Τι μπορείς να μάθεις τώρα πια στην πλατεία Βάθης; Πολλά πράγματα, ας πούμε τις φθηνότερες τιμές σε δωμάτια ξενοδοχείου καθώς περιμένεις τα φαλάφελ σου στο γωνιακό μαγαζάκι, που δεν έχει ουρά όπως εκείνο στην Αιόλου. Και τι άλλο; Τη φιλολογική λεπτομέρεια ότι το όνομα του κτηματία κυρίου Βάθη κοντεύει να αντικαταστήσει τη μυστηριώδη και σκοτεινή θηλυκή λέξη «η Βάθη, της Βάθης», που πάντα κάτι θα είχε να μας διδάξει στα βάθη της. Ή μάλλον στη διαρκή και αενάως ματαιωμένη προσπάθεια να φτάσουμε τα βάθη αυτά της Βάθης, κι όλο να μην το κατορθώνουμε, κι όλο να νιώθουμε ρηχοί.
Πάνε αυτά τα ωραία τώρα και τα τραγουδισμένα, διότι οι κληρονόμοι των παλιών κτηματιών διεκδίκησαν και πέτυχαν την αποκατάσταση του ονόματος του προπάππου τους, πράγμα που φαίνεται στα λεωφορεία. Η απύθμενη κι απίθανη Βάθη (γενική, της Βάθης) έγινε κ. Βάθης, όπως το πολυσήμαντο Γουδί που θα μας κοπανάει στον αιώνα τον άπαντα την ανάμνηση μιας φριχτής εκτέλεσης, έγινε ο κ. Γουδής, τουλάχιστον για τα λεωφορεία που αμέσως συμμορφώθηκαν στις επιταγές αυτές, ενώ δυσκολεύονται τόσο να συμμορφωθούν στα ωράριά τους π.χ. Τέλος πάντων.
Και τι σπουδαίο έκαναν αυτοί οι κτηματίες για να πρέπει να τους θυμόμαστε με το σωστό επίθετό τους, καταστρέφοντας αυθόρμητες αλλοιώσεις που δίνανε κάποιο νόημα σε γειτονιές; Είχαν τα κτήματα απλώς, τα οποία αν δεν τα βρήκαν κληρονομιά, τα είχαν ίσως αγοράσει, όπως είχαν κάνει πολλοί στην περιοχή όπου θα χτιζόταν η πρωτεύουσα, κοψοχρονιά από τους Τούρκους κατοίκους που έφευγαν βιαστικά μετά την απελευθέρωση. Πολύ έξυπνη κίνηση για πλουτισμό, αφού τα φτηνά κτήματα, όσα δεν ανήκαν στο μικρό, ένδοξο και θρυλικό, πρώτο και μοναδικό, σχέδιο πόλης των Κλεάνθη-Σάουμπερτ, μοσχοπουλήθηκαν σαν ζεστοί μπακλαβάδες σε ταψί και με παρόμοιο τεμαχισμό. Ούτε πλατείες, ούτε νησίδες, ούτε παρκάκια, ούτε εσοχές, ούτε πεζοδρόμια της προκοπής χαλάλισαν εκείνοι οι κτηματίες στα σχέδια που υπέβαλαν για έγκριση, αφού πρώτα πουλούσαν τα κομμάτια. Γιατί λοιπόν να τους θυμόμαστε; Ακριβώς γι” αυτό, θα μου πείτε ίσως, για να βάλουμε ανάμεσα στον Σωκράτη, όστις διασχίζει υπό μορφήν στενής και βρομεράς οδού την εν λόγω πλατεία, και σε μας ένα κομμάτι σύγχρονης Ιστορίας γεμάτο κυνισμό. Θα ήταν χρήσιμο αν ξέραμε, αλλά δεν ξέρουμε ούτε την ιστορία του Βάθη ούτε την ιστορία του ποταμού Μάρνη, που είναι κι αυτός παρακείμενη οδός κι έχει γίνει διά παντός θηλυκός, η Μάρνη, της Μάρνης (Μια Μάρνη, μα ποια Μάρνη; Αυτή που μάρναται για πάρτη μας; Δεν θα μάθουμε ποτέ).
Να μάθαινες λοιπόν τέτοια πράγματα στην πλατεία Βάθης, καλά θα ήταν. Φοβάμαι όμως ότι η άμεση αποκατάσταση των ονομάτων των κτηματιών έγινε από κάποιο βαθύ σεβασμό στους θεσμούς που συνόδευαν και προωθούσαν τη γαιοκτησία στον ευρωπαϊκό Μεσαίωνα και οι οποίοι σαν να έλειψαν υποσυνείδητα από το σύγχρονο φιλελεύθερο κράτος που ξεκίνησε το 1821. Βρε θες να πρέπει να περάσουμε όλη τη διαδικασία, από τη φεουδαρχία μέχρι τον Β” Παγκόσμιο Πόλεμο, για να πειστούμε ψυχικά ότι αξίζουν η δημοκρατία κι ο εκσυγχρονισμός; Φτου, δεν προλαβαίνω να το ζήσω!
Και μη νομίζετε ότι αργούσαν τα φαλάφελ και τα σκεφτόμουν όλα αυτά. Κάθε άλλο.