Έκλεισε ο πρώτος κύκλος και ξεκινάμε πάλι από την αρχή

Φώτης Γεωργελές 17 Ιαν 2013

Μια εβδομάδα πριν, ένας αναγνώστης γράφει στο site: Και πού το ξέρεις εσύ, ρε φίλε, ότι αυτή θα είναι δύσκολη αλλά η τελευταία τόσο δύσκολη χρονιά; Μάγος είσαι;

Έχει δίκιο. Δεν είμαι. Το πόσο λίγο είμαι, το αποδεικνύουν αυτές οι μέρες. Συζητάμε για παραπομπές και ειδικά δικαστήρια, για καταλήψεις και γκαζάκια, για καλάσνικοφ και εμφυλιοπολεμικό κλίμα. Συζητάμε δηλαδή για το 1989, για το 1970 και για το 1944.

Στον υπόλοιπο κόσμο ο άνθρωπος «σπάει» τους γονιδιακούς κώδικες. Σ’ αυτή τη χώρα σπάμε τζαμαρίες. Άμα μια κοινωνία αποφασίσει να αυτοκτονήσει, κανείς δεν μπορεί να της αλλάξει γνώμη. Δεν ακούει. Όμως, δεν υπάρχει τίποτε άλλο να κάνεις.

Αν το 2013 ξεκινάει με καλύτερες προϋποθέσεις είναι γιατί η Ελλάδα πέτυχε το δυσκολότερο στόχο. Μέσα σε 3 χρόνια μείωσε ένα τερατώδες δημοσιονομικό έλλειμμα 24 δισεκατομμυρίων. Απ’ αυτό το χρόνο ελπίζουμε πως θα υπάρχει πρωτογενές πλεόνασμα, πως δεν θα χρειαζόμαστε επιπλέον δανεικά. Για να το επιτύχουμε βέβαια αυτό, πλήρωσαν το βαρύτερο φόρο οι ασθενέστεροι. Το πελατειακό κράτος, με την εφεδρεία του, το αντιμνημονιακό μέτωπο, κατόρθωσε να διατηρήσει άθικτες τις δομές του. Δημιούργησε μια παρανοϊκή ατμόσφαιρα, αρνήθηκε την πραγματικότητα, την υποχρέωσή μας να ζούμε πια χωρίς δανεικά αφού κανείς δεν μας δανείζει. Αρνήθηκε δηλαδή τις περικοπές και τη μείωση της κρατικής γραφειοκρατίας, προσποιούμενο ότι είναι αντίθετο σε κάθε περιορισμό. Και επειδή αυτό φυσικά ήταν αδύνατο, οι μειώσεις και οι θυσίες έγιναν σ’ αυτούς που δεν μπορούσαν να αντισταθούν.

Η χρεοκοπία αποφεύχθηκε, αλλά το τίμημα ήταν να διαλυθεί σχεδόν ο ιδιωτικός τομέας. Χιλιάδες επιχειρήσεις έκλεισαν, 900 χιλιάδες εργαζόμενοι προστέθηκαν στους ανέργους αυτά τα 3 χρόνια. Και από τους άλλους τόσους που απέμειναν, οι 500 χιλιάδες έχουν να πληρωθούν μήνες. Σε λίγο το είδος μισθωτός του ιδιωτικού τομέα θα είναι έκθεμα σε μουσείο. Η χώρα αυτή πια έχει μόνο εργαζόμενους στο δημόσιο και ανέργους. Και ελεύθερους επαγγελματίες, οι οποίοι επιβιώνουν ακόμα γιατί φοροδιαφεύγουν μαζικά.

Έστω κι έτσι όμως, ο κύκλος αυτός των ελλειμμάτων έκλεισε. Και τώρα κανείς πια δεν μπορεί να κρυφτεί πίσω από τις «επιταγές των επικυρίαρχων που θέλουν να μας υποδουλώσουν». Όσο δεν ζητάμε νέα δανεικά, κανείς δεν μας λέει τι να κάνουμε. Τώρα πρέπει να αντιμετωπίσουμε εμείς τη σκληρή πραγματικότητα. Να πούμε, δηλαδή, πώς αυτή η χώρα θα γίνει βιώσιμη. Γιατί έτσι δεν είναι. Μια χώρα που ο μη ενεργός πληθυσμός είναι μεγαλύτερος από τον ενεργό, που οι συνταξιούχοι είναι όσοι σχεδόν οι εργαζόμενοι, μια χώρα που 2,5 εκατομμύρια συντηρούν 11, δεν έχει μέλλον.

Δεν υπάρχει καμία άλλη χώρα στη Δύση που οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις να είναι κρατικές, να είναι μονοπώλια και να χρεοκοπούν. Να φορτώνουν τους πολίτες με τις μεγαλύτερες αυξήσεις τιμολογίων στην Ευρώπη και με τις ακριβότερες τιμές. Με ένα συνταξιοδοτικό σύστημα σμπαράλια που ανακαλύπτει με 3 χρόνια καθυστέρηση 50.000 συνταξιούχους-ζόμπι που κοστίζουν διπλάσια από τις οριζόντιες μειώσεις στις συντάξεις. Με ένα δημόσιο παράλυτο που έχει το μεγαλύτερο αναλογικά προσωπικό ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ στην παιδεία, την υγεία, την ασφάλεια, τη δικαιοσύνη, αλλά παρέχει υπηρεσίες τόσο χαμηλής ποιότητας ώστε αναγκάζει τους πολίτες να διπλοπληρώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό ιδιωτικής δαπάνης στην ευρωζώνη. Με μια δημοτική αυτοδιοίκηση χρεωμένη που δεν μπορεί να προσφέρει τις στοιχειώδεις υπηρεσίες στους δημότες, αλλά διαθέτει τηλεοράσεις και ραδιόφωνα.

Πρέπει, δηλαδή, να απαντήσουμε τώρα στα ερωτήματα και στα διλήμματα που έπρεπε να απαντήσουμε από την αρχή. Πώς έχει πολλαπλασιαστεί σε μια δεκαετία το κόστος της δημόσιας περίθαλψης και παίρνεις ραντεβού σε 6 μήνες στα νοσοκομεία; Πώς έχουμε σε μια χώρα 10 εκατομμυρίων, όσο μια πόλη του κόσμου, 50 πανεπιστήμια, 500 σχολές, σε 65 πόλεις και χωριά, και παρ’ όλα αυτά τα πανεπιστήμιά μας έγιναν χωματερές και εστίες σκανδάλων; Πώς αυξάνονταν όλη τη δεκαετία οι εκπαιδευτικοί ενώ μειώνονταν οι μαθητές, αλλά τα παιδιά μας πηγαίνουν στα φροντιστήρια; Πώς κάνουν 15 χρόνια να τελεσιδικήσουν οι δικαστικές υποθέσεις; Πώς γίνεται σε μια χώρα με 27% ανεργία να απαγορεύεται στους ανθρώπους να δουλέψουν, να μένουν κλειστές αγορές και επαγγέλματα;

Αυτά είναι τα αληθινά ερωτήματα, αυτά ήταν πάντα και αυτά επανέρχονται τώρα μετά από 3 χαμένα χρόνια. Και επειδή συνέχεια αυτά βρίσκουμε μπροστά μας, γι’ αυτό ξαναρχίζει πάλι το γνωστό παιχνίδι, η στρατηγική της έντασης. Επειδή απομακρύνθηκε η πιθανότητα της εξόδου από την Ευρώπη, επειδή μειώθηκαν τα ελλείμματα, ξεκινάει η αρχή του τέλους της ύφεσης. Για πρώτη φορά από την αρχή του χρόνου, είχαμε τα πρώτα σημάδια ότι η επιστροφή της ομαλότητας θα αποδώσει. Οι προκρατήσεις στον τουρισμό λένε ότι φέτος θα έχουμε μεγάλη αύξηση, πάνω από 1 εκατομμύριο περισσότερους επισκέπτες. Πράγμα που σημαίνει ότι μερικά δις θα εισέλθουν στη χώρα και θα δημιουργηθούν 50.000 νέες θέσεις εργασίας.

Θα συμβεί, όμως, αυτό; Γιατί 3 μέρες τώρα, τα παγκόσμια ειδησεογραφικά πρακτορεία μεταδίδουν ότι στην Ελλάδα αυτόματα ρίχνουν ριπές στο γραφείο του πρωθυπουργού της χώρας. Μιλάνε, δηλαδή, για μια χώρα μεταξύ Σομαλίας και Μάλι.

Το τι θα γίνει στην οικονομία είναι αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Συμβαίνει αυτό που θέλουμε, αυτό που κάνουμε εμείς να συμβεί. Χάσαμε τρία χρόνια, μόνοι μας. Μόνο εμείς οδηγηθήκαμε σε μεγαλύτερη ύφεση, υπονομεύσαμε κάθε προσπάθεια αναγέννησης, αρνηθήκαμε την πραγματικότητα. Προτιμήσαμε να χαλάμε παρά να φτιάχνουμε. Έκλεισε ο πρώτος κύκλος και ξεκινάμε πάλι από την αρχή.

Θα αντιμετωπίσουμε τα αληθινά προβλήματα ή θα παίξουμε πάλι το ίδιο θλιβερό ριμέικ του εμφυλίου;