Το αποτέλεσμα των Γερμανικών εκλογών ξεπερνάει κατά πολύ τα σύνορα της Γερμανίας λόγω του βάρους της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Βάρους κυρίως οικονομικού γιατί σε ότι αφορά την εξωτερική πολιτική και άμυνα παραμένει σχετικά περιορισμένο λόγω της γνωστής διπλής ιστορικής επιβάρυνσης του προηγούμενου αιώνα.
Γενικευμένα συμπεράσματα με δυνατότητα μεταφοράς και προσαρμογής σε άλλες χώρες δεν συνάγονται. Τρία στοιχεία φαίνεται να επιβεβαιώνουν και να σφραγίζουν γενικότερες τάσεις στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Η μεγάλη πολιτική ρευστότητα που έφερε σε δυο μήνες το SPD από τρίτο στην πρώτη θέση, το τέλος των γιγαντιαίων κομμάτων του περίπου 40% και η προτίμηση των πολιτών σε ρεαλιστικές, εφικτές λύσεις , προοδευτικές και ταυτόχρονα σταθερές.
Ας έχουμε δε πάντα υπόψη μας κάποιες γερμανικές ιδιαιτερότητες . Λόγω του αυξημένου αναλογικού χαρακτήρα του εκλογικού συστήματος ακόμα και τον καιρό των κομμάτων μαμούθ ( CDU - SPD) υπήρχαν κυβερνήσεις συνεργασίας . Υπάρχει, λοιπόν, μια κουλτούρα συνεργασίας, που έφτασε τα τελευταία πολλά χρόνια σε κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού.
Επίσης η παρουσία ισχυρού πράσινη κόμματος δεν είναι πρόσφατη εξέλιξη. Οι Πράσινοι είναι καθιερωμένη πολιτική δύναμη με ρόλο σημαντικό σε κυβέρνηση συνεργασίας, πάλι με το SPD, πριν 20 χρόνια. Πέραν δε της οικολογικής διάστασης , οι Πράσινοι εμφανίστηκαν και καθιερώθηκαν σαν κόμμα της ευρύτερης Αριστεράς ( με αρχικά μάλιστα ακραία χαρακτηριστικά και δυναμικές συμπεριφορές) λόγω της υγειονομικής ζώνης που πάλι για ιστορικούς λόγους - βλέπε Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας DDR- απέκλειε την κομμουνιστογενή Αριστερά από την διακυβέρνηση σε Ομοσπονδιακό επίπεδο.
Τα αποτελέσματα με την πρώτη θέση των Σοσιαλδημοκρατών και την ενίσχυση των Πρασίνων αποτελούν αδιαμφισβήτητη προοδευτική στροφή που μένει να επιβεβαιωθεί στην πράξη. Η καταστροφική - όπως την χαρακτήρισε ο ιστορικός και χαρισματικός ηγέτης της γερμανικής Αριστεράς Γκρέγκορ Γκίζι- ήττα του die Linke - έφερε περίπου ως μονόδρομο την συμμετοχή του FDP ( Φιλελεύθεροι) στην τρικομματική κυβέρνηση.
Οι Φιλελεύθεροι δεν είναι πλέον το κόμμα του Γκένσερ που συνεργάστηκε με τον Βίλι Μπραντ. Είναι ένα ακραία νεοφιλελεύθερο κόμμα , με απόψεις για την οικονομία στα δεξιά της απερχόμενης Μέρκελ. Περιμένουμε, λοιπόν, όχι μόνο την σύνθεση της νέας τρικομματική κυβέρνησης αλλά κυρίως το πρόγραμμα της. Γιατί άλλη μια γερμανική ιδιαιτερότητα είναι ότι τα κυβερνητικά προγράμματα δεν αποτελούνται από γενικόλογες διακηρύξεις αλλα από λεπτομερείς δεσμεύσεις όπου κάθε απόκλιση τιμωρείται από το εκλογικό σώμα.
Αυτή η εικόνα , λοιπόν, δεν επιτρέπει μηχανιστικές μεταφορές της γερμανικής εμπειρίας στην Ελλάδα , απλούστατα επειδή δεν υπάρχουν οι ίδιες αναλογίες ενώ και οι πολιτικές συγγένειες περιορίζονται στους κομματικούς τίτλους και στην ιστορική καταγωγή ενώ δεν ανταποκρίνονται στην εγχώρια πολιτική πραγματικότητα. Η κατάρρευση, λοιπόν, των Χριστιανοδημοκρατών δεν σημαίνει υποχρεωτική κατάρρευση της ΝΔ, η επανάκαμψη του SPD δεν σημαίνει νεκρανάσταση του ΠΑΣΟΚ και η ήττα του Die Linke δεν συνεπάγεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία θα χάσει την κεντρική θέση που απόκτησε την τελευταία δεκαετία στην πολιτική ζωή της χώρας.
Και όσοι νομίζουν ότι αρκεί η ευαισθησία απέναντι στην κλιματική κρίση και μια πράσινη ταμπέλα για να φτιάξεις κόμμα θα απογοητευθούν. Και αυτή η προσπάθεια εξάλλου δεν είναι καινούργια, ξεκίνησε πριν 32 χρόνια. Ούτε , βέβαια , προϋποθέσεις για νέο Ποτάμι υπάρχουν. Στα ακροδεξιά υπάρχει μια κινητικότητα όπως σε όλη την Ευρώπη, που ευτυχώς δεν φαίνεται να έχει πολιτική δυναμική.
Έτοιμες , λοιπόν, προς εφαρμογή γερμανικές συνταγές δεν υπάρχουν. Μπορούμε, παρά ταύτα, να ανιχνεύσουμε κάποια σήματα, με την προϋπόθεση ότι υπάρχουν και ικανοί αποκωδικοποιητές και πολιτικές δυνάμεις ικανές για υπερβάσεις ώστε να μετατρέψουν αδύναμα σήματα σε ισχυρές πολιτικές .
Το πρώτο σήμα τόσο από τις εκλογές στην Γερμανία και την Νορβηγία και παλιότερα από την Ιβηρική χερσόνησο είναι ότι υπάρχει μια προοδευτική στροφή που μεταφράζεται σε πολιτική μεταρρυθμίσεων- και όχι συνολικής ανατροπής - από κυβερνήσεις συνεργασίας . Μια στροφή προς τα αριστερά της Σοσιαλδημοκρατίας που επιταχύνεται και σταθεροποιείται αν συναντηθεί με μια Αριστερά που έχει μπολιάσει με στοιχεία ρεαλισμού τον ριζοσπαστισμό της.
Στην Ελλάδα όπως όλοι ξέρουμε από τον καιρό της κρίσης έχουν διαμορφωθεί στον ευρύτερο προοδευτικό χώρο διαφορετικοί συσχετισμοί από τις άλλες χώρες. Τον κεντρικό ρόλο που αριθμητικά και πολιτικά έχουν κατα κανόνα οι σοσιαλδημοκράτες, εδώ τον έχει επωμιστεί ο ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία ενώ το ΚΙΝΑΛ εκ των πραγμάτων διαδραματίζει τον άβολο αλλά κρίσιμο ρόλο που αλλού έχει η ριζοσπαστική Αριστερά .
Θεωρητικά και κατ’ αντιστροφή των καταστάσεων σε Ισπανία και Πορτογαλία τον ριζοσπαστισμό του πλειοψηφούντος ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία θα έπρεπε να μετριάζει ο πραγματισμός του κεντροαριστερού ΚΙΝΑΛ. Μόνο όμως θεωρητικά., γιατί εδώ το ΚΙΝΑΛ μέχρι στιγμής η αγνοεί ή παρερμηνεύει το σήμα που έρχεται από πολλές ευρωπαϊκές κάλπες, μαζί και της Γερμανίας. Και το σήμα επισημαίνει το επείγον και πρωτεύον της ήττας της συντηρητικής παράταξης . Εκεί υποτάσσονται όλα την ώρα της κάλπης.
Για αυτόν τον λόγο είδε το die Linke πάνω από 400.000 ψηφοφόρους του να πηγαίνουν στην κάλπη του SPD και πάνω από 300.000 να πηγαίνουν στους πράσινους. Χωρίς αυτή την διαρροή πιθανότατα πρώτο κόμμα να ήταν η CDU / CSU και οι Πράσινοι να μην είχαν τον ρόλο που θα διαδραματίσουν στην επόμενη τρικομματική κυβέρνηση. Το die Linke έχασε περίπου το μισό της εκλογικής του δύναμης . Όλοι αυτοί δεν έπαψαν να είναι αριστεροί αλλά έδωσαν χρήσιμη ψήφο. Αυτό συμβαίνει στην χώρα μας από το 2012.
Ακόμα περισσότερο , ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ δεν δίνει μόνο χρήσιμη ψήφο στον ΣΥΡΙΖΑ αλλά ενσωματώνεται σταδιακά και στον κομματικό κορμό μέσα από την διαδικασία διεύρυνσης και μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία . Αν το ΚΙΝΑΛ θέλει να διαδραματίσει ρόλο στις μετεκλογικές εξελίξεις, ρόλο ισότιμο και δημιουργικό προς όφελος της δημοκρατικής παράταξης πρέπει να συμφιλιωθεί με αυτή την πραγματικότητα, Αλλιώς κινδυνεύει να δει τον κόσμο της κεντροαριστεράς που διατηρεί ή διεκδικεί να εκπροσωπήσει να δίνει χρήσιμη ψήφο για να φύγει η ΝΔ και ο κ.Μητσοτάκης από το τιμόνι της χώρας.
Ουδείς δίνει βάση στο αφήγημα για ανατροπή των συσχετισμών ανάμεσα τον ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία και το ΚΙΝΑΛ ώστε να ανοίξει τότε ο δρόμος της συνεργασίας, γιατί αυτό το σενάριο εκτός του ότι είναι επιστημονικής φαντασίας συνεπάγεται και μακροημέρευση της ΝΔ στην κυβέρνηση. Όπως ακριβώς κοντά 800.000 αριστεροί δεν έδωσαν βάση στην πρόταση του die Linke για πραγματική αλλαγή και ψήφισαν την εφικτή αλλαγή.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία το σήμα είναι σαφές και φαίνεται ότι έχει γίνει αρκούντως κατανοητό, πριν και από τις γερμανικές εκλογές. Με δυό λόγια, η στροφή που άρχισε το καλοκαίρι του 2015 πρέπει να ολοκληρωθεί. Μακριά από παραπλανητικές ταμπέλες ο ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία από κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς ( η οποία στην συνείδηση του κόσμου έχει ταυτιστεί με μικρό κόμμα διαμαρτυρίας) πρέπει να ολοκληρώσει την μετάβαση του σε κόμμα της σύγχρονης δημοκρατικής αριστεράς αφομοιώνοντας και συγχωνεύοντας δημιουργικά την παράδοση της ανανεωτικής κομμουνιστικής αριστεράς , της ευρωπαϊκής αριστερής Σοσιαλδημοκρατίας και του προοδευτικού κέντρου.
Χωρίς παραλυτικούς φόβους για απώλεια του ριζοσπαστικού χαρακτήρα του ή για μετατροπή του σε συστημικό κόμμα. Η κυβερνώσα Αριστερά έχοντας αποδεχθεί τον κανόνα της εναλλαγής λειτουργεί εντός πλαισίου και με ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις το διευρύνει. Ο ριζοσπαστισμός στο πολιτικό ράφι με τα αζήτητα είναι άχρηστος. Αντιθέτως μέσα στο χωνευτήρι ενός μεγάλου δημοκρατικού κόμματος είναι πολύτιμη κινούσα μεταρρυθμιστική δύναμη. Η συνεχής παρουσία του Αλέξη Τσίπρα στις συναντήσεις των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και Δημοκρατών, οι φιλικές σχέσεις με τον Όλαφ Σολτς που σφυρηλατήθηκαν σε δύσκολες στιγμές αποτελούν χρήσιμο οδοδείκτη.