Εκκλησία και εξουσία

26 Απρ 2017

Ο Κώστας Σημίτης, ο μόνος πρωθυπουργός που τόλμησε να τα βάλει – συμβολικά και ουσιαστικά – με την εκκλησία, το είχε πει καθαρά. «Δεν πρόκειται για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, πρόκειται για το ποιος κυβερνάει αυτή τη χώρα».

Αυτή ήταν και είναι η πραγματική διαμάχη που κρύβεται επί δεκαετίες πίσω από συνταγματικές διατυπώσεις και αναθεωρητικές προτάσεις. Η εκκλησία προσπαθεί να μετατρέψει στην πράξη τον συνταγματικό όρο περί «επικρατούσας θρησκείας» σε επικρατούσα εξουσία.

Γι αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν μπορεί και δεν πρέπει να υποβαθμίζεται το θέμα του πλήρους και θεσμικού διαχωρισμού της εκκλησίας από το κράτος με δευτερεύουσας σημασίας ερωτήματα που δεν αγγίζουν το πραγματικό διακύβευμα.

Προφανώς το πρόβλημα δεν είναι το μάθημα των θρησκευτικών – χωρίς να παραγνωρίζεται η διαφορά της θρησκειολογίας από την ορθόδοξη κατήχηση – ούτε και οι καταβολή των μισθών των παπάδων από το κράτος. Σε τελευταία ανάλυση, «παπάδες» υπάρχουν και σε άλλους τομείς του δημοσίου.

Τη στιγμή όμως που ο σημερινός, για να περιορισθούμε σε αυτόν, προκαθήμενος της εκκλησίας απαιτεί – και πετυχαίνει – την απομάκρυνση του καθ’ ύλην αρμόδιου υπουργού και ακούει με ικανοποίηση του υπουργό άμυνας της χώρας να τον διαβεβαιώνει ότι είναι έτοιμος να ρίξει την κυβέρνηση, εφ’ όσον του το ζητήσει ο ίδιος, κανείς δεν μπορεί να προσποιείται ότι δεν καταλαβαίνει.

Ο νέος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας έδωσε χθες κι αυτός τα διαπιστευτήριά του στον προκαθήμενο, διαβεβαιώνοντάς τον ότι καμιά απολύτως αλλαγή δεν χρειάζεται για το θέμα αυτό στο σύνταγμα της χώρας.

Μόνο που η ανανέωση της ευλογίας στην «Δεξιά του Κυρίου» δεν συμβαδίζει με τις ενθαρρυντικές μεταρρυθμιστικές διακηρύξεις του κ. Μητσοτάκη και, κυρίως, δεν συμβαδίζει με τις προσδοκίες όσων πλήρωναν και τότε, πληρώνουν και σήμερα και θα συνεχίσουν να πληρώνουν και αύριο την εμμονή τους στο να γίνει η Ελλάδα μια κανονική κοσμική χώρα.