Δεν θα διεκδικούσε κανείς δάφνες πρωτοτυπίας αν υποστήριζε ότι οι πολιτικές για την Παιδεία, στο ιστορικό πλαίσιο της μεταπολίτευσης, χαρακτηρίστηκαν από προχειρότητα, αποσπασματικότητα και έλλειψη οράματος. Η Παιδεία, παρά την αυτονόητη σημασία της και τον κυρίαρχο ρόλο που (θα έπρεπε να) διαδραματίζει στη χάραξη ενός διαφορετικού παραγωγικού μοντέλου για τη χώρα, αντιμετωπίστηκε, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ως ιδανικό πεδίο ιδεολογικών ακροβασιών και πελατειακών διευθετήσεων.
Πρόκειται, αναμφίβολα, για κορυφαία εθνική αστοχία, ειδικά αν αναλογιστούμε ότι, διαθέτοντας ένα μοναδικό πολιτιστικό και ιστορικό υπόβαθρο, η Ελλάδα θα μπορούσε να έχει αναδειχθεί σε παγκόσμιο κέντρο ανθρωπιστικών, φιλοσοφικών και πολιτικών σπουδών. Να έχει δημιουργήσει εξωστρεφή πανεπιστημιακά ιδρύματα που θα προσείλκυαν φοιτητές απ’ όλο τον κόσμο, με το όραμα της ενεργούς συμμετοχής σε ένα πολιτισμικό συνεχές, που εκκινεί από τα χρόνια της κλασικής αρχαιότητας για να φτάσει μέχρι την εποχή της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Να έχει φροντίσει για τη στελέχωση των ιδρυμάτων με συμβούλια διοίκησης που θα ακτινοβολούσαν, φιλοξενώντας κορυφαίους πανεπιστημιακούς, αναγνωρισμένους επιστήμονες, διανοητές, εκπροσώπους της διεθνούς πνευματικής ελίτ. Με ξεχωριστή δραστηριότητα σε πρωτοποριακές εκδόσεις, παραγωγή επιστημονικού δυναμικού, με υψηλού επιπέδου έρευνα.
Κι όμως… Η πατρίδα της φιλοσοφίας, της τραγωδίας, της πολιτικής επιστήμης, η γη που γέννησε τη δημοκρατία και το ολυμπιακό ιδεώδες, το λίκνο του δυτικού πολιτισμού, δε διαθέτει ούτε ένα πανεπιστήμιο στα 300 καλύτερα του κόσμου (!), την ίδια στιγμή που μόλις ένα ελληνικό πανεπιστήμιο (Πανεπιστήμιο Κρήτης), καταφέρνει να πλασαριστεί στα 200 καλύτερα της Ευρώπης (!), σύμφωνα με τις πλέον έγκυρες μεθόδους αξιολόγησης (βλ. World University Rankings 2016, σε: https://www.eduguide.gr/nea/world-university-rankings-2016-ta-kalytera-panepisthmia-toy-kosm/). Και η παρούσα πολιτική κατάσταση, μόνο θετικές εξελίξεις δεν προοιωνίζεται…
Μία στρεβλή, παραμορφωτική αντίληψη για το δημόσιο χώρο των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, έχει μετατρέψει τα πανεπιστήμια σε άναρχους, αφρόντιστους σκουπιδότοπους, φυτώρια ανομίας και κρησφύγετα παραβατικών, απαξιώνοντας πλήρως την εκπαιδευτική διαδικασία. Η υποτιθέμενη προστασία της «ελεύθερης διακίνησης των ιδεών», ως ratio εισαγωγής του πανεπιστημιακού ασύλου, τελικά έκλεισε ερμητικά τις θύρες του πανεπιστημίου στην υγιή, δημοκρατική ανταλλαγή των απόψεων, δημιουργώντας συνθήκες ασφυκτικής μονοφωνίας. Παράλληλα, ένα παλαιολιθικό, άκαμπτο μοντέλο διοίκησης, το οποίο αγνοεί ακόμη και τις βασικές αρχές του σύγχρονου management, έχει αποκόψει τη ζωή του πανεπιστημίου από την κοινωνία και το έχει εξαλλάξει σε καρκίνωμα της δημόσιας σφαίρας. Πόσες φορές, αλήθεια, επισκεφθήκατε μία έκθεση, συμμετείχατε σε μία δημόσια συζήτηση ή παρακολουθήσατε μία ομιλία σε κάποιο πανεπιστημιακό ίδρυμα, τα τελευταία είκοσι χρόνια; Πότε ήρθε για τελευταία φορά ένα roadshow πολυεθνικών εταιρειών ή επιχειρήσεων τεχνολογίας αιχμής, σε κάποια από τις ελληνικές πολυτεχνικές σχολές, για να ενημερώσει τους φοιτητές και να «κυνηγήσει» ταλέντα;
Στο ίδιο παρωχημένο πλαίσιο, μία διαχρονικά ομφαλοσκοπική, κλειστή στην αγορά και την κοινωνία, διαδικασία επιλογής του διδακτικού προσωπικού, έχει εκτρέψει τη ροή της εκπαιδευτικής διαδικασίας στα στάσιμα, ελώδη ύδατα των συντεχνιακών κατεστημένων που ορίζουν κατά το δοκούν, αντιεκπαιδευτικά και αρτηριοσκληρωτικά, τις τύχες των ιδρυμάτων. Το παζλ συμπληρώνεται με τη διαφέντευση της πανεπιστημιακής ζωής από τις φοιτητικές – κομματικές παρατάξεις, οι οποίες μέσω ενός πλέγματος άνομων αλληλεξαρτήσεων διαχειρίζονται προνομιακά τα ζητήματα της ακαδημαϊκής κοινότητας, εκκολάπτοντας τα αυριανά στελέχη του – από καιρό – χρεωκοπημένου πελατειακού συστήματος.
Η Παιδεία, από τεχνοκρατική άποψη, δεν είναι, ίσως, εκείνος ο τομέας πολιτικής που θα μπορούσε να παραγάγει άμεσα, μετρήσιμα δημοσιονομικά αποτελέσματα. Αυτός είναι ο λόγος που, κατά μάλλον ατυχή τρόπο, η εκπαιδευτική πολιτική δεν εντάχθηκε στις «μνημονιακές» υποχρεώσεις της χώρας, με αποτέλεσμα η Παιδεία να έχει παραμείνει προνομιακό πεδίο μικροκομματικών ασκήσεων και ιδεοληπτικών πειραματισμών, προς τέρψη του κομματικού ακροατηρίου.
Ένα τέτοιο σχέδιο επιστροφής στο παρελθόν, βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Ο Υπουργός Παιδείας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, Κ. Γαβρόγλου, προφανώς επιχειρώντας να δημιουργήσει ενοχικά «άλλοθι» και ιδεολογικά αναχώματα, πιστός στις παραδόσεις της αναχρονιστικής Αριστεράς, επιχειρεί τη θεσμική ανασύσταση ενός κομματικού, κρατικιστικού, κεντρικά ελεγχόμενου πανεπιστημίου. Αποξηλώνει κάθε αλλαγή που κατάφερε να γίνει στην ανώτατη παιδεία και επανεισάγει τις αποτυχημένες δομές του χθες, στην πιο οπισθοδρομική τους εκδοχή. Η πλήρης νομοθετική αποκατάσταση του «ασύλου» (από ποιόν; από τι;), έρχεται να συμπληρώσει την εικόνα καθολικής εγκατάλειψης των πανεπιστημιακών υποδομών και να εμπεδώσει το αίσθημα ανασφάλειας και ανομίας που ήδη πλανάται στα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας. Η κατάργηση του θεσμού του Συμβουλίου Ιδρύματος, ο οποίος είχε έναν σαφώς εξωστρεφή προσανατολισμό, και η αντίστοιχη εισαγωγή των «Ακαδημαϊκών Συμβουλίων Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας» με συμμετοχή υπηρεσιακών εκπροσώπων της Περιφέρειας, των Υπουργείων κλπ. επιβεβαιώνει την πρόθεση κρατικού ελέγχου των πανεπιστημίων και αλλοίωσης του αυτοδιοίκητου.
Κατά την άποψη, βέβαια, του κ. Γαβρόγλου, ένα «ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα» αρκεί για να περιφρουρήσει το Πανεπιστήμιο. Την εποχή που τα εκπαιδευτικά ιδρύματα σε όλη την υφήλιο προσαρμόζουν τα προγράμματα σπουδών τους στις ολοένα αυξανόμενες απαιτήσεις μίας ραγδαία μεταβαλλόμενης πραγματικότητας, ο Έλληνας Υπουργός Παιδείας κάνει επίκληση στη …ρωμαλέα ικανότητα αυτοδικίας των φοιτητών, προκειμένου να υπερασπισθούν τη δημόσια περιουσία, την ανώτατη εκπαίδευση, το ακαδημαϊκό περιβάλλον.
Είναι ακριβώς αυτή η πολιτική διαχείριση των εκπαιδευτικών ζητημάτων που πρέπει να ωθήσουν τις πραγματικά προοδευτικές, μεταρρυθμιστικές δυνάμεις του τόπου να αντιμετωπίσουν τον αγώνα για μία σύγχρονη Παιδεία, ως αγώνα επιβίωσης της χώρας. Ας μη λησμονούμε ότι τα «κέρδη» από μία ολοκληρωμένη, αυτάρκη και ποιοτικά αναβαθμισμένη Παιδεία, δεν είναι μόνο εκπαιδευτικά. Όλα, ανεξαιρέτως, τα αίτια της πολύπλευρης κρίσης έχουν βαθύτερες ρίζες στη μυωπική προσέγγιση της ανώτατης Παιδείας. Οι εκπτώσεις στις θεσμικές εγγυήσεις του Κράτους Δικαίου, η εκτεταμένη ανομία, η αναποτελεσματική Δημόσια Διοίκηση, η πολυνομία, η καθυστέρηση στην απονομή της Δικαιοσύνης: Όλα ξεκινούν από την ελλειμματική εκπαιδευτική λειτουργία. Όλα αποτυπώνονται ανάγλυφα στην εικόνα του ελληνικού Πανεπιστημίου.
Το μέτωπο της αντίστασης στην προεξοφλούμενη εκπαιδευτική οπισθοδρόμηση πρέπει να είναι σθεναρό και καθολικό. Πρέπει αφενός μεν να υψωθεί ανάχωμα απέναντι στην εξαγγελθείσα κυβερνητική αντιμεταρρύθμιση, αφετέρου όμως (και κυρίως) να αρθρωθεί πειστικός αντίλογος, με μία δέσμη υλοποιήσιμων προτάσεων για μία ανώτατη εκπαίδευση που θα βοηθήσει αποφασιστικά τη χώρα να βγει στο ξέφωτο. Και η συζήτηση αυτή, η συζήτηση για μία ολοκληρωμένη προοδευτική πρόταση για το ελληνικό Πανεπιστήμιο του αύριο έχει ήδη καθυστερήσει.