Το αποτέλεσμα των ιταλικών εκλογών βάζει την Ιταλία, αλλά και την Ευρώπη, στην περιδίνηση μιας επικίνδυνης περιπέτειας. Η πλειοψηφία των Ιταλών – όπως συνέβη και στη χώρα μας άλλωστε – έδειξε ότι επιθυμεί να ζει στο επίπεδο ζωής που ζούσε μέχρι τώρα. Το θέμα είναι αν αυτό είναι πρακτικά δυνατό.
Ο Μπερλουσκόνι και ο Γκρίλο απευθύνθηκαν καθαρά μόνο στο θυμικό των Ιταλών, μη έχοντας κανένα ουσιαστικό πρόγραμμα και μη προσφέροντας καμία ρεαλιστική λύση. Όμως, μόνο με το θυμικό και το όχι, δεν οικοδομείται εναλλακτική λύση. Και ο υπαρκτός κίνδυνος είναι ανεξέλεγκτες καταστάσεις που θα οδηγήσουν τελικά τους Ιταλούς να χάσουν πολύ περισσότερα από όσα αν αποδέχονταν ένα λελογισμένο πρόγραμμα θυσιών.
Οι Ιταλοί επίσης έδειξαν την απαρέσκειά τους στους επαγγελματίες πολιτικούς τους για την ανικανότητα ή την διαφθορά τους. Όμως το πρόβλημα της αλλαγής του πολιτικού σκηνικού και της ανανέωσης του πολιτικού προσωπικού, απαιτεί σύνθετες και πολύπλοκες διαδικασίες. Δεν λύνεται με την αντικατάσταση των υπαρχόντων πολιτικών από έναν ετερόκλητο θίασο ασχέτων, υπό την ηγεσία ενός γελοίου δημαγωγού γελωτοποιού. Σύντομα θα αντιληφθεί ο ιταλικός λαός την καταστροφή που συνεπάγεται και για τους θεσμούς της Δημοκρατίας και για την οικονομική ύπαρξη της Ιταλίας, να αναθέσεις την τύχη σου σε ασχέτους.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το αποτέλεσμα των ιταλικών εκλογών στέλνει ένα δραματικό μήνυμα στις ευρωπαϊκές ηγεσίες και ειδικότερα στην κ. Μέρκελ. Οι πολιτικές που στηρίζονται αποκλειστικά και μόνο στην λιτότητα, δεν μπορούν να συνεχιστούν άλλο. Καταντούν επικίνδυνος τυχοδιωκτισμός. Είναι απαραίτητο να εκπονηθεί ένα συνεκτικό και ισορροπημένο ευρωπαϊκό σχέδιο, που θα δίνει έμφαση και στην ανάπτυξη και στην καταπολέμηση της ανεργίας και στην ενίσχυση των ασθενών κοινωνικών στρωμάτων και της κοινωνικής συνοχής. Διαφορετικά, ο κίνδυνος έκρηξης και διάλυσης ελλοχεύει στην Ευρώπη. Ταυτόχρονα, το αποτέλεσμα των εκλογών στην Ιταλία θέτει τις μεταρρυθμιστικές δυνάμεις μπροστά στους θανάσιμους κινδύνους που απειλούν κι εμάς. Η συγκρότηση μιας ισχυρής, ενωμένης και πειστικής κεντροαριστερής παράταξης, στον χώρο μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την πολιτική ομαλότητα στην χώρα. Το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, αποκτά έτσι κομβική σημασία.
Το ΠΑΣΟΚ, μέσα από αυτό πρέπει να ανασυγκροτηθεί, να ξαναβρεί το οργανωτικό του σφρίγος, να κατακτήσει την ενότητά του και να μετατραπεί σε ένα σύγχρονο, ευρωπαϊκό, σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Πρέπει να δείξει πειστικά τι σημαίνει σοσιαλδημοκρατία στη νέα Ελλάδα που βγαίνει μέσα από τα ερείπια της κρίσης. Η μαζική συμμετοχή στις εκλογές, συνέδρων, που ξεπέρασε και την πιο αισιόδοξη προσδοκία, στέλνει σαφές μήνυμα σε όλους αυτούς που ποντάρουν στην διάλυση του ΠΑΣΟΚ και πείθει ότι αυτό είναι ένα υπαρκτό πολιτικό μέγεθος που θα επηρεάσει τις μελλοντικές εξελίξεις.
Η ΔΗΜΑΡ πρέπει να εμμείνει στη λογική της Αριστεράς της ευθύνης και να τονώσει τα ανανεωτικά της χαρακτηριστικά. Ταυτόχρονα, πρέπει να εγκαταλείψει τις φοβικότητές της και να μετάσχει ενεργά στην υπόθεση της ενότητας της κεντροαριστεράς.
Οι μεταρρυθμιστικές και κεντροαριστερές κινήσεις πρέπει να συμβάλουν αποφασιστικά στην ενότητα και ριζική ανανέωση της κεντροαριστεράς. Η συνάντηση των κινήσεων Πρωτοβουλία Β, Δυναμική Ελλάδα, Πολιτεία 2012, Μπροστά, Νέοι Μεταρρυθμιστές και Π.80, με το ΠΑΣΟΚ, σημείωσε μια πρώτη επιτυχία. Συμφωνήθηκε να συνεχιστεί ο διάλογος μετά το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, να πάρει πιο οργανωμένο χαρακτήρα και να διευρυνθεί με προσπάθεια συμμετοχής σε αυτόν της ΔΗΜΑΡ και άλλων κινήσεων και προσωπικοτήτων.
Πέρα από όλα αυτά, το σημαντικό είναι να στηριχθεί και να ενισχυθεί η τρικομματική κυβέρνηση. Γιατί προς το παρόν είναι η μόνη εναλλακτική λύση σε ένα «α λα ιταλικά» χάος. Η κυβέρνηση πρέπει να μείνει όσο το δυνατόν περισσότερο στην εξουσία, να εντείνει τους ρυθμούς της, να παράξει έργο που θα γίνεται αντιληπτό ως θετικό από την κοινωνία, να φέρει, έστω και μικρές βελτιώσεις, στην καθημερινότητα των πολιτών.