Εκλογές χωρίς Δίλημμα;

Θανάσης Γεωργακόπουλος 11 Σεπ 2015

Τις εκλογές κερδίζει πάντα όποιος κατορθώσει να επιβάλλει ένα δίλημμα στην ατζέντα και, ως εκ τούτου, στο εκλογικό σώμα. Σ’ αυτές τις εκλογές, όμως, και, τουλάχιστον έως αυτή την ώρα, δεν είναι ακόμα σαφές ούτε ένα κυρίαρχο κεντρικό δίλημμα ούτε, εν πολλοίς, αυτά που αποπειρώνται να θέσουν τα κόμματα στους πολίτες.
Υπάρχει, βέβαια, μια αφετηριακή δυσκολία. Τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και τα κόμματα της “ευρωπαϊκής αντιπολίτευσης” έχουν ψηφίσει το τριετές μνημόνιο, το οποίο περιγράφει, σε αδρές γραμμές τις πολιτικές που θα ακολουθηθούν τα επόμενα χρόνια. Και ο με και οι δε, λοιπόν, δε μπορούν εξαιτίας αυτού να διαφοροποιηθούν ριζικά όσον αφορά το προγραμματικό περιεχόμενο της πολιτικής που προτείνουν. Άλλο αν χρησιμοποιούν το μνημόνιο επικουρικά στην επιχειρηματολογία τους.

Η πανθομολογούμενη αποτυχία του επταμήνου της τσιπρικής διακυβέρνησης ορθά προβάλλεται από τα κόμματα της “ευρωπαϊκής αντιπολίτευσης” αλλά αφορά τον παρελθόντα χρόνο, δε συνιστά θετική επιλογή ούτε αποτελεί εκλογικό δίλημμα, ιδιαίτερα από τη στιγμή που βρισκόμαστε σε φάση καχεκτικού και όχι κραταιού δικομματισμού και εκκωφαντικών αυτοδυναμιών.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά από την αρχική αποτυχημένη γραμμή “Τσίπρας ή χάος” επιχειρεί να επιβάλλει ως δίλημμα το νέο και άφθαρτο έναντι του παλιού και των συμφερόντων, ένα δίλημμα που άσκεφτα και απολίτικα του πρόσφερε στο …πιάτο όλο το προηγούμενο διάστημα ο Στ. Θεοδωράκης.
Ούτως ή άλλως οι ψηφοφόροι αποφασίζουν τελικά στη βάση ενός διλήμματος ακόμα κι αν αυτό δεν είναι ιδιαίτερα ισχυρό και δεν έχει κυριαρχήσει απόλυτα. Αν τα κόμματα της “ευρωπαϊκής αντιπολίτευσης” δεν καταφέρουν –το καθένα με το δικό του χρώμα- να επιβάλλει ένα διαφορετικό δίλημμα, υπάρχει κίνδυνος να κυριαρχήσει η τσιπρική ανοησία.
Υποστηρίζω πως το δίλημμα που είναι εθνικά αναγκαίο και κομματικά επωφελές να τεθεί από την “άλλη πλευρά” αφορά την κυβέρνηση της επόμενης μέρας και να είναι του τύπου “σταθερότητα, ενότητα και πρόοδος” ή «αστάθεια, πειραματισμοί και χάος.”
Οι λόγοι γι αυτή την επιλογή είναι πολλοί. Κατ’ αρχάς οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών θέλει κυβερνήσεις συνεργασίας, και, συνήθως, έχουν την “τετραμερή” ως πρώτη εκδοχή. Τα αποτελέσματα σε επίπεδο πρόθεσης ψήφου που καθιστούν όνειρο απατηλό την αυτοδυναμία την καθιστούν ως την πιο ρεαλιστική λύση κι αυτό γίνεται ευρέως καταννοητό.
Επιπλέον, η έλλειψη κυβερνητικής πρότασης αποτελεί την αχίλειο πτέρνα του ΣΥΡΙΖΑ. Ξεκίνησε ζητώντας αυτοδυναμία. Στη συνέχεια αναφέρθηκε στους ΑΝΕΛ (που δεν είναι καθόλου σίγουρο πως θα μπουν στη Βουλή) ως μοναδικό σύμμαχο. Κάποιοι έπειτα έκλεισαν το μάτι για συμμαχίες –αν είναι δυνατόν- …με αντιμνημονιακούς. Σε κάποιες δηλώσεις ο Αλ. Τσίπρας φάνηκε να προκρίνει το Ποτάμι. Στη συνέχεια το γύρισε κάνοντας άνοιγμα προς το ΠΑΣΟΚ, το οποίο, όμως, την επομένη, κατ’ ουσίαν, το πήρε πίσω, θέτοντας ως όρο τον …απαγχονισμό Βενιζέλου. Σε κάθε περίπτωση δε, πλην ελαχίστων, λένε ..απεταξάμην τη συνεργασία με τη Ν.Δ. Γενικώς, δηλαδή, επικρατεί ασάφεια και χάος όσον αφορά την επόμενη μέρα και την πιθανή κυβέρνηση.
Εδώ, λοιπόν, πρέπει να επικεντρώσουν τα κόμματα της “ευρωπαϊκής αντιπολίτευσης”.
Απαιτείται σταθερότητα και κυβέρνηση όλων των κομμάτων που ψήφισαν το Μνημόνιο. Αυτή είναι η προγραμματική βάση κι ας κοπούν οι “φτηνοί συνδικαλισμοί για το “σκληρότερο”, “επαχθέστερο” κ.ο.κ. Εδώ πρέπει να κληθεί ν’ απαντήσει ο κ.Τσίπρας. Αφού συμφώνησαν στα μείζονα είναι δύσκολο να βρεθούνν συνθέσεις στα “περιφερειακά”; Όχι με την απατηλή έννοια του “παράλληλου προγράμματος” που ψελλίζει ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά με την τήρηση και τη γρήγορη εφαρμογή του μνημονίου με τρόπο ώστε να διαρκέσει και λιγότερο, δηλ. 2 χρόνια. Και με την ταυτόχρονη εκπόνηση ενός εθνικού σχεδίου για την ανάπτυξη και τη θεσμική και παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, το οποίο θα συμπληρώνει, θα βελτιώνει και θα υπερβαίνει τον ορίζοντα του μνημονίου.
Θέτοντας αυτή την προγραμματική βάση τα κομματα του ευρωπαϊκού τόξου ενσωματώνουν στο αύριο και την αναγκαία κριτική τους για το συριζικό επτάμηνο και αποκτά “κόκκινη κλωστή” ο προεκλογικός τους λόγος.
Είναι, όμως, αναγκαίες δύο επιπλέον προϋποθέσεις.
Η μεν Νέα Δημοκρατία να κάνει πολύ πιο σαφές πως στο όνομα της συνεργασίας δε θα θέσει βέτο για την πρωθυπουργία και πως η ενωτική κυβέρνηση δε θα περιλαμβάνει κομματικά στελέχη (μόνο) και, μάλιστα, με ποσόστωση. Να αποδεχθεί, επίσης, πως η στροφή της όσον αφορά τις συνεργασίες είναι στρατηγική και πως γι αυτό θα συν-εισηγηθεί την αλλαγή του εκλογικού νόμου.
Τα δε ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι να συντονισθούν, επιτέλους, έστω και τώρα και να δηλώσουν με κατηγορηματική σαφήνεια πως δε θα παράσχουν άλλοθι συμμετέχοντας σε μια κυβέρνηση στην οποία δε θα συνυπάρχουν τα δύο πρώτα κόμματα. Εν ολίγοις να κόψουν στον κ. Τσίπρα την τελευταία οδό διαφυγής, άσχετο αν, προς το παρόν, δεν την πολυχρησιμοποιεί.
Ας τεθούν, λοιπόν, οι πολίτες μπροστά στο απτό και καθαρό δίλημμα:
Ή τετραμερής κυβέρνηση ή το χάος με ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ.

Υ.Γ. Δυστυχώς το debate επιβεβαίωσε τους προβληματισμούς αυτού του κειμένου. Οι ψηφοφόροι ακόμα αναζητούν το κεντρικό δίλημμα στο οποίο καλούνται να απαντήσουν σ’ αυτές τις εκλογές. Κι αν δε διατυπωθεί με σαφήνεια και χωρίς μισόλογα από την πλευρά των κομμάτων της αντιπολίτευσης, υπάρχει κίνδυνος να τη γλυτώσει ο -κατά τα άλλα- στριμωγμένος στο καναβάτσο κ. Τσίπρας και να επικρατήσει η καρικατούρα διλήμματος, δηλ. η πομφόλυγα παλιό-νέο.