Όταν άρχισε η προεκλογική περίοδος για τις ευρωεκλογές στην Ελλάδα, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε κεντρικό του σύνθημα «όχι στην ακροδεξιά, όχι στον νεοφιλελευθερισμό». Πρόκειται για ένα σύνθημα που χρησιμοποιείται από πολλά αριστερά κόμματα, ανάμεσά τους και σοσιαλδημοκρατικά, στην Ευρώπη, δεδομένου ότι η ακροδεξιά συγκροτεί μια εκλογικά ανερχόμενη απειλή.
Πολύ σύντομα αυτή η αριστερόστροφη συνθηματολογία αποδείχτηκε ατελέσφορη για τον ΣΥΡΙΖΑ. Πώς να καταγγείλεις με πειστικότητα την ακροδεξιά όταν έχεις συγκυβερνήσει για 4 χρόνια με τους ΑΝΕΛ; Πώς να καταγγείλεις τον νεοφιλελευθερισμό όταν η οικονομική σου πολιτική είναι αυτό που έως πρόσφατα είχες στηλιτεύσει λάβρως ως νεοφιλελευθερισμό; Πώς να προσπαθήσεις να δείξεις ένα αριστερό προσωπείο όταν η κυβερνητική πλειοψηφία επιτυγχάνεται χάρις σε ακροδεξιούς βουλευτές;
Κατόπιν των ανωτέρω, ο ΣΥΡΙΖΑ επέστρεψε στη λαϊκιστική κοιτίδα του, στη διχοτομία λαού και ελίτ. Δεν υπάρχει πλέον προεκλογική ομιλία του Αλέξη Τσίπρα που να μην στοχοποιούνται οι ελίτ. «Η Ελλάδα των πολλών ή η Ελλάδα των ελίτ» θέτει το δίλημμα ο Τσίπρας, για να απαντήσει ότι «οι ελίτ διχάζουν για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους εις βάρος των πολλών». Μας προειδοποιεί ότι «την ιστορία δεν την γράφουν οι κονδυλοφόροι της ελίτ αλλά ο ίδιος ο λαός. Αυτός είναι που μας δίνει τη δύναμη για να μη λυγίζουμε στα δύσκολα, να συνεχίζουμε και να αντέχουμε». Επισημαίνει ότι «ο πολιτισμός πρέπει να είναι κτήμα των πολλών και όχι προνόμιο της ελίτ» και τονίζει ότι «ο ελληνικός λαός δικαιούται άλλη μια τετραετία με ανθρώπους που δεν προέρχονται από τις ελίτ».
Αυτή η επιστροφή στη δοκιμασμένη λαϊκιστική συνταγή θέτει ορισμένα ερωτήματα, που έχουν να κάνουν με την ίδια την εννοιολόγηση του όρου ελίτ. Τι ακριβώς εννοεί ο Τσίπρας μιλώντας για ελίτ; Μιλάει για οικονομική ελίτ, πνευματική ελίτ ή για κάτι άλλο; Εάν μιλάει για οικονομική ελίτ, τότε θα έπρεπε να εξηγήσει πώς γίνεται να τον υποστηρίζει ένα μεγάλο τμήμα της οικονομικής ελίτ. Ενδεικτικά, οι οικογένειες Αγγελόπουλου, Βαρδινογιάννη, Καλογρίτσα, Κόκκαλη, Μπόμπολα, Παναγόπουλου, Σαββίδη, Κοντομηνά, Κυριακού, Ρέστη, Μελισσανίδη, Γιαννακόπουλου, Λαυρεντιάδη, Μαρτίνου και πολλοί άλλοι.
Εάν εννοεί την πνευματική ελίτ, τότε πώς εξηγεί το γεγονός ότι εκατοντάδες καθηγητές πανεπιστημίου, δημοσιογράφοι, συγγραφείς, ηθοποιοί υπογράφουν δημόσιες διακηρύξεις υπέρ του;
Εύλογα λοιπόν μπορεί να υποθέσει κανείς ότι όταν ο Τσίπρας επιτίθεται στις ελίτ εννοεί εκείνα τα τμήματα της ελίτ που δεν τον υποστηρίζουν. Με άλλα λόγια, η επίθεση στις ελίτ είναι απλώς μια μετωνυμία του δίπολου «ή εμείς ή αυτοί» και του διχαστικού συνθήματος «ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν» που χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον από το ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2015.
Η ρητορεία κατά των ελίτ είναι το κεντρικό ιδεολογικό πρόταγμα της λαϊκιστικής ακροδεξιάς και ακροαριστεράς σε όλο τον κόσμο. Έχει τις ρίζες της στον Καρλ Σμιτ, τον θεωρητικό του χιτλερικού Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος, που όριζε την πολιτική ως τη σύγκρουση ανάμεσα σε φίλους και εχθρούς. Τη χρησιμοποιούν οι ακροδεξιοί, ξεκινώντας από τον Λεπέν (με αντάξιους συνεχιστές την κόρη και την εγγονή του) και συνεχίζοντας με τον Όρμπαν, τον Σαλβίνι, τον Βίλντερς, τον Στράχε, τον Σέσελι, το Σιντέροφ και τόσους άλλους. Τη χρησιμοποιούν επίσης οι ακροαριστεροί λαϊκιστές, όπως ο Τσάβες, ο Μοράλες, ο Μαδούρο, ο Ιγκλέσιας.
Με τα λόγια του καθηγητή Μούντε, διακεκριμένου μελετητή του φαινομένου του λαϊκισμού, «όλες οι μορφές λαϊκισμού περιλαμβάνουν κάποιο είδος επίκλησης του ‘λαού’ και καταγγελίας ‘της ελίτ’…Ο λαϊκισμός πάντα αφορά σε μια επίκριση του κατεστημένου και λατρεία του απλού λαού».
Εδώ θα έπρεπε να αναρωτηθούμε τι ακριβώς σημαίνει η έννοια λαός, που στην αντίληψη των λαϊκιστών είναι εξ ορισμού άσπιλος, αμόλυντος, άμωμος, αγνός. Υπάρχει άραγε στις σύγχρονες, πολύπλοκες και ανομοιογενείς, κοινωνίες ένα 99% του λαού, σύμφωνα με τη ρητορεία των λαϊκιστών που έχουν τα ίδια συμφέροντα; Μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι κάτι τέτοιο ισχύει για τους εργαζόμενους στην καθαριότητα, που απεργούν κάθε τόσο, και τους κατοίκους μιας πόλης; Ισχύει για τους συνδικαλιστές της ΔΕΗ που κατεβάζουν τους διακόπτες και τους καταναλωτές;
Η επιστροφή Τσίπρα στην παλιά δοκιμασμένη λαϊκιστική συνταγή δείχνει τον δρόμο που θα ακολουθήσει για τις επικείμενες εθνικές εκλογές, όποτε και εάν γίνουν. Η ευκολία των ιδεολογικών και πολιτικών μεταλλάξεών του, αλλά και η ρηχότητα της λαϊκιστικής του ιδεολογίας δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο μιας ακόμα μετάλλαξης, από ακροαριστερό λαϊκιστικό υβρίδιο σε ακροδεξιό. Η ρητορεία είναι η ίδια, απλώς αλλάζει το πρόσημο. Δεν θα με παραξένευε καθόλου. Ίσως όμως να συνεχίσει να χρησιμοποιεί τη λενινιστική ορολογία, δεδομένου ότι αυτή η βουλγκάτα είναι εμφωλευμένη στο ιδεολογικό DNA της πλειοψηφίας των στελεχών του.