Ανασύρω από το αρχείο μου εισήγησή μου σε συνέδριο του 2008 γιατί μου την θύμισε η περιπέτεια της ρύπανσης του Αργοσαρωνικού με την τελευταία εκτεταμένη πετρελαιοκηλίδα. Δεν επικαιροποιώ το κείμενο παρά μόνο με την αναφορά, ότι τώρα προστίθενται και οι κίνδυνοι από την προβλεπόμενη μεταφορά φορτίων υγροποιημένου αερίου. Κατά τα άλλα το κείμενο και κυρίως η πρόταση στην οποία καταλήγει είναι απολύτως επίκαιροι. Είναι μια ευκαιρία να αποδείξει η όποια κυβέρνηση ότι σκέφτεται με στρατηγική αντίληψη για το μέλλον του Ελληνικού Αρχιπελάγους. Ένα Αιγαίου ρυπασμένο θα αποτελέσει τεράστια εθνική απώλεια, ειδικά αν λάβουμε υπόψη μας ότι η τοπική του ανάπτυξη στηρίζεται κατά κύριο λόγο στον ποιοτικό του φυσικό περιβάλλον.
Ιδού η εισήγηση όπως είχε εκφωνηθεί πριν εννέα χρόνια.
- Το Αιγαίο Πέλαγος αντιμετωπίζει χρόνιο πρόβλημα πετρελαϊκής ρύπανσης, αφενός επειδή αποτελεί ζώνη διέλευσης σχετικών φορτίων από την έξοδο των Δαρδανελίων προς την Μεσόγειο, και αφετέρου επειδή υποδέχεται σημαντικό μέρος του μεγάλου όγκου αντίστοιχων ρύπων που τα θαλάσσια ρεύματα μεταφέρουν από την βαρέως ρυπαινόμενη περιοχή του Ευξείνου Πόντου και της Σμύρνης. Μέχρι πρότινος δεν είχε επιδειχθεί ειδική μέριμνα για την αντιμετώπιση των συνεπαγομένων κινδύνων (περιβαλλοντικών, οικονομικών και κατ’ επέκταση κοινωνικών) που η κατάσταση εγκυμονεί για τα νησιά του Ελληνικού Αρχιπελάγους. Το 2005 η Πολιτεία έκανε ένα γενναίο βήμα προς την συστηματική αντιμετώπιση του πλέγματος των περιβαλλοντικών κινδύνων, αναθέτοντας σχετική μελέτη σε συνεργατικό σχήμα πανεπιστημίων, ερευνητικών ιδρυμάτων και ιδιωτών συμβούλων[1]. Και πάλι, όμως, οι προδιαγραφές της σχετικής μελέτης ενώ είναι μάλλον άρτιες από τεχνολογικής άποψης, στερούνται της δημιουργικής φαντασίας που απαιτεί η μακροχρόνια αντιμετώπιση του ζητήματος. Δεν δίνουν τη δυναμική προοπτική που απαιτεί ο αναπτυξιακός χειρισμός της εξαιρετικά ευαίσθητης αλλά και πολύτιμης αυτής περιοχής.
- Μέχρι την ολοκλήρωση της σχετικής μελέτης η κατάσταση προφανώς θα εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται συμβατικά και στα πλαίσια της συνήθους αντιρρυπαντικής πολιτικής που, ας σημειωθεί, εφαρμόζεται στην χώρα μας με ιδιαίτερη πλημμέλεια. Ο χάρτης που παρατίθεται στη συνέχεια του κειμένου, δίνει μια οπτική εικόνα της ρυπαντικής κατάστασης όπως διαμορφώθηκε πριν από τις ιδιαίτερα σημαντικές εξελίξεις που επισημαίνονται αμέσως παρακάτω. Η κατάσταση είναι ήδη σοβαρά βεβαρημένη, αλλά κανένας ελληνικός φορέας δεν έχει εκτιμήσει τεκμηριωμένα μέχρι στιγμής τις τρέχουσες και μεσο-μακροπρόθεσμες επιπτώσεις που το ζήτημα συνεπάγεται. Η εικόνα μάλλον θα ξεκαθαρίσει με το πέρας της Μελέτης που αναφέρθηκε ήδη. Η εμπειρία του παρελθόντος, εν τούτοις, δεν επιτρέπει ιδιαίτερα αισιόδοξες προβλέψεις σε ότι αφορά την εφαρμογή του σχεδίου που θα προκύψει, ειδικά επειδή ο συνολικός προσανατολισμός των προδιαγραφών προδιαθέτει ισχυρά υπέρ της προνομιακής εμπλοκής της Ελληνικής δημόσιας διοίκησης, γνωστής για την αναποτελεσματικότητά της.
Χάρτης: 1α Ο εντοπισμός πετρελαιοκηλίδων στην Μεσόγειο.
- Στο μεταξύ, επί θύραις βρίσκονται εξελίξεις με ιδιαίτερα επιβαρυντικές για το πρόβλημα προοπτικές. Τα νέα δεδομένα που θα μεταβάλλουν άρδην την εικόνα και θα ενισχύσουν την περιβαλλοντική διακινδύνευση στο Αιγαίο στα αμέσως επόμενα χρόνια, έχουν ως αφετηρία τους την δημιουργία νέας αρτηρίας μεταφοράς των πετρελαίων του Καυκάσου και της Ρωσίας που θα απολήγει στις βόρειες ακτές του Αιγαίου απ’ όπου θα γίνεται η μεταφόρτωση πετρελαίου, παραγώγων του και υγροποιημένου φυσικού αερίου σε δεξαμενόπλοια. Ο πολλαπλασιασμός των μεταφερομένων φορτίων είναι άμεση συνέπεια του στρατηγικής σημασίας εθνικού σχεδίου της κατασκευής του αγωγού Μπουρκγάς-Αλεξανδρούπολης, για την μεταφορά πετρελαϊκών αποθεμάτων της Κασπίας στη Μεσόγειο δια μέσου του Αιγαίου. Επιπρόσθετα, οι κίνδυνοι διογκώνονται και από την προοπτική ότι προωθείται λυσιτελώς ήδη η εκκίνηση της παροχής ρωσικού πετρελαίου από το λιμάνι του Νοβοροσίσκ του Εύξεινου Πόντου. Η τελευταία αυτή εξέλιξη, εκτιμάται ότι θα οδηγήσει τις πλοιοκτήτριες εταιρίες σε επιλογές μεταφοράς πετρελαϊκού φορτίου, από μικρά σε μεγάλα δεξαμενόπλοια μετά την δίοδο του Βοσπόρου και Ελλησπόντου με προφανή τόπο μεταφόρτωσης εγκαταστάσεις που θα βρίσκονται στα βόρεια όρια του Αιγαίου. Ως εκ τούτου δεν είναι εύκολο να υποθέσουμε ότι οι εκθετικά διογκούμενοι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι είναι πιθανό να αποφευχθούν με ματαίωση των σχεδίων, τα οποία εντάσσονται σε διεθνείς στρατηγικές της αγοράς των υγρών καυσίμων. Οφείλουμε, εν τούτοις, να υποθέσουμε, ότι μπορεί να σχεδιαστεί ολοκληρωμένο σύστημα προληπτικής, συγχρονικής και επιπτωσιακής αντιμετώπισης των κινδύνων.
- Οι προφανείς διαστάσεις του ζητήματος στην νέα του έκταση και δομή είναι η δημιουργία εξαιρετικών επισφαλειών σε ότι αφορά την περιβαλλοντικής βάση των δύο κύριων οικονομικών δραστηριοτήτων στις οποίες στηρίζονται οι νησιωτικές και παράκτιες κοινωνίες του Αιγαίου, δηλαδή τον τουρισμό και την αλιεία. Το διαγνωστικό αντικείμενο της παρέμβασης της Πολιτείας που εκφράστηκε με την ανάθεση της Μελέτης και Στρατηγικού Σχεδίου που ήδη αναφέραμε, μπορεί να θεωρηθεί πλήρες και ικανοποιητικό. Εξ ίσου ικανοποιητικό φαίνεται και το μέρος της μελέτης που σχετίζεται με τον τεχνικό χειρισμό των κινδύνων, που προβλέπεται να αντιμετωπιστεί κυρίως προληπτικά με την χάραξη ‘ασφαλών’ διόδων στο Αιγαίο, με βάση τις μετεωρολογικές, θαλάσσιες, γεωγραφικές, κλπ. παραμέτρους της περιοχής. Χωλαίνει, εν τούτοις, η σύλληψη ενός βιώσιμου συστήματος οικονομικής οργάνωσης που θα μπορούσε να στηρίξει ομαλά και χωρίς το στοιχείο της έκτακτης – και ως εκ τούτου συγκυριακής- παρέμβασης τις περιπτώσεις επέλευσης περιβαλλοντικού κινδύνου.
- Η προγραμματισμένη μελέτη, εν προκειμένω, προβλέπει μια άκρως συμβατική αντιμετώπιση: Το βάρος έχει συγκεντρωθεί στο – ούτως ή άλλως απαραίτητο αλλά όχι επαρκές – θεσμικό πεδίο προσαρμογής στα νέα δεδομένα. Δεν προχωρεί, όμως, στο πρακτικό σκέλος που δεν μπορεί να είναι άλλο από την έγκαιρη δημιουργία χρηματοοικονομικού μέσου για την στήριξη μιας προληπτικής, κατασταλτικής και αποκαταστατικής πολιτικής. Το μέσο καθώς και η οργάνωση διαχείρισης και υποστήριξής του απαιτεί προσεκτικό και συστηματικό σχεδιασμό που δεν προβλέπεται από τις προδιαγραφές της μελέτης που βρίσκεται σε εξέλιξη.
- Έτσι, ορθώς μεν προβλέπεται, ότι «με βάση την ανάλυση του υφισταμένου περιβαλλοντικού καθεστώτος της ευρύτερης περιοχής του Αιγαίου Πελάγους, που θα καταδειχθεί στο πλαίσιο της συνέργιας του περιφερειακού καθεστώτος της Σύμβασης της Βαρκελώνης, των σχετικών Συμβάσεων του ΙΜΟ που συνθέτουν το παγκόσμιο καθεστώς και αναλύθηκαν πιο πάνω, και της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (…). θα διερευνηθεί η δυνατότητα σχεδιασμού μιας νέας στρατηγικής και ενός σχεδίου δράσης που θα αφορά ιδιαίτερα στην εφαρμογή του Άρθρου 15 του πιο πάνω νέου Πρωτοκόλλου σχετικά με τη Συνεργασία στη Πρόληψη της Ρύπανσης από Πλοία και, σε Περιπτώσεις Έκτακτης Ανάγκης, στην Καταπολέμηση της Ρύπανσης της Μεσογείου Θαλάσσης, 2002. Συγκεκριμένα το Άρθρο 15 του ανωτέρω Πρωτοκόλλου προτρέπει τα Κράτη Μέλη της Σύμβασης της Βαρκελώνης αφού συμμορφωθούν με τους γενικώς αναγνωρισμένους διεθνείς κανόνες και πρότυπα και την παγκόσμια εντολή του Διεθνούς Οργανισμού Ναυτιλίας (ΙΜΟ), να αναλάβουν τις απαραίτητες πρωτοβουλίες είτε μονομερώς είτε στα πλαίσια διεθνούς συνεργασίας προκειμένου να εκτιμηθούν οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι από τις αναγνωρισμένες διαδρομές που χρησιμοποιούνται στην εμπορική ναυτιλία και να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι ατυχημάτων ή των συνεπειών τους για το περιβάλλον». Παραβλέπεται, εν τούτοις, ότι οι ιδιαίτερα αυξημένοι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι που η διάγνωση επισημαίνει, θα είναι πρακτικά αδύνατο να αντιμετωπιστούν αν και όποτε επέλθουν, με τα συμβατικά οικονομικά των ‘δικαστικών αποζημιώσεων’. Η ζημιά για τις παράκτιες κοινωνίες στις περιπτώσεις αυτές, όπως έχει ήδη αποδειχθεί από τα μέχρι τούδε ατυχή διεθνή ανάλογα παραδείγματα, είναι τέτοιας μορφής, έκτασης και βάθους χρόνου, που είναι πρακτικά ανέφικτο να κριθούν στα πλαίσια οιουδήποτε νομικού καθεστώτος που δεν θα ήταν ‘δρακόντειο’ και επομένως εξ ορισμού ανεφάρμοστο.
- Στην εισήγησή μου αυτή, θέλω απλώς να προδιαγράψω αδρομερώς αυτή ακριβώς την συμπληρωματική οπτική που το ζήτημα απαιτεί για να οδηγήσεις σε ένα πράγματι ολοκληρωμένο στρατηγικό σχεδιασμό.
- Για να μπω ευθέως στο θέμα χωρίς τεκμηριωτικές περιστροφές, προτείνω την δημιουργία ενός ειδικού Ταμείου (Fund), που θα λειτουργεί πάνω στη βάση μιας Νέας Στρατηγικής για το Αιγαίο Αρχιπέλαγος με πλήρως ανανεωμένο το «κινούν όραμα» (driving sense of mission) της περιοχής. Το Ταμείο (ας υποθέσουμε ότι το ονομάζουμε Ταμείο Αειφορικής Στρατηγικής Αιγαίου -ΤΑΣΑ) θα μπορούσε να είναι ακόμη και διεθνές, εφόσον βρεθεί τρόπος συμμετοχής σε αυτό της Τουρκίας ως θεματοφύλακα των Ανατολικών οριο- ακτών του Αιγαίου. Ο σκοπός του ΤΑΣΑ θα ορίζονταν διπλός με τα σκέλη αλληλοσυμπληρούμενα: (α) Η συγκέντρωση κεφαλαιουχικών πόρων για επενδύσεις με γνώμονα την αειφορία στο Αιγαίο, και (β) η χρηματοοικονομική εγγύηση για την άμεση και σε βάθος χρόνου αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών κινδύνων που ενδέχεται να επέλθουν εξ αιτίας της ‘διαμετακομιστικής’ δραστηριότητας στη ζώνη του Αρχιπελάγους. Θεμέλιο των πόρων του Ταμείου θα μπορούσε να είναι ένα ειδικό ασφάλιστρο που θα επιβαλλόταν στους χρήστες των διόδων. Ο πόρος αυτός θα συμπληρώνονταν με επιπλέον τέλη, κρατικές και διεθνείς επιχορηγήσεις και θα επαύξανε από τις προσόδους που η συστηματική επένδυσή του θα απέδιδε σε ανταποδοτικές πρωτοβουλίες που προωθούν την αειφορία στο Αιγαίο.
- Ο ειδικός ρόλος ενός τέτοιου χρηματοοικονομικού μέσου δεν εξαντλείται στην συσσώρευση κεφαλαίων ικανών να αντιμετωπίσουν τις δαπάνες πρόληψης, καταστολής και αποκατάστασης που θα προκύψουν από ενδεχόμενη επέλευση περιβαλλοντικού κινδύνου. Εξ ίσου σημαντικός θα είναι και ρόλος του καλλιεργήσει το όραμα της Αειφορίας που αφεαυτού αποτελεί ήδη αναγκαιότητα για τις μικρές κοινωνίες και οικονομίες του Αρχιπελάγους. Αυτό το όραμα που ενσωματώνει ότι σημαντικότερο μπορεί να περιέχει η εξειδικευμένη ερμηνεία του εκσυγχρονισμού για μια περιοχή όπως το Αρχιπέλαγος, μπορεί να αποτελέσει το νέο ‘κινούν όραμα’ για την περιοχή, που σήμερα μαστίζεται από τεράστια ελλείμματα στον τομέα του Κοινωνικού Κεφαλαίου.
[1] Μελέτη “AEGEAN”:Ανάπτυξης Επιχειρησιακού Συστήματος και Μεθοδολογίας προσδιορισμού των περιβαλλοντικά, νομικά κι κοινωνικοοικονομικά βέλτιστων οδών διέλευσης πετρελαϊκών αποθεμάτων της Κασπίας στη Μεσόγειο δια μέσου Αιγαίου Πελάγους , Πρόγραμμα της ΓΓΕΤ, στα πλαίσια του Κοινοτικού Προγράμματος «Ανταγωνιστικότητα».