβλήματος που αφορά όλους, αυτός απορροφημένος στην υπεράσπιση μόνο των δικών του συμφερόντων, δεν ανταποκρίνεται στη επίκληση επικαλούμενος ιδιαιτερότητες.

Καί όλα αυτά να συμβαίνουν σε μια περιοχή  που το 22,6% των κατοίκων της είναι πάνω από 65 ετών ενώ σε δύο δήμους της (Κεντρικών Τζουμέρκων και Γ. Καραισκάκη) ζούν άνθρωποι με το υψηλότερο από όλους τους δήμους της χώρας μέσο όρο ηλικίας των κατοίκων της (τα 57,9 έτη). Σε μια περιοχή όπου οι νέοι που προκόβουν στα γράμματα αναζητούν στην εξωστρέφεια του brain drain την φρεσκάδα και την κανονικότητα  μιας καλύτερης ζωής σε άλλες χώρες. Η ίδια περιοχή, όπως γνωρίζουμε (ΕΛΣΤΑΤ, 2018),  έχει αρχίσει να παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια ένα σταθερά αρνητικό ισοζύγιο γεννήσεων σε σχέση με τους θανατους, με αποκορύφωμα το 2018, όπου είχαμε 383 γεννήσεις και 1003 θανάτους. Αυτό το αρνητικό ισοζύγιο ζωής οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην συρρίκνωση του πληθυσμού της περιοχής, ενώ όλες οι προβολές στο μέλλον  προδικάζουν στην Άρτα, τύχη ανάλογη με αυτήν της Νικόπολης, όταν εξαφανίστηκε εκεί γύρω στο 1000 μχ από την Ιστορία. Η δημογραφική αυτή κατάσταση που απειλεί την ύπαρξη της ίδιας της πόλης θάπρεπε να μας ωθήσει να αντιδράσουμε αλλοιώς, καινοτόμα, ρηξικέλευθα και να καταστήσει την Άρτα ως την πλέον αντιπροσωπευτική πόλη που επιζητεί να βρεί στο μεταναστευτικό την λύση του δημογραφικού μας προβλήματος

Πιστεύω ότι όχι μόνο είναι λάθος η άποψη να αρνηθούμε την φιλοξενία προσφύγων και μεταναστών στην πόλη αλλά ότι θα έπρεπε να εκφράσουμε την ακριβώς αντίθετη άποψη στην επιστολή: να ζητήσουμε δηλαδή εμείς, με δική μας πρωτοβουλία, να αναλάβουμε στην πόλη μας την φιλοξενία μεταναστών και προσφύγων  Το αίτημα όμως αυτό θάπρεπε να συνοδεύεται με τις παρακάτω προυποθέσεις:

-δεν συζητούμε την δημιουργία  “κλειστού προαναχωρησιακου κέντρου φιλοξενίας”, ούτε την δημιουργία κανενός είδους άλλου στρατοπέδου στην πόλη μας που θα είχε ως στόχο την περιοριστική διαβίωση γιά μικρό ή μεγάλο διάστημα εκείνων των μεταναστών και προσφύγων που θα είχαν κριθεί παράνομοι ή έκνομοι και θα είχε κριθεί επιβεβλημένη η αναγκαστική επιστροφή τους στις χώρες προέλευσης τους,

-συζητούμε όμως την υποδοχή και μεταναστών και προσφύγων που έχουν έρθει στη χώρα μας με σκοπό την παραμονή τους σε αυτήν, μεταναστών/προσφύγων που οι ίδιοι επιθυμούν την επιτυχή ενσωμάτωση την δική τους αλλά και των παιδιών τους στην ελληνική κοινωνία και κουλτούρα.

-συναρτούμε την υποδοχή τους και την επιτυχή ενσωμάτωση τους με την παροχή στον Δήμο Αρταίων  ικανών οικονομικών κονδυλίων από τον ευρωπαικό προυπολογισμό, κονδυλίων που θα  έχουν ως στόχο την δημιουργία αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης τους (π.χ. οικοδόμηση κατοικιών, κέντρων εκμάθησης γλώσσας, κέντρων υγείας κλπ) αλλά και κονδυλίων που, λειτουργώντας αναπτυξιακά για την περιοχή, θα διευκολύνουν την ανεύρεση εργασίας από αυτούς. Έχουν διατεθεί όλο αυτό το διάστημα, που σοβεί το προσφυγικό-μεταναστευτικό ζήτημα, δυσθεώρητα οικονομικά κονδύλια από την Ευρωπαική Ένωση  στην Ελλάδα, τόσο σε κρατικές όσο και σε μη κρατικές δομές, κονδύλια που είχαν ως στόχο την αξιοπρεπή υποδοχή όλων αυτών των ανθρώπων και ως εκ τούτου δεν καταλαβαίνω γιατί δεν θα έπρεπε να δοθούν και σε ένα δήμο που θα έχει την διάθεση να τους συνδράμει καθώς και ένα συγκεκριμμένο πλάνο διαχείρισης των χρημάτων αυτών.

-συναρτούμε επίσης την υποδοχή τους με την υποβοήθηση του δήμου μας στην διεκδίκηση περαιτέρω προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από τα ταμεία της Ε.Ε. για την προώθηση της κοινωνικής ένταξης των μεταναστών με σκοπό την κοινωνική συνοχή στα κράτη-μέλη της, ανεξάρτητα από τα κονδύλια που αφορούν την επιτυχή υποδοχή τους.

Η Ε.Ε. έχει ήδη αναπτύξει πρωτοβουλίες και πολιτικές που αποσκοπούνν στο να επιτρέψουν σε δήμους και περιφέρειες να αναπτύξουν και να υποβάλουν προτάσεις για πολιτικές και χρηματοδότηση της ΕΕ για την ένταξη των μεταναστών, να μοιράζονται καλές πρακτικές τοπικής ενσωμάτωσης των μεταναστών σε τομείς όπως η πρόσβαση στην αγορά εργασίας, η επαγγελματική κατάρτιση, η εκπαίδευση, η υποστήριξη των ασυνόδευτων ανηλίκων και η συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών κλπ., να προωθηθεί η αμοιβαία μάθηση, συνδέοντας τις πόλεις με περισσότερη εμπειρία ενσωμάτωσης με εκείνες τις πόλεις που έχουν αρχίσει πιο πρόσφατα να υποδέχονται μετανάστες. Οι πρωτοβουλίες αυτές δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στις μικρές και μεσαίες πόλεις, με αγροτικό χαρακτήρα, σαν και την δική μας, οι οποίες είναι πρόθυμες να ενσωματώσουν τους μετανάστες, αλλά δεν έχουν την εμπειρία και τα εργαλεία.

Προσωπικά δεν φοβάμαι την συνύπαρξη μου με κάποιον που προέρχεται από το Ζαίρ, την Αλγερία, την Συρία ή το Αφγανιστάν αλλά ο ίδιος επιθυμεί να ζήσει στην Ελλάδα- όπως και δεν φοβάμαι την συνύπαρξη μου με τον Γερμανό, τον Ιταλό ή τον Κύπριο. Αρκεί να γίνονται σεβαστά τα ατομικά δικαιώματα όλων και να υπάρχουν νόμοι που να ισχύουν για όλους και να μπορούν να επιβληθούν. Δεν πιστεύω ότι από την συνύπαρξη μου με αυτούς τους ανθρώπους θα αλλοιωθούν τα ήθη μου, θα τρωθεί ο πολιτισμός μου και θα απειλειθεί η εθνική μου ταυτότητα – περισσότερο από ότι ήδη τώρα συμβαίνει στην υπερεθνική Ευρώπη και στον παγκοσμοιοποιημένο χρόνο μας.  Δεν πιστεύω ότι κινδυνεύω οικονομικά από τον  οποιοδήποτε μετανάστη, ο κίνδυνος έρχεται από τον πεινασμένο Άλλον (είτε είναι ξένος, είτε “δικός μας”) και για αυτό υποστηρίζω τον ομαλοποιητικό χαρακτήρα της οικονομικής ευμάρειας και της προόδου για όλους.