Είναι κανόνας: Κάθε κόμμα που χάνει την εξουσία, αναγεννιέται μέσα από την ήττα του. Αφού αμέσως, ως αξιωματική αντιπολίτευση πλέον, αρχίζει να ξεπερνά δημοσκοπικά το ποσοστό της ήττας του.
Οι λόγοι πολλοί. Με πρώτον την απουσία συλλογικής ιστορικής μνήμης. Έτσι αρκεί ελάχιστος χρόνος για να ξεχαστεί η θητεία της προηγούμενης κυβέρνησης, όσο αποτυχημένη και αν ήταν. Από την άλλη είναι το πεπερασμένο των ανθρώπινων δυνατοτήτων, που δεν επιτρέπει σε κάθε νέα κυβέρνηση, όσο ικανή και αν είναι, να ικανοποιήσει όλες τις προσδοκίες που επενδύθηκαν σ’ αυτήν.
Γι’ αυτό και η δημοσκοπική άνοδος κάθε αξιωματικής αντιπολίτευσης επέρχεται συνήθως με όρους φυσικής «αναγκαιότητας».
Εν τούτοις υπάρχει και η εξαίρεση. Είναι αυτό που συμβαίνει στην περίοδο που διανύουμε, όπου η αξιωματική αντιπολίτευση πετυχαίνει ένα πρωτοφανές αρνητικό ρεκόρ: Από την επομένη της αποχώρησής της από την κυβέρνηση, μέχρι και σήμερα, ούτε καν πλησίασε δημοσκοπικά το ποσοστό της ήττας της!
Ενώ οι συνθήκες - μία πανδημία που νέκρωσε τη ζωή και την οικονομία για δύο ολόκληρα χρόνια και ο πρώτος επιθετικός ευρωπαϊκός πόλεμος μετά τον πόλεμο του Χίτλερ, με την ενεργειακή κρίση και την έκρηξη πληθωρισμού που έφερε - ήταν τέτοιες, που θα είχαν οδηγήσει σε δημοσκοπικό θρίαμβο και την πιο ανίκανη αξιωματική αντιπολίτευση.
Εν τούτοις, η δική μας αξιωματική αντιπολίτευση όχι μόνον δεν κερδίζει από τον Αρμαγεδδώνα που μας κατέκλυσε, αλλά βρίσκεται δημοσκοπικά κάτω και από το ποσοστό της ήττας της! Δηλαδή χάνει με όρους εξευτελισμού!
Πράγμα που δεν μπορεί να προκλήθηκε από ανθρώπινες αστοχίες – αυτές ξεχνιούνται, γι’ αυτό και επαναλαμβάνονται - αλλά μόνον από συμπεριφορές που παραβιάζουν τα όρια της ύβρεως.
Τα οποία παραβιάστηκαν ρητά όταν αγνοήθηκε η φοβερή «καντιανή προειδοποίηση», ότι σε έναν πόλεμο δεν πρέπει ποτέ να διαπράξεις κάτι, που θα κάνει αδύνατη την ειρήνη (Χάννα Άρεντ «Η πολιτική φιλοσοφία του Καντ»).
Πρόκειται γι’ αυτό που οι επόμενοι φιλόσοφοι ονόμασαν «απόλυτο κακό» ή «τερατώδες». Το οποίο, όπως οι ίδιοι μας προειδοποίησαν, δεν μπορεί «…η οργή να εκδικηθεί, η αγάπη να το αντέξει ή η φιλία να συγχωρήσει».
Γι’ αυτό και δεν μπορεί ούτε να συγχωρηθεί, ούτε να λησμονηθεί, ούτε καν να τιμωρηθεί. Ποια άλλωστε μπορεί να είναι η «ανάλογη» τιμωρία του;
Και το «τερατώδες» διαπράχθηκε ενώπιόν μας.
Όταν, αχαλίνωτοι για εξουσία, προσέβαλαν πρώτα απ’ όλα την ίδια την ανθρώπινη συνθήκη, που είναι η ανθρώπινη συνύπαρξη.
Αφού, ανασύροντας από τα νεκροταφεία των ολοκληρωτισμών το παραλήρημα που έλεγε «ή θα τους τελειώσουμε ή θα μας τελειώσουν», μετέτρεψαν την πολιτική σε πόλεμο αφανισμού και εξόντωσης των αντιπάλων τους.
Κάτι που, ως εξουσία, επιχείρησαν να υλοποιήσουν, εξοντώνοντας δικαστικά όλους τους εμβληματικούς αντιπάλους τους με την παρακρατική χρήση της Δικαιοσύνης.
Όμως δεν έλαβαν υπ’ όψη τους την θεμελιώδη ανθρώπινη συνθήκη: Ότι ο κοινός μας κόσμος συγκροτείται πάντοτε και από τους «άλλους». Οι οποίοι μάλιστα είναι η άλλη όψη του. Με συνέπεια, η εξόντωση των «άλλων» να συνεπάγεται την καταστροφή μέρους του ίδιου μας του κόσμου και την μετατροπή του σε έρημο. Κάτι που είναι ο ορισμός της ύβρεως.
Αλλά η ύβρις, ειδικά στην πολιτική, ούτε αντέχεται, ούτε ξεχνιέται, ούτε συγχωρείται. Αντίθετα, πληρώνεται ακριβά και στο διηνεκές, με αθεράπευτη «πολιτική αναπηρία».
Διότι - το δίδαξε και η Τραγωδία - από την ύβρη οι πρωταγωνιστές της δεν επιστρέφουν ποτέ. Ούτε καν στα εκλογικά ποσοστά της ήττας τους…
Δημοσιεύτηκε και στα ΝΕΑ
Πηγή: www.tanea.gr