Η ικανότητα του ανθρώπου για δικαιοσύνη κάνει τη δημοκρατία δυνατή, αλλά η κλίση του ανθρώπου προς την αδικία κάνει τη δημοκρατία απαραίτητη, γράφει ο αμερικανός φιλόσοφος Reinhold Niebuhr, αλλά χωρίς δημοκρατία ούτε δικαιοσύνη μπορεί να υπάρξει, ούτε συνεννόηση, ούτε ειρήνη. Ο ρώσος ηγεμόνας ξεκίνησε έναν πόλεμο γιατί δεν τον νοιάζουν τα φέρετρα που θα γυρίσουν πίσω, αδιαφορεί για την ανθρώπινη ζωή, δεν τον απασχολούν οι απώλειες κι όλα αυτά επειδή δεν δίνει λογαριασμό σε κανέναν και σε τίποτα. Η γενναιότητα των Ρώσων πολιτών που την Πέμπτη συγκεντρώθηκαν στη Μόσχα, στην Αγία Πετρούπολη, στην Αικατερινούπολη και σε άλλες ρωσικές πόλεις για να διαμαρτυρηθούν, όχι γενικά και αόριστα κατά του πολέμου, όπως έκαναν διάφοροι ασπόνδυλοι και στη χώρα μας, αλλά κατά του πολέμου που κήρυξε εκείνη την ημέρα ο πρόεδρος, τους Πούτιν, στην Ουκρανία, είναι μάλλον εξαίρεση εντυπωσιακή και παρήγορη. Δεν ξέρουμε την τύχη αυτών των ανθρώπων αλλά όλα μπορούμε να τα φανταστούμε, στη χώρα του ενός και μοναδικού απολυταρχικού ηγεμόνα. Όλα μπορούν να συμβούν σε έναν πολίτη, σε ένα κράτος που μοιάζει με τέρας, καθώς είναι υπερτροφικό Γεωπολιτικά, ατροφικό οικονομικά, πάνοπλο στρατιωτικά και αναιμικό πολιτικά, καθώς ποτέ στα παγωμένα εδάφη του δεν αναπτύχθηκε μια δημοκρατία με όλες της τις αισθήσεις.
Αρκετοί είναι αυτοί που έσπασαν το μέτωπο καταδίκης του Ρώσου εισβολέα εναντίον της Ουκρανίας. Άλλοι για λόγους ιδεολογικής συγγένειας, άλλοι γιατί ποτέ δεν είχαν ούτε πρόκειται να αποκτήσουν κάποια σχέση με την έννοια της Δημοκρατίας, άλλοι για λόγους πολιτικής στόχευσης και άλλοι για λόγους οικονομικής ανάγκης, έσπασαν τη μεγάλη ζώνη που καταδίκασε τη βάρβαρη εισβολή στην Ουκρανία. Ο Νικολάς Μαδούρο και η Βενεζουέλα πρωτοστάτησαν , η Νικαράγουα του Ορτέγκα βρέθηκε δίπλα στον Πούτιν, η κυβέρνηση της Κούβας είναι από τις πρώτες που στήριξαν την εισβολή της Ρωσίας, η Μιανμάρ του στρατηγού Ζάου Μιν Τουν, ο Μπολσονάρο, όχι τυχαία, πέρασε πριν από λίγες μέρες από τη Μόσχα και σε αντίθεση με τον Μακρόν κάθισε δίπλα, δίπλα με το Ρώσο δικτάτορα. Το Πεκίνο όπου ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ περισσότερο παρακολουθεί και λιγότερο υποστηρίζει, το Ιράν και βέβαια η Συρία του Μπασάρ αλ Ασαντ. Ο Πούτιν με όλο αυτόν το συρφετό συμπαραστάτη, ξεκίνησε μια εισβολή χωρίς να λογαριάσει ούτε την Ιστορία, ούτε το Μέλλον των λαών της Ευρώπης, ούτε τον Ανθρώπινο πόνο. Γιατί όπως έλεγε ο Όττο Φον Μπίσμαρκ « Όποιος έχει δει τα μάτια ενός στρατιώτη ετοιμοθάνατου στο πεδίο της μάχης, θα το καλοσκεφτεί πριν ξεκινήσει έναν πόλεμο» Αλλά ο Πούτιν βλέπει την υστεροφημία του, νομίζει ότι συνομιλεί με την ιστορία και τις διαστροφές του, δεν τον ενδιαφέρει ο ανθρώπινος πόνος, μένει παγερά αδιάφορος για τη δυστυχία, τον θάνατο και τον όλεθρο που θα σκορπίσει.
Επειδή κάθε τρεις και λίγο ο Πούτιν και οι αντίπαλοι του Ζελένσκι πέραν των άλλων, τον κατηγορούν για ναζιστή, ψάχνοντας για τα επιχειρήματα, με τα οποία θα επενδύσουν την εισβολή, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι, και ο ίδιος και ο πρωθυπουργός του, είναι Εβραϊκής καταγωγής. Ο Ζελένσκι ξεχωρίζει μάλιστα και ως ο πρώτος στα χρονικά Εβραίος πρόεδρος της Ουκρανίας. Έχει δεσμευτεί ως πρόεδρος να είναι φιλελεύθερος, ευρωπαϊστής και συμφιλιωτικός.
Αξίζει να σημειωθεί και κάτι άλλο, πως ο πρόεδρος της Ουκρανίας μεγάλωσε μιλώντας ρωσικά. Ο πρόεδρος Ζελένσκι λοιπόν έχει εβραϊκές ρίζες, ενώ η οικογένειά του είχε θρηνήσει νεκρούς στο Ολοκαύτωμα. Ο παππούς του είχε μάλιστα πολεμήσει εναντίον των ναζί κατά τον Β’ Παγκόσμιο. Ο Πούτιν φαίνεται να τα «καταφέρνει» και σ’ αυτήν την περίπτωση του Ζελένσκι, ένα μέτριο ηθοποιό, έναν ασήμαντο πρόεδρο, τον κάνει μέρα με την ημέρα ήρωα, που θα λατρέψει ο λαός του και θα τιμούν οι πολίτες όλου του κόσμου.
Δύο μεγάλες πληγές φαίνεται ότι θα κρατούν Ρώσους και Ουκρανούς σε απόσταση, θα κοιτάζονται με καχυποψία που κάθε τόσο θα διευρύνεται σε εχθρότητα. Η πρώτη είναι το Τσερνόμπιλ το εργοστάσιο με το όνομα Β. Ι. Λένιν και η καταστροφή του το 1986 και ο Μεγάλος Λιμός της χώρας το 1932-1933 είναι η δεύτερη, επί Στάλιν και Αγροτικής Μεταρρύθμισης, όταν πέθαναν από την πείνα εκατομμύρια Ουκρανοί. Αρκούσε λίγο σιτάρι να έκρυβε ο φτωχός Ουκρανός αγρότης για να μην κατασχεθεί και να ταΐσει την οικογένειά του και τον εκτελούσαν. Στις δύο αυτές παλιές πληγές, ο εισβολέας Πούτιν προσθέτει μια τρίτη και φαίνεται ότι θα είναι και φαρμακερή. Γιατί ό,τι και να κάνει ο «μαύρος Τσάρος», το ψυχολογικό χάος που δημιουργεί με την εισβολή του ανάμεσα στους δυο λαούς, δεν μπορεί με όση βία, συμβατικά και ατομικά όπλα να χρησιμοποιήσει, να το συμμαζέψει. Η εισβολή θα λειτουργήσει σαν πυρηνική έκρηξη που θα αφήσει τους δυο λαούς συνέχεια να υποβλέπονται, μόνιμα να στοχοποιεί ο ένας τον άλλον και πάντα, βαθύτατα, να μισούνται. Το μόνο φάρμακο που θα μπορούσε να γιατρέψει όλα αυτά είναι η Δημοκρατία, πραγματική Δημοκρατία όχι μόνο στην Ουκρανία αλλά και στη Ρωσία, αλλά απέχουμε παρασάγγες πολλές από κάτι τέτοιο. Όσον αφορά τις πυρηνικές απειλές αποδεικνύουν τις δυσκολίες του εγχειρήματος, γιατί όταν ο Πούτιν μιλά για πυρηνικά, ουσιαστικά παραδέχεται ότι αντιμετωπίζει δυσκολίες στην εισβολή του, πιθανόν ανυπέρβλητες, οι οποίες ήταν έξω από τους σχεδιασμούς του και τα χρονοδιαγράμματα του.
Ο ρώσος δικτάτορας με την εισβολή του, θα καταφέρει να κάνει τη χώρα του αντιπαθή σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, θα καταφέρει να κάνει το ΝΑΤΟ φιλικό στους λαούς του πλανήτη, κάτι που δεν είχε καταφέρει όλη η δυτική προπαγάνδα τόσα χρόνια και με τέτοια χρηματοδότηση. Μέχρι και η Φιλανδία και η Σουηδία σκέφτονται, τώρα πια, να μπουν κάτω από την ομπρέλα και την προστασία της Ατλαντικής Συμμαχίας κι αυτό είναι μοναδικό επίτευγμα του «έξυπνου» και «ιδιοφυούς» ηγέτη όπως τον χαρακτήρισε ο φίλος του ο Ντόναλντ Τραμπ. Ο Πούτιν μπορεί να κερδίσει τη μάχη της Ουκρανίας και να γονατίσει με τη βία το λαό της, αλλά αυτό θα συμβεί για λίγο, οι Ουκρανοί έχουν αποφασίσει εδώ και χρόνια και μετά την εισβολή τελεσίδικα, ότι θέλουν να ακολουθήσουν τον δύσκολο αλλά ενδιαφέροντα και ανθρώπινο δρόμο της Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που παρά τα προβλήματα της αναδεικνύεται η πιο φωτεινή περιοχή του πλανήτη και της Ελευθερίας. Γιατί όπως έλεγε ο Τζένγκις Χαν «Το να κατακτήσεις τον κόσμο καβάλα στ’ άλογο είναι εύκολο. Το δύσκολο είναι να ξεπεζέψεις και να κυβερνήσεις».