Ελληνοτουρκικά: νέα σελίδα μετά τις εκλογές

Θόδωρος Τσίκας 30 Ιουν 2023

1. Καθώς ο εκλογικός κύκλος τελείωσε και στις δύο χώρες, Ελλάδα και Τουρκία προσπαθούν να επανεκκινήσουν τις διμερείς σχέσεις τους. Οι πειρασμοί για ακραία και εθνικιστική ρητορική, που είναι μεγάλοι κατά τις προεκλογικές περιόδους, τώρα πλέον μειώνονται.

Από την άλλη, το γεγονός ότι και οι δύο κυβερνήσεις έχουν νωπή λαϊκή εντολή, τους επιτρέπει να κάνουν κινήσεις πιο τολμηρές, πέραν του συνηθισμένου. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι και η Κυπριακή Δημοκρατία έχει πρόσφατα εκλεγμένο πρόεδρο, από τις εκλογές του Φεβρουαρίου, βλέπουμε με σαφήνεια το εύρος  των δυνατοτήτων.

Ήδη η προαναγγελία της συνάντησης Ερντογάν-Μητσοτάκη στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους της Λιθουανίας (11-12 Ιουλίου), αναδεικνύει την απόφαση για μια νέα σελίδα.

2. Η τοποθέτηση του Γιώργου Γεραπετρίτη στην ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών έχει μια «συμμετρία» με την ανάληψη της αντίστοιχης θέσης στην Τουρκία, από τον Χακάν Φιντάν. Οι δύο υπουργοί είναι οι στενότεροι και πιο έμπιστοι συνεργάτες των δύο ηγετών. Η πολιτική πορεία τους είναι σχετικά σύντομη και οφείλεται αποκλειστικά στην σχέση τους με τον αντίστοιχο ηγέτη. Συνεπώς δεν έχουν προσωπική πολιτική ατζέντα.

Αυτό δίνει την δυνατότητα να ελέγχουν άμεσα την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων ο πρόεδρος της Τουρκίας και ο πρωθυπουργός της Ελλάδας. Χωρίς παρερμηνείες, χωρίς ενδιάμεσους και μεσολαβητές. Και με τη μέγιστη δυνατή εμπιστευτικότητα.

Είναι αλήθεια ότι ο μέχρι τώρα υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, είχε απόσταση από το στίγμα του πρωθυπουργού του. Ήθελε να αναδείξει μια πιο «σκληρή», πιο «αδιάλλακτη» γραμμή στα ελληνοτουρκικά. Για δικούς του προσωπικούς πολιτικούς στόχους, ήθελε να χαϊδεύει τα αυτιά των υπερ-πατριωτών του ακροατηρίου του κυβερνώντος κόμματος. Για λόγους προφανώς εσωτερικών εντυπώσεων, ο πρωθυπουργός δεν τον απομάκρυνε από το πόστο του, όσο διαρκούσε η θητεία της απελθούσας κυβέρνησης.

3. Η γειτονική χώρα έχει μπει σε νέα φάση. Οι καταστροφικοί σεισμοί δημιούργησαν μια διαφορετική πραγματικότητα. Για την επούλωση των πληγών της, η Τουρκία είναι υποχρεωμένη να στραφεί προς τον εαυτό της. Δεν έχει την πολυτέλεια εξωτερικών περιπετειών.

Για στέγαση ενός με ενάμιση εκατομμυρίου αστέγων και ανοικοδόμηση πόλεων και χωριών απαιτούνται 100 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτά μπορούν να βρεθούν μόνο με βοήθεια της διεθνούς Κοινότητας, και κυρίως από χώρες και οργανισμούς της Δύσης.

Συνεπώς η Τουρκία θα πρέπει να κινηθεί συνετά και με συμβατό τρόπο προς αυτά που επιθυμεί ο διεθνής παράγοντας, ιδιαίτερα η Δύση, για την Ανατολική Μεσόγειο.

Λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, όλοι απεύχονται όξυνση στην Ανατολική Μεσόγειο. Αναμένεται μάλιστα απρόσκοπτη ροή ενέργειας από εναλλακτικές πηγές, μέσω της περιοχής μας. Αυτό προϋποθέτει την συνεργασία όλων των χωρών της περιοχής, ακόμα και όσων δεν είχαν καλές σχέσεις μεταξύ τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ Ισραήλ και Λιβάνου, που επισήμως βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ τους.  

Η Τουρκία θα συνεχίσει την επαναπροσέγγιση με την Δύση, τις ΗΠΑ, την Γαλλία, αλλά και την Ε.Ε. συνολικά. Παράλληλα, φυσικά, με την διατήρηση ισορροπιών με άλλους διεθνείς παίκτες. Εξάλλου συνεχίζει την εξομάλυνση των σχέσεων της με χώρες της περιοχής της, Αρμενία, Ισραήλ, Αίγυπτος, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία κ.α.  Προσπαθεί ακόμα και με την Συρία.

4. Η εκτόνωση της έντασης ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, είχε αρχίσει πριν τους σεισμούς, με την συνάντηση των διπλωματικών συμβούλων των δύο ηγετών (Ιμπραήμ Καλίν και Άννας Μαρίας Μπούρα) στις Βρυξέλλες, με μεσολάβηση της γερμανικής κυβέρνησης. Εμπεδώθηκε με την ελληνική βοήθεια προς τον τουρκικό λαό, μετά τους σεισμούς. Μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο, οι ομαλές σχέσεις θα συνεχιστούν.

Η ομαλότητα στις διμερείς σχέσεις είναι εξαιρετικά χρήσιμη, αλλά δεν αρκεί. Όσο μένουν ανοιχτά τα προβλήματα, μπορούν σε κάποια άλλη χρονική συγκυρία στο μέλλον να ξαναγίνουν πηγή εντάσεων.

Συνεπώς, οι δύο κυβερνήσεις πρέπει να αφήσουν πίσω παλινωδίες και ταλαντεύσεις, καθώς και μια άγονη και στενή αντίληψη του λεγόμενου «πολιτικού κόστους». Και να προετοιμάσουν την ελληνική κοινωνία, ενημερώνοντας την για την πραγματική διάσταση των ζητημάτων, αλλά και για τα οφέλη από την διευθέτηση τους.

Οι δύο κυβερνήσεις, με νωπή λαϊκή εντολή σε Ελλάδα και Τουρκία, έχουν την δυνατότητα αλλά και την υποχρέωση να επανεκκινήσουν τον διμερή διάλογο. Να ξαναγυρίσουν στις συζητήσεις που είχαν παγώσει την προηγούμενη περίοδο, σε όλα τα «τραπέζια» που υπάρχουν: α) διερευνητικές συνομιλίες, β) πολιτικές διαβουλεύσεις μεταξύ των Γενικών Γραμματέων των δύο υπουργείων Εξωτερικών, και γ) πολιτικό-στρατιωτικός διάλογος για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) στο Αιγαίο.

Και παράλληλα, οφείλουν να προχωρήσουν στην διαδικασία επίλυσης των ελληνοτουρκικών διαφορών. Είτε μέσω απευθείας διαπραγματεύσεων, είτε με από κοινού προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Ακόμα δε καλύτερα, με συνδυασμό των δύο αυτών μορφών επίλυσης.

Πηγή: www.anatropinews.gr