Ειρήνη που χάνεται στις μιντιακές μυθολογίες

Πόπη Διαμαντάκου 03 Αυγ 2014

Κ??αλοκαίρι του παραλογισμού. Οι εστίες πολέμου έχουν ενεργοποιηθεί, φρικιαστικά πλάνα θηριωδιών και θυμάτων κατακλύζουν τα διεθνή μέσα, αλλά η απόσταση των δυτικών κοινωνιών από τις τραγωδίες -Συρία, Γάζα, Λίβανος- μοιάζει μεγαλύτερη παρά ποτέ. Οι κάμερες, σε οργιαστική εγρήγορση, αντί να βοηθούν στην κατανόηση και τη λύση, μοιάζουν απλώς να συμπληρώνουν το tableau vivant με αίμα και θάνατο ενός κόσμου, που ο μισός βουλιάζει στον φανατισμό και ο άλλος μισός στον φόβο. Το χάσμα της ασυνεννοησίας μεταξύ των διαφορετικών πολιτισμών και αντιλήψεων φαίνεται αγεφύρωτο και καταπίνει ασταμάτητα ζωές αμάχων.

Οι υπόλοιποι παραμένουμε άφωνοι από φρίκη και με αίσθημα αδυναμίας να κατανοήσουμε. Ποια κατανόηση αλήθεια; «Πώς αναπαριστά κανείς άλλους πολιτισμούς;» αναρωτιόταν ο Εντουαρντ Σαΐντ, ο Παλαιστίνιος, γεννημένος στην Ιερουσαλήμ, διανοητής με την αμερικανική παιδεία, ο οποίος στα τέλη της δεκαετίας του ’80 επιχείρησε να αναλύσει στο πόνημά του «Οριενταλισμός» (εκδ. Νεφέλη) πώς η Δύση διαμόρφωσε την αντίληψή της για τον αραβικό κόσμο, για τον ανατολικό άνθρωπο, μέσα από κλισέ και μυθολογίες.

Ακριβώς αυτό το καλοκαίρι της αιμοσταγούς κορύφωσης των αντιθέσεων στη Μέση Ανατολή, μια τηλεοπτική παραγωγή με τη σφραγίδα του δημιουργού ενός από τα πιο πετυχημένα αντιπολεμικά σίριαλ τελευταίας γενιάς, του «Homeland» κάνει παγκόσμια πρεμιέρα στο κανάλι FOX (προβάλλεται ταυτοχρόνως και στη χώρα μας) και δείχνει για μια ακόμη φορά την καθήλωση του δυτικού κόσμου στα κλισέ μιας αγεφύρωτης διαφορετικότητας. Με τους Αραβες πάντα εγκαταλειμμένους σε ένα ερεθισμένο θυμικό, οργισμένους, να μεταμορφώνονται σε ειρηνικούς και εχέφρονες δημοκράτες μόνον όταν βιώσουν τον αμερικανικό τρόπο ζωής και μορφωθούν σε αμερικανικά πανεπιστήμια.

Λέγεται ότι η σειρά «Tyrant» (τύραννος, δικτάτορας), με την υπογραφή του ισραηλινής καταγωγής Γκίντεον Ραφ (Gideon Raff), αναφέρεται κατ’ ουσίαν στο συριακό ζήτημα και έχει πρότυπο για τον πρωταγωνιστικό ρόλο τον Ασαντ. Διαδραματίζεται στη φανταστική χώρα Αμπουντίν, όπου δικτάτορες είναι η οικογένεια των Αλ Φαγίντ. Ο μικρός γιος βρίσκεται σε ένα είδος αυτοεξορίας στις ΗΠΑ, γιατί δεν αντέχει τις βιαιοπραγίες που γίνονται στη χώρα του. Παιδίατρος στο επάγγελμα και παντρεμένος με Αμερικανή γιατρό, επιστρέφει στη χώρα του για τον γάμο του ανιψιού του. Αναγκάζεται όμως να παραμείνει. Η προσωπικότητα του μεγάλου του αδελφού συμπυκνώνει όλα τα κλισέ της δυτικής αντίληψης για την «εικόνα του Αραβα», όπως κατέγραφε ο Σαΐντ ότι αναδεικνύονται στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση: «Ο Αραβας συνδέεται είτε με τη λαγνεία είτε με μια αιμοδιψή ανεντιμότητα». Ο Τζαμάλ Αλ Φαγίντ τα ’χει και τα δύο.

Αντιθέτως ο «καλός αδελφός», ο Μπασάντ, αν και με τις ίδιες «ροπές» στη νεανική του ηλικία, εξαγνισμένος πλέον από την αμερικανική κουλτούρα και εμβαπτισμένος στις αξίες της δημοκρατίας, αναλαμβάνει ρόλο ειρηνευτή μεταξύ του παλατιού και του εξεγερμένου λαού, ο οποίος, συγκεντρωμένος «στην πλατεία», σηκώνει τα κινητά του και καταγράφει την επαναστατική του έξαρση, σε μια σκηνοθεσία που αναπαριστά ακριβώς τις εικόνες, οι οποίες έφταναν από την Αραβική Ανοιξη πριν από έναν χρόνο στις δυτικές τηλεοράσεις.

Οργισμένοι, με τα όπλα στα χέρια, έτοιμοι να σπείρουν τον θάνατο, οι επαναστάτες του φανταστικού Αμπουντίν συμπληρώνουν απλώς την εικόνα της «αραβικής απειλής», αυτής που εκτείνεται από τον παθολογικά βίαιο δικτάτορα ώς τον οπλισμένο με βόμβες και όπλα επαναστάτη.

Φυσικά υπάρχει και εδώ ο Αμερικανός διπλωμάτης, που όλα τα παρατηρεί και όλα τα γνωρίζει, αποφεύγει να εμπλακεί και βοηθά μόνο τον καλό, αμερικανοσπουδαγμένο αδελφό Αλ Φαγίντ να γίνει γεφυροποιός των αντιμαχόμενων ομάδων στο Αμπουντίν. Αλλά, πάνω απ’ όλα, υπάρχει ο αρχηγός του στρατού, αιμοδιψής και πολέμιος της ειρήνης, που έχει έτοιμα τα άρματα μάχης για να επιτεθεί στους εξεγερμένους και αντιτίθεται με κάθε τρόπο στα σχέδια συμφιλίωσης.

Πολύ λίγα και εξαιρετικά αφελή (;) όλα αυτά για να εξηγήσουν τις αλλεπάλληλες τραγωδίες λαών, των οποίων την αδύνατη καθημερινότητα επιβεβαιώνουν οι εικόνες από τα πολυπληθή στρατόπεδα προσφύγων. Είναι προφανές ότι μια τηλεοπτική σαπουνόπερα, γιατί αυτήν τη μορφή έχει το «Tyrant» -μην ξεχνάμε ποτέ ότι η εμπορική τηλεόραση έχει μια και μοναδική μέθοδο αφήγησης-, είναι αδύνατον να συμβάλει στην κατανόηση των διαφορετικών. «Οι περισσότερες εικόνες αναπαριστούν μαζική οργή και δυστυχία», έγραφε ο Σαΐντ για τις εικόνες από τις αραβικές χώρες που κατανάλωνε η Δύση, με μια μικρή κατηγορία αραβικής ελίτ να ζει με προνόμια και πλούτο αξιοζήλευτο από τη δυτική φτώχεια.

Το επίτευγμα της μακροχρόνιας ειρήνης του δυτικού πολιτισμού -ήδη σε μικρότερη εκτίμηση από τους τυχερούς του κόσμου απ’ όση του αναλογεί- στάθηκε αδύνατον να εξαχθεί μαζί με τα υπόλοιπα καταναλωτικά προϊόντα του, συμπεριλαμβανομένων των τηλεοπτικών και ιντερνετικών. Απλώς κατασκευάστηκαν οι μυθολογίες της «άλλης πλευράς» για τον «δυτικό παράδεισο». Ενας κόσμος ολόκληρος στις συμπληγάδες μύθων, οι οποίοι αναπαράγονται εμπλουτισμένοι με εικόνες τελευταίας τεχνολογίας, όπου το αίμα αθώων φαίνεται «σαν αληθινό» χάρη στην υψηλή ανάλυση.